“Είδα το παλιό να πλησιάζει, μα ερχόταν σα νέο. Σερνόταν πάνω σε καινούργια δεκανίκια που κανένας δεν είχε ξαναδεί και βρομούσε νέες μυρωδιές σαπίλας που κανείς δεν είχε πριν ξαναμυρίσει”, έλεγε ο Μπέρτολ Μπρέχτ. Αυτό που βλέπουμε να έρχεται πίσω από τα κάγκελα του ΕΠΑΛ Σταυρούπολης είναι το παλιό με “νέες μυρωδιές σαπίλας”, μόλις ένα χρόνο από την μεγάλη νίκη της Δημοκρατίας με την καταδίκη των νεοναζί της Χρυσής Αυγής.
Η Μάγδα Φύσσα είπε πει τότε πως ο πόλεμος με την φασισμό δεν τελείωσε και το τόνισε ξανά πριν λίγο καιρό στην επέτειο της δολοφονίας τους Παύλου. Ελάχιστοι την άκουσαν.
Κάτι “μπρεχτικό” είχε επισημάνει πριν τρία χρόνια ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του πανεπιστημίου Μακεδονία Νίκος Μαραντζίδης. Λίγο καιρό μετά τη δολοφονική επίθεση ακροδεξιών στον πρώην δήμαρχο της πόλης Γιάννη Μπουτάρη.
“...η βαθιά Θεσσαλονίκη θέλει να κλαψουρίζει μόνο για τα ελληνικά σύμβολα της και τους νεκρούς που αναγνωρίζει για δικούς της. Αυτή να παριστάνει πάντα και μόνο το θύμα, ποτέ τον θύτη. Αυτή η βαθιά Θεσσαλονίκη για αυτό μισεί τον Μπουτάρη, γιατί δεν την αφήνει ήσυχη να βολεύεται στο θυματοποιημένο ναρκισσισμό και στα ψέματα της…Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη στην οποία κάνει ό,τι θέλει το κατηχητικό και οι παρεκκλησιαστικές οργανώσεις. Βρωμοκοπάει ακόμη στρατώνες και χωροφυλακή, είχε πει ο δικός μας ο Νίκος Παπάζογλου πριν καμιά δεκαριά χρόνια σε μια συνέντευξη. Αυτή η Θεσσαλονίκη, λοιπόν, του κατηχητικού και των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων βρωμοκοπάει μια σάπια ιστορία καλά κρυμμένη στο σκοτεινό κελάρι, κρυμμένη όχι για να πεθάνει, αλλά για να συνεχίσει να υπάρχει ανάμεσα μας, έστω και ως ζόμπι, για να μας στοιχειώνει.”.
“Βρωμοκοπάει μια σάπια ιστορία καλά κρυμμένη στο σκοτεινό κελάρι, όχι για να πεθάνει αλλά για να συνεχίζει να υπάρχει ανάμεσά μας, έστω και ως ζόμπι για να μας στοιχειώνει”. Λάθος;
Δεν είναι φυσικά μόνο η “βαθιά Θεσσαλονίκη”. Το “βαθύ” και σκοτεινό υπάρχει τριγύρω και εμφανίζεται με εκφάνσεις συχνά “αθώες” που δεν τυγχάνουν της προσοχής μας αλλά υποδόρια κυλάει στις φλέβες μας. Υπάρχει κι αλλού. Από τους “Μακεδονομάχους”, μέχρι τους “αυτόχθονες ιθαγενείς” αντιεμβολιαστές συνωμοσιολόγους.
Εκείνο που τρέφει και συντηρεί το τέρας είναι η ανοχή μας και η επιμονή ορισμένων αντί να καταδικάζουν το “βαθύ” να το αντισταθμίζουν και να το εξημερώνουν με τη γνωστή θεωρία των δύο άκρων. Είναι, πράγματι, “άκρο” οι αντιφασίστες και οι μαθητές και φοιτητές της ΚΝΕ που ως επί το πλείστον ήταν έξω από το σχολείο της Σταυρούπολης; Αντισταθμίζουν τους ναζιστικούς χαιρετισμούς των εισβολέων στη σχολική ζωή, τις σιδερογροθιές και τις μολότοφ;
Κάποιοι κυβερνώντες και αρκετοί δημοσιολογούντες υιοθετούν ξανά την εξοικείωση με την φασιστική άβυσσο, η οποία παρέμεινε εκεί έξω να γλείφει τις πληγές της μετά την φυλάκιση της εγκληματικής οργάνωσης και να αναζητά νέα πεδία σύγκρουσης. Στη Σταυρούπολη μπήκε στο σχολείο, αύριο, πιθανώς, και σε άλλα σχολεία και μεθαύριο θα διεκδικήσει άμβωνες ημιεπίσημους ακόμα και “θεσμικούς”.
Υ.Γ Στράτος Σιμόπουλος, βουλευτής Θεσσαλονίκης της Ν.Δ: “Η δράση αυτή της αριστεράς γεννά την αντίδραση της άλλης πλευράς. Αυτό ζούμε στη Σταυρούπολη με κάποια κακοποιά στοιχεία που ενδεδυμένα με ιδεολογικό μανδύα κατέλαβαν το σχολείο…”