Είναι πραγματικότητα ότι η ενημέρωση για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και οι ενδεχόμενες διμερείς συναντήσεις έρχονται από την Τουρκία και δυστυχώς για την ελληνική πλευρά δεν έχουν διαψευστεί σχεδόν ποτέ.
Από την άλλη συστηματικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης απέφευγε να συναντήσει πρόσωπο με πρόσωπο τον Τούρκο Πρόεδρο Recep Tayyip Erdogan.
Αυτό συνέβαινε συνεχώς από τον Μάρτιο του 2020, όταν και είχε συζητηθεί συνάντηση τους με την μεσολάβηση του Βούλγαρου Πρωθυπουργού Boyko Borissov.
Μόνη εξαίρεση η συνάντηση των δυο ανδρών στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, όπου και ήταν η μοναδική συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, όταν ο Erdogan είχε συναντήσει το σύνολο των ηγετών της Συμμαχίας.
Όλο αυτό το διάστημα ούτε καν τηλέφωνο δεν δεχόταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης να σηκώσει για να μιλήσει στον Erdogan, παρότι υπήρχε η διάθεση από την Τουρκία και έγιναν οι κατάλληλες κινήσεις.
Μόνο όταν ο κίνδυνος από μια ενδεχόμενη νέα προσφυγική κρίση χτύπησε καμπανάκια στην Ελληνική κυβέρνηση, σήκωσε ο Πρωθυπουργός το τηλέφωνο για να συνομιλήσει μαζί του.
Η ανακοίνωση συνάντησης με τον Έλληνα Πρωθυπουργό στο περιθώριο της 76ης Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη από τα χείλη του Τούρκου Προέδρου έφερε σε αμηχανία την ελληνική πλευρά.
Μέσα σε τρεις μέρες υπήρξαν άπειρες αυτοδιαψεύσεις της κυβέρνησης για την συνάντηση. Δεν θα συναντηθούμε, είπε ο Μητσοτάκης από τη ΔΕΘ, δεν έχουμε ζητήσει συνάντηση ειπώθηκε με διαρροές από το Μαξίμου, αν μας ζητηθεί θα το δούμε, ίσως να γίνει αν αλλάξει το πρόγραμμα του, ήταν μερικές από τις απαντήσεις που δόθηκαν.
Αυτή η φοβία του Μαξίμου να προαναγγείλει μια συνάντηση του Πρωθυπουργού με τον Τούρκο Πρόεδρο, υποδηλώνει την αμηχανία και την έλλειψη πλάνου για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Μπορεί όμως να είναι και μια προσπάθεια υλοποίησης ενός σχεδιασμού που δεν χρειάζεται οι πολίτες να έχουν γνώση υπό το φόβο των αντιδράσεων.
Από την τουρκική πλευρά, έχει διαταραχτεί η εμπιστοσύνη προς την Κυβέρνηση Μητσοτάκη με την αλλοπρόσαλλη ρητορική και τη διγλωσσία που ακολουθείται από την ελληνική πλευρά. Αυτό τουλάχιστον μου ειπώθηκε δις από ανώτατους Τούρκους αξιωματούχους κάνοντας σύγκριση με προηγούμενες κυβερνήσεις.
Η υπεροχή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής σε σύγκριση με την σημερινή ελληνική είναι πασιφανής. Καμιά απομόνωση της Τουρκίας στη διεθνή πολιτική σκηνή, ενώ περνάει αδιάφορη η ελληνική στη διεθνή κοινότητα.
Οι διαρροές από το Μαξίμου ότι ο Erdogan πάει με την ταμπέλα του «παραβάτη του Διεθνούς Δικαίου» και του «ταραξία της Ανατολικής Μεσογείου» στην Νέα Υόρκη μόνο γέλιο προκαλούν σε όσους γνωρίζουν τι πραγματικά συμβαίνει.
Αν αναλογιστεί κανείς ότι οι επαφές του Κυριάκου Μητσοτάκη στις ΗΠΑ θα είναι ο ΓΓ του ΟΗΕ και του Δένδια κάποιοι δευτεροτρίτοι ΥΠΕΞ, καταλαβαίνει κανείς ποιος είναι εκτός τόπου και χρόνου.
Η εξωτερική πολιτική δεν γράφεται στα εγχώρια ταμπλόιντ, αλλά στο πεδίο των επαφών και του επιπέδου αυτών. Και σ’ αυτόν τον τομέα η Ελλάδα υστερεί και η αποφυγή συναντήσεων έχει σαν αποτέλεσμα μεγαλύτερη απομόνωση και φυσικά αδυναμία καθορισμού της πραγματικής ατζέντας στη διεθνή σκηνή.