Η μεσαία τάξη βρίσκεται ξανά στο απόσπασμα καθώς ήδη καταγράφονται αυξήσεις σε βασικά προϊόντα ενώ αναμένεται κύμα ανατιμήσεων σε τρόφιμα και ενέργεια να χτυπήσει τη χώρα το αμέσως επόμενο διάστημα.
Ήδη, η αύξηση έως και 30% που παρατηρείται σε όλο τον κόσμο στις σχετικές πρώτες ύλες, φέρνει καιαυξήσεις στην τιμή του ψωμιού, αλλά και βασικών προϊόντων αρτοζαχαροπλαστικής όπως το γάλα.
Η τιμή του ψωμιού και των σιτηρών στην Ελλάδα βρισκόταν το 2020 πάνω από τον μέσο δείκτη τιμών στην ΕΕ σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat στις 20 Αυγούστου, ενώ υπάρχει ο κίνδυνος να εκτοξευθεί το αμέσως επόμενο διάστημα.
Οι αυξήσεις αφορούν τουλάχιστον 31 κατηγορίες προϊόντων και θα γίνουν αντιληπτές από τους καταναλωτές σταδιακά τις αμέσως επόμενες ημέρες και ανάλογα με τα αποθέματα των προϊόντων που έχουν στις αποθήκες τους τα μεγάλα καταστήματα τροφίμων.
Αναλυτικότερα, στη νέα λίστα της ακρίβειας περιλαμβάνονται τα εξής προϊόντα: Πανάκια καθαρισμού (4%-25%), ζυμαρικά (7%-23%), χυμοί (5%- 15,5%), ρύζι τζαζμίν (10%), φέτα (9%), αφρόλουτρα (7%), κατεψυγμένα λαχανικά (6%), τυριά (5,7%), εσπρέσο (5,5%), στιγμιαίος καφές (5%), αλάτι (5%), κρουασάν (5%), πουρές (4,5%), σάλτσες (4,5%), παιδικές τροφές σε βαζάκια (4,8%), ελληνικός καφές (4,5%), αλεύρι (4,5%), αλουμινόχαρτο (3,5%), σοκολάτα-κουβερτούρα (3,5%), βρεφικό γάλα (3%), χλωρίνη (3%), κέτσαπ, μουστάρδες, μαγιονέζες (3%), τσάι (3%), χαρτί υγείας (3%), γάλα εβαπορέ (3%), κρεμοσάπουνο (2,5%), τοματοειδή (2,5%), δημητριακά (2,5%), ροφήματα (2,5%), εισαγόμενα νερά (2%-4%) και ζωοτροφές (1,5% έως 5%).
Κάποιες από αυτές τις ανατιμήσεις περνούν αυτές τις ημέρες στα ράφια των σούπερ μάρκετ, ενώ κάποιες άλλες αναμένεται να γίνουν αντιληπτές από τους καταναλωτές το αργότερο μέχρι το τέλος Οκτωβρίου. Πρόκειται για ανατιμήσεις που αφορούν ορισμένα προϊόντα από μεμονωμένες επιχειρήσεις και όχι από το σύνολο των εταιρειών που τροφοδοτούν τα καταστήματα τροφίμων.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Διεθνών και Επιχειρηματικών Δραστηριοτήτων του τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Γιάννη Χατζηδημητρίου, ξεκάθαρη εικόνα, για το πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση στα πορτοφόλια των νοικοκυριών, είναι πολύ πιθανό να έχουμε τον ερχόμενο Οκτώβριο ή το Νοέμβριο. Ωστόσο, με βάση τα σημερινά δεδομένα μία αύξηση των τιμών των αγαθών κατά περίπου 15%-20% θα πρέπει να θεωρείται ως πολύ πιθανή. Το παραπάνω ποσοστό μπορεί να μην είναι υπερβολικά υψηλό, ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί εύκολα διαχειρίσιμο από οικογένειες, οι οποίες και σήμερα εξοικονομούν πολύ οριακά τα προς το ζειν.
Σε 2 μήνες οι αυξήσεις στο ράφι
Δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις που έκανε στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ο διευθύνων σύμβουλος της αλυσίδας σούπερ μάρκετ Μασούτης, Ιωάννης Μασούτης, σημειώνοντας ότι μέχρι το τέλος του έτους οι τιμές στο ράφι θα έχουν αυξηθεί σημαντικά.
