Προσβλέποντας και ευχόμενοι όλοι πως η Φώφη Γεννηματά θα κερδίσει κι αυτή τη μάχη για την υγεία της και θα επιστρέψει στην κεντρική πολιτική σκηνή δεν μπορεί να παραβλεφθεί πως η εξ ανάγκης απόφασή της να αποσυρθεί από την κούρσα εκλογής νέας ηγεσίας στο ΚΙΝ.ΑΛ δημιουργεί νέα πολιτικά δεδομένα και ανατρέπει συσχετισμούς. Όχι μόνο στο μικρό αυτό κόμμα με την μεγάλη ιστορική παρακαταθήκη αλλά και ευρύτερα στο πολιτικό σύστημα.
Η θέση που κατέχει το διάδοχο σχήμα του ηττημένου (αλλά ζωντανού) ΠΑΣΟΚ στο πολιτικό φάσμα είναι, άλλωστε, τέτοια που του προσδίδει ρυθμιστικό ρόλο στο νέο διπολισμό, ιδιαίτερα ενόψει της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης που θα διεξαχθεί με απλή αναλογική.
Τι μπορεί να συμβεί εφεξής χωρίς τη Φώφη; Το ερώτημα πλανάται από αργά το βράδυ της Τρίτης σε πολιτικά και δημοσιογραφικά γραφεία. Η κόρη του αείμνηστου Γιώργου Γεννηματά -που κατόρθωσε να εκπροσωπήσει επάξια την “γεννηματική” παράδοση και την τάση εκείνη που παλαιότερα ήταν σχεδόν πάντοτε καταλύτης στις εσωτερικές διεργασίες- έγινε στο διάβα του πολιτικού χρόνου Φώφη Γεννηματά και τα τελευταία χρόνια σκέτο Φώφη. Κέρδισε άξια την συμπάθεια, την αποδοχή και τον σεβασμό ακόμα και των πολιτικών αντιπάλων της.
Είναι μια πολιτική προσωπικότητα που παρότι ηγείται ενός κόμματος που στις τελευταίες εκλογές έλαβε περίπου 8% φαίνεται να εκπροσωπεί κάτι (σχεδόν μεταφυσικά) πολύ μεγαλύτερο και να κερδίζει την προσοχή των μεγάλων παικτών της πολιτικής σκακιέρας.
Με την δήλωση αποχώρησης από την μάχη της ηγεσίας κατέστησε σαφές πως ενώ θα παλεύει με την αρρώστια θα παραμένει ενεργή εξ αποστάσεως και θα εγγυηθεί την αξιοπιστία της μετάβασης. «Ως Πρόεδρος μέχρι την ανάδειξη νέας ηγεσίας αλλά και ως βουλευτής μετά, προτεραιότητα μου παραμένει η ενότητα και η προοπτική της παράταξης», ανέφερε χαρακτηριστικά. Όπερ εστί μεθερμηνευόμενο: πρώτον, η διαδικασία εκλογής νέας ηγεσίας θα διεξαχθεί κανονικά -πιθανώς και να επισπευσθεί για να συντομεύσει το χρονικό διάστημα του κενού εξουσίας-, και δεύτερον, δεν προτίθεται να επιτρέψει αποκλίσεις από το ζητούμενο της “ενότητας και της προοπτικής”.
Αφενός, δηλαδή, επισημαίνει υποδόρια τον κίνδυνο διασπαστικών κινήσεων (από ποιούς;), αφετέρου επιθυμεί να προστατεύσει την πολιτική προοπτική του ΚΙΝ.ΑΛ, πιθανότατα και τις όποιες συνεργασίες αποφασιστούν στο μέλλον.
Νίκος Ανδρουλάκης, Ανδρέας Λοβέρδος και Χάρης Καστανίδης θα βρεθούν στην αφετηρία της διαδικασίας διαδοχής, χωρίς να αποκλείεται κάποια έκπληξη της τελευταίας στιγμής υπό τα νέα δεδομένα. Ήδη ακούγονται σενάρια για υποψηφιότητα των “προεδρικών”, ή επιστροφή του Γιώργου Παπανδρέου. Δύσκολο να συμβούν.
