Το “κρακ” (στο Μέγαρο Μαξίμου) ακούστηκε μέχρι την πλατεία Κολωνακίου. Η ρωγμή στο “επιτελικό κράτος” που διαφημίστηκε περίπου ως ανίκητο χάσκει επικίνδυνα μετά τον ανασχηματισμό και η κόπωση του Μαξιμικού μηχανισμού προδίδει αμηχανία και πολιτική ανασφάλεια. Οι δημοσκοπήσεις δεν αρκούν πια για να ενισχύουν την αυτοπεποίθηση της πολιτικής ηγεμονίας, ακόμα κι αν οι πολιτικοί συσχετισμοί απέχουν ακόμα από το να προοιωνίζονται ανατροπές.
Οι αλλαγές στην κυβέρνηση προβλήθηκαν μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές του καλοκαιριού ως η επανεκκίνηση που θα είχε ως χαρακτηριστικά την δομική αναδιάρθρωση, την απόδοση ευθυνών και την διεύρυνση. Ο στόχος δεν επετεύχθη. Ο ανασχηματισμός δεν ήταν σαρωτικός -όπως λεγόταν- αφού οι 16 από τους 20 υπουργούς παρέμειναν στις θέσεις τους. Οι ευθύνες αποδόθηκαν μόνο δια του εξοβελισμού του Μιχάλη Χρυσοχοϊδη, αν και είχαν ήδη υπονομευτεί από την αδυναμία να περιγραφούν και να αναληφθούν κατά την πρόσφατη συζήτηση (σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών) στη Βουλή. Η δε ρήση του τελευταίου ότι “παραμένει στον δημόσιο βίο” μάλλον απορία προκαλεί. Η διεύρυνση, δε, κατέληξε στο γνωστό πολιτικό φιάσκο με τον ναύαρχο Αποστολάκη.
Σχετικά με την επιλογή του τελευταίου προκύπτουν αναμφίβολα ερωτηματικά περί ελλείμματος πολιτικού σχεδίου. Μια ομάδα που υποτίθεται λειτουργεί επιτελικά και τεχνοκρατικά δεν φτάνει σε μία τέτοια πράξη υψηλού συμβολισμού έχοντας στη διάθεσή της μία και μοναδική επιλογή που προετοιμάζεται από κάποιον εξωθεσμικό “αγγελιοφόρο”.
Θα έπρεπε να υπάρχει “short list” ανάλογων επιλογών, ώστε να διασφαλιστεί πως στην περίπτωση ναυαγίου δεν θα εκτεθεί πολιτικά ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Κάτι τέτοιο δεν συνέβη, και οι εκ των υστέρων προσπάθειες να συκοφαντηθεί ο Ευάγγελος Αποστολάκης (παρά τις προφανείς ευθύνες του ως προς τον χειρισμό) και να κατηγορηθεί η απουσία …συναινετικής διάθεσης από τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορούν να απαλλάξουν εκείνους που είχαν αναλάβει να φέρουν εις πέρας το συγκεκριμένο εγχείρημα.
Το πρόβλημα γίνεται ακόμα πιο έντονο εάν σκεφτεί κανείς πως τα ονόματα που ακούγονται για το νέο υπουργείο Πολιτικής Προστασίας δεν προκαλούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Κάποιος στρατηγός, ή πτέραρχος (…), ένας φανατικός κήρυκας του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου (Φλωρίδης), ίσως ο ανασχηματισθείς -ικανός αναμφίβολα- Αλκιβιάδης Στεφανής (τι θα σημάνει εάν ανακληθεί από την σύντομη αποστρατεία στην ενεργό υπηρεσία ως λύση ανάγκης;), ή κάποιοι άλλοι που αναζητούνται στα πολιτικά “αζήτητα” της τελευταίας 20αετίας.
Η ουσία είναι πως δύο χρόνια μετά την εκλογική του νίκη ο Κυριάκος Μητσοτάκης διαβαίνει τον ρουβίκωνα της διετίας πληγωμένος πολιτικά και με μία ομάδα που εμφανίζεται αποσυντονισμένη, χωρίς έμπνευση και μάλλον κουρασμένη. Η επικοινωνιακή και μιντιακή υπεροπλία, δε, δεν φαίνεται ικανή να κρύψει τα προβλήματα και να διασκεδάσει τις γκρίνιες στην κοινοβουλευτική ομάδα της Ν.Δ.
Αυτά δεν καθιστούν, φυσικά, τον Αλέξη Τσίπρα πρωταγωνιστή των εξελίξεων. Οι πρωτοβουλίες παραμένουν ακόμα στην πλευρά της κυβέρνησης, απαιτείται, όμως, πια περισσότερος κόπος για να αποδώσουν. Τα καύσιμα τελειώνουν και οι σταθμοί ανεφοδιασμού στην πορεία προς τις επόμενες εκλογές λιγοστεύουν.
Ο πρωθυπουργός φαίνεται πως κάνει ένα βασικό λάθος. Στηρίζεται σε μία ομάδα διαχειριστών που έχουν καλομάθει στην ασφάλεια και την ασυλία και δείχνουν αδύναμοι να ανταπεξέλθουν σε διαφορετικές συνθήκες. Διότι εφεξής το πολιτικό παιχνίδι σκληραίνει: η κοινή γνώμη αδημονεί και δεν συγχωρεί, οι εξελίξεις πυκνώνουν και βαραίνουν, η αξιωματική αντιπολίτευση έχει (δικαίως) αναθαρρήσει, τα εξωθεσμικά συστήματα μυρίζουν τον φόβο και διεκδικούν επισπεύσεις, και ο κίνδυνος του απρόοπτου ολοένα και μεγαλώνει.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει πρωτίστως ανάγκη από αλλαγή νοοτροπίας. Πρέπει να αποδείξει πως μπορεί να δράσει σε συνθήκες μεγάλης πολιτικής πίεσης, εκτός του πλαισίου κυριαρχίας που απολάμβανε μέχρι πρότινος, και να μάθει να συνομιλεί με εκείνους που δεν του λένε τα ευχάριστα αλλά τα χρήσιμα. Χρειάζεται άλλη ομάδα και άλλη μεθοδολογία. Όσο συνεχίζει να υποτιμά αντιπάλους και προβλήματα, η ρωγμή θα βαθαίνει…