«Έχουν ξεκινήσει ήδη ανατιμήσεις σε όλα τα προϊόντα, εξαιτίας των αυξήσεων των τιμών σε όλα τα βιομηχανικά προϊόντα, το χαρτί, τα υλικά συσκευασίας, αλλά και του δυσβάστακτου πλέον κόστους των μεταφορικών. Αν και ακόμα οι αυξήσεις αυτές δεν έχουν φανεί στο ράφι, καθώς προσπαθούσαμε να τις απορροφήσουμε τόσο οι βιομηχανίες όσο και οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ, σύντομα το κόστος θα μετακυλήσει και στους καταναλωτές», ανέφερε χαρακτηριστικά στον «Ε.Τ.» της Κυριακής.
Πρόσθεσε δε ότι επειδή δεν πρόκειται μόνο για αύξηση σε κάποιες συγκεκριμένες πρώτες ύλες, όπως για παράδειγμα τα σιτηρά, οι ανατιμήσεις θα αφορούν σε όλες τις κατηγορίες προϊόντων. «Αυτό που κάνουμε αυτήν τη στιγμή είναι να στοκάρουμε για τους επόμενους 2-3 μήνες, ώστε να κρατήσουμε για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο διάστημα χαμηλά τις τιμές. Ωστόσο, αυτό είναι ένα προσωρινό μέτρο. Εκτιμώ ότι προς το τέλος του έτους οι τιμές στο ράφι θα έχουν αυξηθεί και η αύξηση θα είναι το λιγότερο της τάξεως του 3%. Ομως, ακόμα και αυτό είναι δυσβάστακτο για τα νοικοκυριά», σημείωσε.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Ερευνών Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) και σύμβουλος Στρατηγικής Ανάπτυξης της αλυσίδας σούπερ μάρκετ My Market, Κωνσταντίνος Μαχαίρας, μιλώντας στον «Ε.Τ.» της Κυριακής. «Το τελευταίο διάστημα καταγράφεται αύξηση τιμών τόσο των πρώτων υλών όσο και των βιομηχανικών ειδών, αλλά και μια τεράστια άνοδο του κόστους της ενέργειας. Πρόκειται για παγκόσμιο φαινόμενο. Οπως είναι φυσικό, αυτά επηρεάζουν τα λειτουργικά κόστη και της βιομηχανίας και των σούπερ μάρκετ», επισήμανε, ενώ συμπλήρωσε ότι είναι βέβαιο ότι θα έχουμε πληθωριστικές τάσεις που θα επηρεάσουν τις τιμές.
«Οι ανατιμήσεις, είτε είναι 1% είτε 2% είτε 3%, θα περάσουν στους καταναλωτές και θα απομειωθούν την επόμενη τριετία, όπως συμβαίνει συνήθως. Δεν θα είναι πρόσκαιρο φαινόμενο», τόνισε.
Το ψωμί… ψωμάκι
Παράλληλα, οι ανατιμήσεις σε σιτηρά, πρώτες ύλες και, κυρίως, στην τιμή του ρεύματος φέρνουν αυξήσεις τιμών και στο ψωμί.
«Το τελευταίο διάστημα έχουμε μεγάλες ανατιμήσεις στα άλευρα που φτάνουν στο 32% και επίκειται και περαιτέρω αύξηση. Οι τιμές σε μαργαρίνες, λάδια και υλικά συσκευασίας έχουν αυξηθεί κατά 40%», ανέφερε στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αρτοποιών, Μιχάλης Μούσιος.
Ο ίδιος έκανε λόγο για ληστρική επιδρομή από τους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας επισημαίνοντας ότι η αύξηση στην τιμή του ρεύματος αγγίζει το 120%. «Τα συμβόλαια που έχουμε με τους παρόχους προβλέπουν 0,6 ευρώ την κιλοβατώρα, όμως έχουν ρήτρα προσαρμογής με καπέλο 0,9 ευρώ την κιλοβατώρα φτάνοντας στα 0,15 ευρώ την κιλοβατώρα. Αυτή η αύξηση αντιστοιχεί σε 1.000 ευρώ τον μήνα. Αν συνεχίσουμε έτσι, πάμε για λουκέτο», υπογράμμισε ο κ. Μούσιος.
