Δεν είναι τελικά η οξεία και συχνά δηλητηριώδης αντιπαράθεση μεταξύ των κομμάτων. Πορευτήκαμε με αυτά και με άλλα χειρότερα επί δεκαετίες. Προοδεύαμε κατά κάποιον τρόπο μέσα στην πολιτική λάσπη, χτίζαμε γέφυρες, αυτοκινητόδρομους και προσδοκίες ισχύος την ώρα που η ύβρις γινόταν κοινοβουλευτική δεξιοτεχνία και τηλεοπτική καθημερινότητα.
Είναι κάτι περισσότερο και βαθύτερο. Είναι που αυτός ο λόγος έγινε διάπλατα δημόσιος και ασύδοτος, διαπέρασε το κοινωνικό δέρμα και κυλάει τοξικός στις φλέβες. Μετατρέπει ανθρώπους από πολίτες σε ζόμπι που διψούν για αίμα και αρένα.
Είναι που μοιάζει αυτονόητος και λογικός ο διχασμός μας. Αυτό είναι το πραγματικά τρομακτικό που πολύ δύσκολα ανατάσσεται.
Είναι που οι θεσμοί γίνονται κοστούμια tailor made για τις σκοτεινές σκοπιμότητες σε μια δυστοπία σχεδόν ψυχοπαθολογική. Δολοφονίες χαρακτήρα πριν τις πραγματικές δολοφονίες και ύστερα ένα απέραντο “λαϊκό” δικαστήριο που σπεύδει να απαλλάξει τους δολοφόνους. Κι όταν η Δ(δ)ικαιοσύνη δικαιώνει αναγορεύεται ως περιούσια, βαφτίζεται “ανεξάρτητη”. Όταν δεν συμβαίνει αυτό, την προσπερνούμε.
Σκοτώνουμε την κριτική και τους κριτικούς. Δηλητηριάζουμε την κρίση μας.
Είναι πολύ δύσκολοι καιροί, βουβοί και νοσηροί περισσότερο από τις πανδημίες. Ίσως διότι γίναμε δήμιοι των εαυτών μας.
Και, τελικά, στην αρένα οι μονομάχοι περιμένουν τις επευφημίες της αδηφάγου κερκίδας και να πάρει θέση προς το έδαφος ο αντίχειρας του αυτοκράτορα για να προβούν στην τελευταία θηριωδία. Αυτή που θα φέρει τους πιο ξέφρενους αλλαλαγμούς. Αλληλοτροφοδοτούνται, άλλωστε, κερκίδες και μονομάχοι…
Καληνύχτα…