Είναι αλήθεια πως ο Παύλος Πολάκης είναι αγαπητός σε ένα σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι επίσης αλήθεια πως την καλή φήμη που είχε ως γιατρός την διατήρησε και ως αναπληρωτής υπουργός Υγείας. Μαζί με τον Ανδρέα Ξανθό προσπάθησαν και κατάφεραν αρκετά πράγματα για την ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας που είχε υποστεί πολύ μεγάλη ζημιά από την “κουλτούρα” περιστολών των μνημονίων.
Είναι αλήθεια, όμως, και το ότι στην ανάγκη του να εκπροσωπήσει την διαφορετικότητά του πολλές φορές προσφέρει τον εαυτό του βορά στις επικοινωνιακές επιθέσεις της κυβέρνησης, δημιουργώντας ευκαιρίες αντιπερισπασμού από τα μείζονα, και διαλύει κάθε προσπάθεια για ενιαία έκφραση και κοινή στρατηγική. Κάτι τέτοιο σε συνθήκες πολιτικής, επικοινωνιακής και μιντιακής κυριαρχίας δεν θα ετύγχανε ιδιαίτερης προσοχής. Και η κυβέρνηση (Ν.Δ) διαθέτει αλλοπρόσαλλες φωνές και στελέχη με ενίοτε ακραίες απόψεις, ωστόσο χάνονται στην ασφάλεια της ηγεμονίας της.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, όμως, διψά για ενιαίο κέντρο και συντεταγμένη στρατηγική, στοιχείο άλλωστε κάθε κόμματος εξουσίας και απόδειξη κυβερνησιμότητας. Προφανώς δεν θέλει να κάνει κακό, ωστόσο αυτό συμβαίνει, με δεδομένο πως η “επέκταση” του κόμματος του έχει αποφασιστεί εδώ και καιρό πως πρέπει να γίνει προς το κέντρο, εκεί, δηλαδή, που ο ορθολογισμός –συχνά παρεξηγημένος– είναι “ευαγγέλιο”.
Η αδυναμία του να συνταχθεί συχνά με την έκφραση Τσίπρα και η απουσία μηχανισμού κυρώσεων και συμμόρφωσης δημιουργεί την αίσθηση –ή δημιουργούν άλλοι την αίσθηση– πως είναι ο ίδιος ο αρχηγός του κόμματος που του επιτρέπει να κινείται μεταξύ σφύρας και άκμονος. Πως στον ΣΥΡΙΖΑ παίζουν σε διπλό ταμπλώ. Έτσι θολώνει το στίγμα που θέλει να δώσει η αξιωματική αντιπολίτευση και στήνουν χορό οι πολιτικοί αντίπαλοι.
Στο θέμα των εμβολίων, όμως, η κατάσταση είναι σοβαρή και μπορεί να ξεφύγει. Δεν νοείται για κόμμα εξουσίας και δη κεντροαριστερό να εμφανίζεται μέσω ενός προβεβλημένου στελέχους να αμφισβητεί την ανάγκη των εμβολιασμών και την αξιοπιστία των εμβολίων. Αυτά ανήκουν στην σφαίρα των γραφικών των συλλαλητηρίων. Στη συνεδρίαση του πολιτικού κέντρου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ο Νίκος Βούτσης φέρεται να έθεσε το απλό ερώτημα στον Παύλο Πολάκη γιατί «πάει απέναντι στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας» με τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ να επιμένει στις επιστημονικές του απόψεις και να αμφισβητεί την αμεροληψία τους θυμίζοντας χαρακτηριστικά ότι «και το 2009 είχαν κάνει λάθος με το εμβόλιο της γρίπης».
Εάν όλα αυτά όντως διεμείφθησαν, η απάντηση σε μία απολύτως λογική ερώτηση του πολύπειρου πρώην προέδρου της Βουλής συνιστά μνημείο ασάφειας. Διότι, μπορεί να είναι άριστος εντατικολόγος, η αποδόμηση, ωστόσο, του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας -ή ακόμα περισσότερο κάποια συνωμοσιολογική θεώρηση περί “παιχνιδιών” μεροληψίας-, διόλου επιστημονική προσέγγιση είναι. Ακόμα κι αν πιστεύει πως έχει δίκιο, υπάρχουν οι συντεταγμένες δομές της επιστήμης, υπάρχει και το χάος. Εάν δαιμονοποιούνται οι πρώτες, αντιλαμβάνεται κανείς τι απομένει. Το επόμενο βήμα θα ήταν να αμφισβητήσει κανείς την θεωρία της σχετικότητας με την δικαιολογία πως δεν ήταν αμερόληπτος ο Αϊνστάϊν.
Ως επιστήμονας ο ίδιος είναι βέβαιο πως γνωρίζει και την ιστορία (όλων) των εμβολίων, και το γεγονός πως η επσιτήμη κινείται μέσα από αβεβαιότητες που γίνονται βεβαιότητες. Η άποψή του για τα φάρμακα κατά του Covid 19 είναι απολύτως σωστή, δεν οδηγεί, όμως, στο συμπέρασμα πως υπάρχει ασφαλέστερος τρόπος από την καταπολέμηση της νόσου από τα εμβόλια.
Σε κάθε περίπτωση και από πολιτική σκοπιά, ο Παύλος Πολάκης δεσμεύτηκε πως θα συνταχθεί με την απόφαση του κόμματός του υπέρ των εμβολίων και υπέρ της καθολικότητας των εμβολιασμών– ακόμα και της υποχρεωτικότητας για ορισμένες κατηγορίες πληθυσμού και επαγγελματικές ομάδες. Η κριτική όσον αφορά τους χειρισμούς της κυβέρνησης είναι θεμιτή και λογική. Η επιστημονική βάση, όμως, είναι στέρεη και δεσμεύτηκε πως θα συνταχθεί σχετικά.
Τι θα συμβεί εάν δεν το πράξει; Επειδή έχει πλειστάκις δηλώσει πως “τιμά τον λόγο του”, δεν θα το κάνει. Σε αντίθετη περίπτωση θα δώσει ξανά λαβές στους πολιτικούς του αντιπάλους και θα υπονομεύσει τον αρχηγό του.
Και θα ήταν κρίμα, διότι ο “καλός εαυτός” του είναι χρήσιμος και στο κόμμα του, και στην επιστήμη του, και στο δημόσιο σύστημα υγείας.