Ο ίδιος επισήμανε ότι «ζούμε σε μια κατάσταση του 2008», εκφράζοντας την εκτίμηση ότι οι ανατιμήσεις θα περάσουν στους καταναλωτές, καθώς δεν υπάρχει περιθώριο απορρόφησης. Ωστόσο, όπως δήλωσε, δεν μπορεί να προβλεφθεί το ποσοστό της αύξησης, συμπληρώνοντας ότι οι τιμές διαμορφώνονται ελεύθερα, όπως κρίνει ο κάθε αρτοποιός.
Πού οφείλεται η εκτίναξη τιμών
Σημαντικά κέρδη (+6,11%) κατέγραψε ο δείκτης των αγροτικών προϊόντων σε μηνιαίο επίπεδο στις διεθνείς αγορές, σύμφωνα με το δελτίο τιμών αγροτικών προϊόντων της Τράπεζας Πειραιώς για τον Αύγουστο, παρά το γεγονός ότι τα μακρο-στοιχεία στην οικονομία της Κίνας το προηγούμενο διάστημα επέτειναν τις ανησυχίες των επενδυτών για επιβράδυνση του ρυθμού ανάκαμψης.
Παράλληλα, η τεχνική εικόνα του δείκτη αντιστράφηκε σε θετική από σχετικά αρνητική τόσο σε βραχυπρόθεσμο όσο και σε μακροπρόθεσμο διάστημα. Αρνητικούς καταλύτες για την πορεία των αγροτικών προϊόντων πιθανόν να αποτελέσουν οι εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας με τη λήψη περιοριστικών μέτρων από ασιατικές χώρες, η πορεία του δολαρίου, καθώς πληθαίνουν οι εκτιμήσεις για υιοθέτηση αυστηρής νομισματικής πολιτικής στο τέλος του 2021, και οι γεωπολιτικές αναταράξεις σε παγκόσμιο επίπεδο.
Αναλυτικά, οι παγκόσμιες προοπτικές για το σιτάρι το 2021-2022 (έκθεση USDA) αφορούν μειωμένες προμήθειες, χαμηλότερη κατανάλωση και εμπόριο και μικρότερα αποθέματα σε σχέση με τον Ιούλιο. Η παγκόσμια παραγωγή για το 2021-2022 αναθεωρήθηκε πτωτικά σε 776,9 εκατ. τόνους, λόγω χαμηλότερης παραγωγής σε Ρωσία (μειωμένη παραγωγή χειμερινού σίτου εξαιτίας δυσμενών καιρικών συνθηκών), Καναδά και ΗΠΑ. Ωστόσο, οι μειώσεις αυτές αντισταθμίζονται εν μέρει από αυξήσεις της παραγωγής σε Ουκρανία, Αυστραλία και Ε.Ε. Η παγκόσμια κατανάλωση για το ίδιο διάστημα αναθεωρήθηκε πτωτικά σε 786,7 εκατ. τόνους, όπως και η χρήση για ζωοτροφές ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας μειωμένης παραγωγής.
Το παγκόσμιο εμπόριο αναμένεται να μειωθεί σε 199,81 εκατ. τόνους λόγω μειωμένων εξαγωγών από τον Καναδά και τη Ρωσία, ενώ και οι εισαγωγές εκτιμώνται σε χαμηλότερα επίπεδα αντικατοπτρίζοντας το γενικότερο περιβάλλον πιο σφικτών προμηθειών. Με τα παγκόσμια αποθέματα να αναθεωρούνται πτωτικά σε 279 εκατ. τόνους, το χαμηλότερο επίπεδο της τελευταίας 5ετίας, εκτιμήσεις των αναλυτών κάνουν λόγο για πιθανή περαιτέρω ενίσχυση της τιμής του μεσοπρόθεσμα, κάτι το οποίο φαίνεται να έχει ήδη προεξοφλήσει η αγορά στην πρόσφατη ενίσχυση της τιμής του. Το υψηλό επίπεδο αποτίμησης ενδέχεται να ασκήσει πτωτική πίεση στην τιμή του βραχυπρόθεσμα.