Ο εκ Θεσσαλονίκης υποψήφιος θεωρείται αουτσάϊντερ με ελάχιστες πιθανότητες να περάσει στον δεύτερο γύρο, παρότι μπορεί να ισχυριστεί κανείς πως είναι πιο κοντά στην παπανδρεϊκή παράδοση του κινήματος, ίσως και πλησιέστερα πολιτικά στο προφίλ της Γεννηματά. Οι περισσότεροι τον έχουν “ξεγραμμένο”, άλλοι πάλι θυμίζουν πως και στη Ν.Δ το 2016 κανείς δεν υπολόγιζε τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Υπό κανονικές συνθήκες θα αναμετρηθούν, πάντως, οι δύο πρώτοι σε μια εκλογική μάχη δύο γύρων. Ο Κρητικός ευρωβουλευτής είναι άνθρωπος των μηχανισμών και της κομματικής βάσης, δημοφιλής και “νέο αίμα” (αν και παλιός), καθώς και εκφραστής της κεντροαριστερής τάσης, αν και έχει αποδείξει πως μπορεί εύκολα να ελιχθεί από το αντιδεξιό πρόσημο έως το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Ο Πατρινός καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου έχει ταυτιστεί με το σενάριο σύνδεσης του ΚΙΝ.ΑΛ με το κυβερνών κόμμα, αν και ο ίδιος έχει χρεώσει τις κακόβουλες και συκοφαντικές, όπως λέει, φήμες σε συνεργάτες της Φώφης Γεννηματά.
Αμέσως μετά την εκλογή, όποιος κι αν είναι ο νέος πρόεδρος είναι βέβαιο πως θα εγγυηθεί την αυτονομία του ΚΙΝ.ΑΛ στην πορεία προς τις ευρωεκλογές. Κάτι τέτοιο αποτελεί όρο επιβίωσης. Από την άλλη, όμως, η εσωτερική αναστάτωση θα ξεκινήσει και οι τάσεις θα είναι έτοιμες να κινηθούν εάν αντιληφθούν πως δρομολογούνται κινήσεις προσχώρησης στην μία ή την άλλη πλευρά. Είναι αλήθεια πως η Φώφη Γεννηματά θα μπορούσε να συσπειρώσει καλύτερα την κομματική βάση και το στελεχικό προσωπικό ώστε να μην ξυπνήσει ο ο εφιάλτης της διάσπασης. Με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο αυτή η πιθανότητα είναι υπαρκτή όσο κι αν ξορκίζεται απ΄ όλους.
Είναι επίσης βέβαιο πως με οιονδήποτε από τους τρεις -ή κάποιον άλλον- οι ισορροπίες στο πολιτικό σκηνικό αλλάζουν. Για παράδειγμα, με την Φώφη, το ΚΙΝ.ΑΛ συναίνεσε στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την εξεταστική επιτροπή σχετικά με τη λίστα Πέτσα και την Opinion Poll. Θα συνέβαινε σίγουρα το ίδιο με πρόεδρο τον Λοβέρδο, ή τον Ανδρουλάκη;
Θεωρητικά για το Μέγαρο Μαξίμου που έχει θέσει κυνικά το δίλημμα της αυτοδυναμίας στις επόμενες (διπλές) εκλογές οι εξελίξεις στο ΚΙΝ.ΑΛ δεν είναι πρωτεύον ζήτημα. Λάθος. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν αδιαφορεί σχετικά με το εάν θα έχει μια φιλική προς τον ίδιο ηγεσία σε αυτό το κόμμα, όπως και σχετικά με το εάν ο νέος πρόεδρος ξυπνήσει τα αντιδεξιά αντανακλαστικά του πασοκικού χώρου και κρατήσει ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας με τον ΣΥΡΙΖΑ. Ένας δυνητικός σύμμαχος ή και κυβερνητικός εταίρος στη Χαριλάου Τρικούπη δεν είναι κάτι που το αφήνεις στον πολιτικό αντίπαλο ακόμα κι αν επιδιώκεις την αυτοδυναμία.
Από την άλλη ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί να δει ή να αναζωογονείται το σενάριο περί προοδευτικής διακυβέρνησης, ή να καταρρέει. Κάθε νόμισμα, όμως, έχει δύο όψεις. Μια φίλα προσκείμενη στην κυβέρνηση ηγεσία στο ΚΙΝ.ΑΛ (έστω και ως υποψία) ίσως απελευθερώσει κεντροαριστερές δυνάμεις που θα μπορούσαν να προτιμήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ. Ιδιαίτερα εάν κάποιες προσωπικότητες του χώρου κάνουν το σχετικό νεύμα. Σαφώς, όμως, είτε με Ανδρουλάκη, είτε (ακόμα περισσότερο) με Λοβέρδο το πρόταγμα για προοδευτική διακυβέρνηση δείχνει να εξασθενεί.
Όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια, ωστόσο, ο Θεός γελάει. Κι αυτό αφορά και τους δυο μεγάλους παίκτες.