Η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών αποφασίζει, σύμφωνα με πληροφορίες, την επέκταση του εμβολιασμού με τρίτη δόση και σε άτομα κάτω των 50 ετών, ενώ από την Παρασκευή, όσοι έχουν λάβει το μονοδοσικό της Johnson & Johnson θα μπορούν να κλείσουν ραντεβού για αναμνηστική δόση.
Οπως ανέφερε η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών Μαρία Θεοδωρίδου, πρόσφατη μελέτη του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, που δημοσιεύθηκε στο Lancet και βασίστηκε σε δεδομένα από το Ισραήλ, κατέδειξε ότι όσοι είχαν εμβολιαστεί με 3η δόση είχαν 93% μικρότερη πιθανότητα νοσηλείας, 92% μικρότερο κίνδυνο σοβαρής COVID-19 και 81% μικρότερο κίνδυνο θανάτου από τη νόσο σε σχέση με αυτούς που είχαν κάνει δύο δόσεις του εμβολίου. Σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας Μάριο Θεμιστοκλέους, έως και χθες πλήρως εμβολιασμένοι ήταν το 60,8% του γενικού πληθυσμού. Για την αύξηση των εμβολιασμών η κυβέρνηση έχει αποφασίσει την αποστολή υπενθυμιστικών sms σε ανεμβολίαστους, η οποία αναμένεται να ξεκινήσει το επόμενο διάστημα.
Ο γ.γ του υπουργείου Υγείας ανακοίνωσε πως έως σήμερα έχουν εμβολιαστεί με την τρίτη δόση 355.000 άτομα, ενώ δικαιούνται να εμβολιαστούν “αναμνηστικά” (βάσει των ηλικιακών και άλλων κατηγοριών που έχουν την σχετική προτεραιότητα) περίπου 1.5 εκατ πολίτες.
Η κ. Θεοδωρίδου επικαλέστηκε μία μελέτη που αφορά το Ισραήλ, χώρα case study καθώς πρωταγωνίστησε στους εμβολιασμούς. Εκείνο, ωστόσο, που δεν έχει διευκρινιστεί από τους επιστήμονες είναι γιατί αυτή η χώρα, παρά το εξαιρετικά υψηλό ποσοστό εμβολιασμών, αντιμετωπίζει από τον Αύγουστο ένα νέο ισχυρό κύμα της πανδημίας με περίπου 8.500 ενεργά κρούσματα και 219 διασωληνωμένους (χθεσινά στοιχεία). Η Ελλάδα, αντιστοίχως και σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, έχει περίπου 43.000 ενεργά κρούσματα (active cases) και 420 διασωληνωμένους. Στα τέλη Αυγούστου η πανδημία στο Ισραήλ “έτρεχε” με περίπου 10.000 νέα κρούσματα ημερησίως. Κάτι, λοιπόν, δεν πήγε καλά και ως εκ τούτου η επίκληση μιας επιστημονικής μελέτης για τα στοιχεία που την αφορούν δεν είναι αρκετή. Η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμού οφείλει να πει και να εξηγήσει περισσότερα.
Διαμορφώνεται, ωστόσο, μια νέα κατάσταση.
Το 60,8% του γενικού πληθυσμού έχει εμβολιαστεί με μία (J&J) ή δύο δόσεις. Το περίπου 40% δεν έχει εμβολιαστεί καθόλου. Και περίπου το 20% από εκείνους που δικαιούνται την τρίτη δόση την έχουν κάνει μέχρι στιγμής.
Η κυβέρνηση ποντάρει στην επιτάχυνση του εμβολιασμού με αυτή την τρίτη δόση, ενώ την ίδια ώρα προσπαθεί να πείσει περίπου 650.000 συμπολίτες μας άνω των 60 ετών που δεν έχουν εμβολιαστεί καθόλου, κι αυτό διότι πρόκειται για ηλικιακή ομάδα που μπορεί να νοσήσει ευκολότερα και, ως εκ τούτου, να επιβαρύνει το ΕΣΥ.
Ο πρώην υπουργός και τομεάρχης του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Φίλης, μάλιστα, προχώρησε σε μία ρηξικέλευθη πρόταση (άρθρο του στην “Εφ.Συν”) καλώντας σε πανστρατιά για την τρίτη δόση: να μην ισχύει το πιστοποιητικό εμβολιασμού για εκείνους που δεν θα προέλθουν για το τρίτο “τσίμπημα” ένα μήνα μετά την παρέλευση του εξαμήνου από την δεύτερη δόση.
Ο προσανατολισμός προς την τρίτη δόση, ωστόσο, αποτελεί και την έμμεση ομολογία της (μερικής) αποτυχία του εμβολιαστικού εγχειρήματος. Οι ίδιοι οι επιστήμονες έλεγαν προ διμήνου πως η έναρξη των εμβολιασμών για ηλικίες άνω των 15 ετών αλλά, πλέον, και για μικρότερες ηλικίες κρίθηκε αναγκαία για να καλυφθεί το κενό ανοσίας που αφήνει η απροθυμία των άνω των 60 ετών! Τώρα, η τρίτη δόση κρίνεται αναγκαία διότι τα επίπεδα ανοσίας όσων έκαναν τις δύο πρώτες δόσεις (ή το μονοδοσικό) μειώνονται σημαντικά, άρα ο γενικός πληθυσμός γίνεται ευάλωτος απέναντι στις μεταλλάξεις της πανδημίας.
Δεν είναι ελληνικό φαινόμενο η τρίτη δόση, είναι, όμως, ελληνικό φαινόμενο το γεγονός πως εφεξής θα έχουμε τρεις κατηγορίες πληθυσμού: Τους πλήρως εμβολιασμένους (60,8%), τους ανεμβολίαστους που συνεχίζουν να μην πείθονται και συγκροτούν ένα σκληρό πυρήνα αντιεμβολιαστών μέσα στον πυρήνα των γενικώς απρόθυμων (39,2% του γενικού πληθυσμού) και τους απρόθυμους άνω των 60 να προσέλθουν για την τρίτη δόση. Το κύμα απροθυμίας για την τρίτη δόση είναι, δυστυχώς, ισχυρό ακόμα και μεταξύ εκείνων που έσπευσαν να εμβολιαστούν κανονικά.
Είναι προφανές πως τόσο η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών και οι ειδικοί της επιτροπής του υπ. Υγείας, όσο και η ηγεσία του υπουργείου και η κυβέρνηση εν γένει δεν έχουν πείσει ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού που δεν είναι ομοιογενές και άρα μονοσήμαντα διαχειρίσιμο. Και είναι επίσης προφανές πως οι απειλές περί υποχρεωτικότητας το προηγούμενο διάστημα λειτούργησαν αρνητικά, τα δε sms που στέλνονται σε ανεμβολίαστους μάλλον θα περάσουν αδιάφορα…