Σχετικά με τη ζάχαρη, σύμφωνα με προβλέψεις του USDA, η παραγωγή για τις ΗΠΑ, για το 2021-2022, αναμένεται να ενισχυθεί σε 9,048 εκατ. τόνους, με μια μικρή αύξηση της παραγωγής από τεύτλα έναντι του ζαχαροκάλαμου. Οι εκτιμήσεις για τις εισαγωγές και εξαγωγές παρέμειναν αμετάβλητες στα επίπεδα του Ιουλίου, όπως και η χρήση και η κατανάλωση (12,230 εκατ. τόνους και 12,265 εκατ. τόνους). Αντίστοιχα, οι εκτιμήσεις για την παραγωγή στο Μεξικό διατηρήθηκαν αμετάβλητες (5,809 εκατ. τόνους). Οι πρόσφατες συνθήκες ξηρασίας επέδρασαν αρνητικά στην παραγωγή ζάχαρης από ζαχαροκάλαμο, λειτουργώντας ενισχυτικά τόσο για την τιμή της ζάχαρης όσο και για την τιμή της αιθανόλης ως καυσίμου. «Λαμβάνοντας υπόψη και τις εκτιμήσεις της αγοράς για πιθανό έλλειμμα, οι αναλυτές εκτιμούν ότι η ανοδική κίνηση στην τιμή ενδέχεται να συνεχιστεί μεσοπρόθεσμα (ΣΜΕ ζάχαρης έφτασαν σε υψηλό 4ετίας, ενισχυμένα κατά 30% για το 2021), χωρίς όμως να αποκλείουν πτωτική πίεση λόγω υψηλών αποτιμήσεων», αναφέρεται στο δελτίο της Τράπεζας Πειραιώς.
Σε ό,τι αφορά τα βοοειδή, σύμφωνα με την έκθεση του USDA, η παραγωγή βοοειδών για την περίοδο 2021-2022 αναμένεται να μειωθεί σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Η μείωση της παραγωγής αντανακλά την πτώση του ρυθμού σφαγής, με το μέσο βάρος του σφαγίου να διαμορφώνεται σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με έναν χρόνο πριν, καθώς το ξηρό και χαμηλής υγρασίας κλίμα συνεχίζει να επιδεινώνεται επιδρώντας αρνητικά στη σίτισή τους.
Παράλληλα, οι εκτιμήσεις για τις εισαγωγές βόειου κρέατος για το 2021 και το 2022 βαίνουν αυξανόμενες με βάση τα πρόσφατα δεδομένα και την αναμενόμενη ισχυρή ζήτηση. Οι προβλέψεις για τις τιμές των βοοειδών τόσο για το 2021 όσο και για το 2022 αναμένονται να ενισχυθούν σύμφωνα με την αγορά, με τις προκλήσεις στην αλυσίδα εφοδιασμού και του αυξημένου κόστους ζωοτροφών να αναμένονται να συνεχιστούν. Ταυτόχρονα, οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού που παρατηρούνται σε εργοστάσια συσκευασίας κρέατος πιθανόν να ευνοήσουν περαιτέρω την τιμή τους.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του Κέντρου Προστασίας Καταναλωτών (ΚΕΠΚΑ), Νίκος Τσεμπερλίδης, καλεί καταναλωτές και παραγωγούς σε συστράτευση για συλλογική αντίδραση, προκειμένου να σταλεί ένα ηχηρό μήνυμα για την κακή λειτουργία της αγοράς.
Κατά τον κ. Χατζηδημητρίου, σε περίπτωση συνέχισης ανόδου των τιμών των αγαθών σε παγκόσμιο επίπεδο είναι δεδομένο ότι σημαντική μερίδα των ελληνικών νοικοκυριών θα αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα.
«Η ελληνική κοινωνία έχει διαφορετικά εισοδηματικά επίπεδα. Αν συνεχιστεί αυτή η αυξητική τάση των τιμών, πιστεύω ότι το 50% των νοικοκυριών δε θα αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα. Ένα 20% θα αναγκαστεί να μειώσει την κατανάλωση, αλλά πιστεύω ότι θα αντέξει, όμως, το υπόλοιπο 30% θα βρεθεί αντιμέτωπο με σοβαρά προβλήματα, ιδίως αν η αύξηση των τιμών είναι μεγάλη στα βασικά αγαθά. Για παράδειγμα, αν το ψωμί ή το γάλα αυξηθούν κατά 10%, η κατάσταση θα είναι σε γενικές γραμμές διαχειρίσιμη, ωστόσο, θα είναι μεγάλα τα προβλήματα που θα παρουσιαστούν και κάποιες οικογένειες θα ζοριστούν πολύ σε περίπτωση αύξησης των τιμών τους κατά 30% ή 40%. Εκτιμώ ότι τα είδη πρώτης ανάγκης δε θα σημειώσουν μεγαλύτερη αύξηση από το 15%-20%. Ο καταναλωτής θα πρέπει να δείξει τη δύναμή του. Να κάνει έρευνα αγοράς και να προσέξει από που θα αγοράζει. Τον Οκτώβριο ή το Νοέμβριο θα έχουμε μια ξεκάθαρη εικόνα για την εξέλιξη του ζητήματος», τονίζει στο ethnos.gr ο κ. Χατζηδημητρίου.
Όπως αναφέρει ο κ. Χατζηδημητρίου, σειρά παραμέτρων οδήγησε στην αύξηση των τιμών των προϊόντων, με κυριότερη την άνοδο του μεταφορικού κόστους σε παγκόσμιο επίπεδο, το οποίο συμπαρασύρει τις αξίες σχεδόν όλων των αγαθών.
«Εξαγωγείς και επιχειρηματίες κάνουν λόγο ακόμα και για… πενταπλασιασμό του μεταφορικού κόστους. Αυτό άρχισε να γίνει αντιληπτό τους πρώτους μήνες της φετινής χρονιάς, ωστόσο, τους τελευταίους τρεις – τέσσερις μήνες το μεταφορικό κόστος έχει αυξηθεί πολύ. Επιπλέον, αυξήθηκαν οι τιμές των πρώτων υλών, διότι μετά την καραντίνα και την πρόοδο των εμβολιασμών σε παγκόσμιο επίπεδο ξεκίνησε μια άνοδος της ζήτησης προϊόντων. Η οικονομία άρχισε πάλι να ζεσταίνεται. Όμως, η άνοδος της ζήτησης δε συνοδεύτηκε από μία αντίστοιχη αύξηση της παραγωγής. Χρειάζεται χρόνος μέχρι να αναπροσαρμοστούν οι παραγωγικές διαδικασίες. Η αυξημένη, λοιπόν, ζήτηση και η αργή αύξηση της προσφοράς προκάλεσαν άνοδο των τιμών. Παράλληλα, προς την κατεύθυνση αυτή οδηγούν και τοπικά φαινόμενα από χώρα σε χώρα και βέβαια οπωσδήποτε εμφανίστηκαν και φαινόμενα κερδοσκοπίας από κάποιες επιχειρήσεις που εκμεταλλεύτηκαν την κατάσταση. Κάποιες, μάλιστα, επιχειρήσεις έφτασαν και στην αισχροκέρδεια. Μέχρι στιγμής οι αυξήσεις των τιμών των προϊόντων είναι λογικές, αλλά για το μέλλον φοβάμαι και τα λέω αυτά, για να είμαστε προετοιμασμένοι», σημειώνει ο κ. Χατζηδημητρίου.
Μέχρι 485% οι αυξήσεις στα ναύλα
Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι απόψεις του προέδρου του Περιφερειακού Συμβουλίου Αττικής και του ΕΒΕΠ, Βασίλη Κορκίδη ο οποίος σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι «οι φόβοι του προηγούμενου διαστήματος για ραγδαία άνοδο του κόστους παραγωγής και μεταφορών επαληθεύτηκαν, με τις πρώτες ανατιμήσεις να καταγράφονται σε μια μεγάλη γκάμα “ταχυκίνητων” καταναλωτικών προϊόντων. Η αυξητική τάση αναμένεται, μάλιστα, να ενταθεί το επόμενο διάστημα, καθώς έχουν δρομολογηθεί σημαντικές ανατιμήσεις που ήδη αποτυπώνονται στα ράφια, πλήττοντας τους καταναλωτές. Οι ανατιμήσεις πηγάζουν κυρίως από το κόστος των πρώτων υλών, λόγω της μειωμένης αποδοτικότητας στις μεγάλες παραγωγικές χώρες, την αύξηση της ζήτησης από την Ασία και τη συρρίκνωση των αποθεμάτων παγκοσμίως. Σημαντικός παράγοντας είναι βεβαίως και η ετήσια αύξηση των ναύλων μεταφοράς container από 350% έως και 485%».
Σημαντικές αυξήσεις και τον Αύγουστο
Σύμφωνα άλλωστε με το Γραφείο Ερευνας Αγοράς IRI και τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, στις τιμές φυτικής και ζωικής παραγωγής και γενικά σε 10 κατηγορίες τροφίμων, καταγράφηκε τον Αύγουστο του 2021 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο του 2020, αύξηση 4,6%. Οπως ανέφερε ο κ. Κορκίδης, «πρώτοι στη λίστα των ανατιμήσεων είναι οι “εισαγόμενοι κωδικοί” βιομηχανικών ειδών, με 9,3%. Εχουμε μεγάλες αυξήσεις στη τιμή του φυσικού αερίου, 80%, του πετρελαίου, 40%, στην ηλεκτρική ενέργεια, 30%, στις πρώτες ύλες, ακόμα και στον καφέ, 60%, ενώ ακολουθούν τα εγχώρια προϊόντα και κυρίως τρόφιμα, όπως αρνί και κατσίκι 13%, οπωροκηπευτικά 8%, νωπά ψάρια 7%, φρούτα 5%, τυριά και λάδι 3%».
Περιορισμένες οι αντοχές
Το ανησυχητικό είναι πως πολλά ακόμη προϊόντα από το «καλάθι της νοικοκυράς» ετοιμάζονται να ακολουθήσουν το «ράλι τιμών», που καταγράφεται εδώ και 20 εβδομάδες, δεδομένου ότι οι αντοχές των προμηθευτών για απορρόφηση του επιπλέον κόστους που υφίστανται είναι περιορισμένες.
Παρά το γεγονός ότι δεν είναι εύκολο, οι επιχειρήσεις από την πλευρά τους προσπαθούν στο μέτρο των δυνατοτήτων τους να συγκρατήσουν τις τιμές και να αποτρέψουν οποιαδήποτε μετακύλιση στον τελικό καταναλωτή, αφού γνωρίζουν ότι οι αυξήσεις θα περιορίσουν τον όγκο πωλήσεών τους.
Υψηλότερες τιμές στο β’ εξάμηνο
«Οι πληθωριστικές πιέσεις θα είναι υψηλότερες το δεύτερο εξάμηνο του έτους», ανέφερε ο Hugh F. Johnston, επικεφαλής οικονομικός διευθυντής της PepsiCo, στην τελευταία τηλεδιάσκεψη που πραγματοποίησε η εταιρεία με αναλυτές.
«Η αύξηση των τιμών στις πρώτες ύλες θα μας πλήξει το δεύτερο εξάμηνο του έτους, ενώ θα έχει ισχυρότερη επίδραση το 2022», δήλωσε και η Heineken η οποία χαρακτηριστικά σημείωσε: «αναμένουμε σημαντική αύξηση του κόστους το οικονομικό έτος 2022 -από τον Ιούλιο 2021 έως τον Ιούνιο 2022- το οποίο, μαζί με την αύξηση του κόστους μεταφοράς, θα έχει αντίκτυπο 1,9 δισ. δολαρίων μετά τη φορολογία», κάνοντας εκτίμηση για μειωμένο λειτουργικό περιθώριο κέρδους στο β’ εξάμηνο του 2021 συγκριτικά με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα.
Υψηλός πληθωρισμός
Η Nestlé επισήμανε ότι το κόστος πώλησης των προϊόντων της θα αυξηθεί κατά 4% φέτος, ενώ η Danone κατέγραψε πληθωρισμό 7% το πρώτο εξάμηνο του έτους, ο οποίος, σύμφωνα με τον CFO της εταιρείας, Jürgen Esser, θα αυξηθεί μία με δύο μονάδες επιπλέον στο δεύτερο εξάμηνο του έτους, αν και η πίεση στο πρώτο εξάμηνο του έτους έχει ήδη κοστίσει 420 μονάδες στο περιθώριο κέρδους.
Η General Mills, ιδιοκτήτρια εταιρεία των Häagen-Dazs, πρόσθεσε ότι ο πληθωρισμός για την εταιρεία έκλεισε στο 4% το οικονομικό έτος 2021, ενώ θα αυξηθεί περαιτέρω, στο 7%, κατά το 2022, το οποίο ξεκίνησε τον περασμένο Ιούνιο.
Μια άλλη μεγάλη εταιρεία τροφίμων, η ισπανική Ebro Foods, κατέγραψε πέρυσι επιπλέον κόστη 60 εκατ. ευρώ λόγω της αύξησης των πρώτων υλών. «Ο πολύ υψηλός πληθωρισμός των πρώτων υλών και του κόστους των υλικών συσκευασίας το 2021 θα σημαίνει 45 εκατ. ευρώ για το ρύζι και 15 εκατομμύρια ευρώ για τα ζυμαρικά», ανέφερε πρόσφατα η εταιρεία
Στο 60% ο δείκτης εμπορευμάτων
Ο δείκτης τιμών εμπορευμάτων Bloomberg βρίσκεται στα επίπεδα των $97, δηλαδή 60% υψηλότερα από τον Μάρτιο του 2020. Ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ αυξήθηκε στο 5,4% τον Ιούλιο, στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 13 ετών, ενώ στη ζώνη του ευρώ έφτασε στο 3% τον Αύγουστο (από 2,2% τον Ιούλιο) το υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας δεκαετίας.
Η αύξηση τροφοδοτήθηκε από το κόστος ενέργειας, αλλά και οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν, ενώ υπήρξαν ασυνήθιστα μεγάλες αυξήσεις και στις τιμές των βιομηχανικών προϊόντων, σύμφωνα με τη Eurostat.
Ειδικότερα, ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή στην Ισπανία αυξήθηκε στο 3,3% σε ετήσια βάση τον Αύγουστο λόγω των τιμών της ενέργειας, η υψηλότερη τιμή σε εννέα χρόνια, ενώ στη Γερμανία είναι 3,4%, το υψηλότερο επίπεδο από το 1993 με τις εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για προσέγγιση του 5% τους επόμενους μήνες.
Δείκτης τιμών εμπορευμάτων Bloomberg
Πληθωρισμός στις ΗΠΑ
Οι ευρωπαϊκές χώρες με τον υψηλότερο πληθωρισμό (Αύγουστος 2021)
- Εσθονία: 5%
- Λιθουανία: 4,9%
- Βέλγιο: 4,7%
- Λετονία: 3,6%
- Λουξεμβούργο: 3,5%
- Γερμανία: 3,4%
- Ισπανία: 3,3%
- Κύπρος: 3,3%
- Σλοβακία: 3,3%
- Ιρλανδία: 3,1%
- Αυστρία: 3,1%
- ΕΥΡΩΖΩΝΗ: 3,0%
- Ολλανδία: 2,7%
- Ιταλία: 2,6%
- Γαλλία: 2,4%
- Σλοβενία: 2,1%
- Φινλανδία: 1,8%
- Πορτογαλία: 1,3%
- Ελλάδα: 1,2%
- Μάλτα: 0,3%
Πληθωρισμός στην ευρωζώνη
Υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες (Ιούλιος 2021)
- Ουγγαρία: 4,7%
- Πολωνία: 4,7%
- Ρουμανία: 3,8%
- Ισλανδία: 3,7%
- Νορβηγία: 3,3%
- Σερβία: 3,1%
- Β. Μακεδονία: 2,8%
- Κροατία: 2,7%
- Τσεχία: 2,7%
- Βουλγαρία: 2,2%
- Σουηδία: 1,8%
- Δανία: 1,7%
Μειωμένα περιθώρια κέρδους
«Οι τιμές των πρώτων υλών στον τομέα των τροφίμων και ποτών θα συνεχίσουν να αυξάνονται το δεύτερο εξάμηνο του 2021 με την κλιμάκωση να καταγράφεται στο πρώτο εξάμηνο του έτους. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με την απότομη αύξηση του κόστους μεταφοράς (κυρίως από την Ασία προς την Ευρώπη και τις ΗΠΑ) και την επιστροφή του ανταγωνισμού σε επίπεδα προ πανδημίας, θα οδηγήσει σε μείωση των περιθωρίων κέρδους στη βιομηχανία το 2021», υπογράμμισε η Transy Rodríguez, audit partner της EY στον τομέα των καταναλωτικών αγαθών και διανομής.
«Υπάρχει μια ζήτηση άνω του μέσου όρου που αύξησε τις τιμές, αλλά υπάρχει επίσης και μία σπέκουλα που αφορά τις πρώτες ύλες, με το κόστος αποστολής εμπορευματοκιβωτίων να έχει διπλασιαστεί μέσα σε ενάμιση μήνα. Σε αυτό το πλαίσιο, οι πληθωριστικές πιέσεις θα αυξηθούν το δεύτερο εξάμηνο του έτους και είναι αδύνατο να προβλεφθεί πόσο θα διαρκέσει. Η Κίνα εξάγει πληθωρισμό για πρώτη φορά», λέει ο Fernando López de los Mozos, partner της Roland Berger και ειδικός στον τομέα καταναλωτικών αγαθών.
Ορισμένες μεγάλες βιομηχανίες έχουν ήδη πάρει μια σειρά μέτρων για να προστατευθούν από τον πληθωρισμό. Αλλες προσπαθούν να γίνουν πιο αποτελεσματικές σε παραγωγικό επίπεδο (η PepsiCo έχει ανακοινώσει σχέδιο μείωσης των δαπανών κατά $1δισ. έως το 2026), ενώ άλλες έχουν προχωρήσει σε αλλαγές στην αλυσίδα εφοδιασμού ή χρησιμοποιούν χρηματοοικονομικά παράγωγα για προστασία έναντι νέων αυξήσεων (π.χ. Coca-Cola ή General Mills).
Το δίλημμα
Ωστόσο, το μεγάλο ερώτημα που όλες οι εταιρείες θέτουν τώρα, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, είναι εάν πρέπει να εφαρμοστούν ή όχι αυξήσεις τιμών.
«Το δίλημμα για τις εταιρείες είναι σε ποιο βαθμό η αύξηση των πρώτων υλών μπορεί να μετακυλιστεί στον καταναλωτή ως προς την τελική τιμή. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η αύξηση της τιμής και η διατήρηση του περιθωρίου κέρδους αποτελεί την καλύτερη επιλογή, αλλά σε άλλες ο καταναλωτής δεν είναι πρόθυμος να πληρώσει περισσότερα χρήματα μέσα σε αυτό το περιβάλλον, οπότε κρίνεται καλύτερο να μειωθούν τα περιθώρια και να εξασφαλιστεί η ζήτηση», αναφέρουν οι Guillermo Sagnier και Oroel Praena της Simon-Kucher, ενώ προσθέτουν: «η πρόκληση αφορά και τα private labels προϊόντα, καθώς η αύξηση των πρώτων υλών έχει ισχυρό αντίκτυπο σε αυτά. Σε έναν κλάδο με στενά επιχειρηματικά περιθώρια, κάθε απόφαση είναι λεπτή».
«Πιστεύουμε ότι αξίζετε να πληρώσετε λίγο περισσότερα για τα προϊόντα μας», δήλωσε ο CFO της PepsiCo στην πρόσφατη τηλεδιάσκεψη με αναλυτές. «Αυξήσαμε τις τιμές ως απάντηση στον πληθωρισμό», ανέφερε η Unilever στα τελευταία της αποτελέσματα, ενώ και η Nestlé παραδέχτηκε ότι «έχουμε ήδη αυξήσει σημαντικά τις τιμές τα τελευταία τρία τρίμηνα».
Ποιος θα πληρώσει το πάρτι;
«Το… πάρτι στις τιμές θα πληρωθεί από τον καταναλωτή ή τον παραγωγό και όχι από τον retailer. Θα υπάρξει μέρος των αυξήσεων στις τιμές που θα μετακυλιστούν στους καταναλωτές και άλλο μέρος που θα το αναλάβουν οι προμηθευτές», καταλήγει ο Fernando López de los Mozos.
Πηγές: Ethnos.gr, Imerisia.gr, Enikos, Liberal.gr, Ελεύθερος Τύπος