H πρόταση κατατέθηκε, στην πιο ριζική της ίσως μορφή, από τον καθηγητή αιματολογίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης Γρηγόρη Γεροτζιάφα: Μαζικός, καθολικός εμβολιασμός (που περιλαμβάνει και τους μαθητές ηλικίας 12 ετών και πάνω) με επέκταση της υποχρεωτικότητας πέραν των υγειονομικών και σε επαγγελματικές κατηγορίες όπου οι πολίτες βρίσκονται εκτεθειμένοι σε κοινωνικές επαφές (εστίαση, αστυνομία, στρατός, ιερείς, δημόσιοι υπάλληλοι, υπηρεσίες καθαριότητας, υπάλληλοι super market,κλπ).
Η απάντηση ήρθε, στην πιο σουρεαλιστική της ίσως εκδοχή, από τον υπουργό Εσωτερικών Μάκη Βορίδη: «Είναι προχειρότητα να μιλάμε για υποχρεωτικότητα στους αστυνομικούς. Δεν είναι εύκολο να βρεις αστυνομικούς για να τους αντικαταστήσεις αν πάμε σε αναστολές», δήλωσε στον Σκάι. Και για να δώσει και το στίγμα σοβαρότητας και υπευθυνότητας της κυβέρνησης πρόσθεσε αφενός ότι «δεν είμαστε προχειρατζήδες να κάνουμε ό,τι μας κατέβει στο κεφάλι κάθε τρεις και λίγο» και πως ακόμη κι εάν οι επιδημιολόγοι εισηγηθούν καθολικό lockdown «η κυβέρνηση θα πει όχι».
Κοινώς, στην Ελλάδα των 7.000 και 8.000 κρουσμάτων ημερησίως των 16.500 θανάτων και των φρακαρισμένων ΜΕΘ, έχουμε την πολυτέλεια να εφαρμόζουμε υποχρεωτικό εμβολιασμό και αναστολή εργασίας σε υγειονομικούς αλλά δεν έχουμε την πολυτέλεια να κάνουμε το ίδιο με τους αστυνομικούς. Δεν είναι εύκολο να βρούμε αστυνομικούς αλλά είναι εύκολο να βρούμε γιατρούς. Διότι εικάζεται βασίμως ότι χιλιάδες γιατροί… λιάζονται και πίνουν καφέ σε Σύνταγμα, Ομόνοια και πέριξ. Και διότι, εν πάσει περιπτώσει, κι εάν δεν βρούμε γιατρούς δεν τρέχει και τίποτα – οι ανεμβολίαστοι μπορούν να συνεχίσουν να αυτοεξοντώνονται κατά βούληση (κατά το γνωστό «μη σώσουν») και οι εμβολιασμένοι να δέονται στις ανοιχτές (άνευ μέτρων) εκκλησιές να κρατήσει λίγο ακόμη η ανοσία μήπως και προλάβουν να κάνουν την τρίτη δόση.
Το γεγονός ότι η αναπληρωτής υπουργός Υγείας – και γιατρός – Μίνα Γκάγκα λέει ότι «αναπνευστήρες έχουμε, γιατρούς δεν έχουμε» μάλλον συνιστά συντεχνιακό λαϊκισμό. Και το ότι ζητά να επιστρέψουν άρον άρον οι υγειονομικοί που βρίσκονται σε αναστολή πριν γίνουμε Μπέργκαμο και Ρουμανία, μπορεί και να δείχνει «προχειράτζα».
Διότι εκείνο που προέχει είναι να έχουμε αστυνομικούς. Είμαστε μάλλον η πρώτη χώρα στην Ευρώπη – της βαλκανικής συμπεριλαμβανομένης – που θέτει ως αιχμή του δόρατος στην αντιμετώπιση της πανδημίας την αστυνομία. H πρώτη χώρα η οποία δεν χρειάζεται – κατά το δόγμα Σκέρτσο – «σύστημα Υγείας πολυτελείας» – αλλά χρειάζεται στρατιές αστυνομικών (εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων) να ελέγχει πιστοποιητικά εμβολιασμένων στις ταβερνες.
Θα ήταν γραφικό εάν δεν ήταν τραγικό. Το ακόμη πιο τραγικό είναι πως η θέση Βορίδη εκπορεύεται απ’ ευθείας από το Μαξίμου. Εκεί συνέβη το έτερο παράδοξο. Στην χθεσινή συνάντηση του πρωθυπουργού με τους εκπροσώπους του εμπορικού κόσμου, ο πρόεδρος της ΓΕΣΕΒΕ Γιώργος Καβαθάς βγήκε πιο μπροστά από την κυβέρνηση και πρότεινε ο ίδιος τον υποχρεωτικό εμβολιασμό όλων των εργαζομένων και επαγγελματιών της εστίασης, και όχι μόνον. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης όμως τον γείωσε. Απέκλεισε κατηγορηματικά την υποχρεωτικότητα προβάλλοντας δύο επιχειρήματα – αφενός ότι, όπως είπε, η εμπειρία με τους υγειονομικούς έδειξε πως το μέτρο δεν αυξάνει τα ποσοστά εμβολιασμού και, αφετέρου, επικαλούμενος και εκείνος την αστυνομία. Για την οποία φέρεται να δήλωσε πως δεν έχουμε κανέναν περιθώριο να στερηθούμε τις υπηρεσίες της τώρα που χρειάζεται εντατικοποίηση των ελέγχων για την τήρηση των μέτρων. Είναι, εν ολίγοις, αδιανόητο να στερηθούν οι εμβολιασμένοι το προνόμιο να ελέγχονται, σε κλειστούς χώρους, από αστυνομικούς που σε ποσοστό τουλάχιστον 30% παραμένουν ανεμβολίαστοι.
Το εν λόγω ποσοστό φέρεται να το ανέφερε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός στην σύσκεψη. Εκείνο το οποίο δεν ανέφερε ήταν τα ποσοστά της ψήφου των ενστόλων στις τελευταίες εκλογές – ποσοστά στα οποία, όπως και στην ψήφο της εκκλησιαστικής κοινότητας, είχε συντριπτική υπεροχή η ΝΔ.
Όλα τα υπόλοιπα τα είχε αναφέρει – περίπου προφητικά – προ λίγων μηνών η γερμανική εφημερίδα Der Freitag. Η οποία σημείωνε ότι στην Ελλάδα, εν μέσω πανδημίας, «αντί να ενισχυθεί το σύστημα υγείας, προσλαμβάνονται αστυνομικοί και αυξάνονται οι δαπάνες για εξοπλισμούς». Και έγραφε ακόμη πως «η Ελλάδα καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση στην ΕΕ στην αναλογία αστυνομικών ανά 100.000 κατοίκους, ενώ ταυτόχρονα διαθέτει τους λιγότερους νοσηλευτές»
Ο τίτλος εκείνου του άρθρου ήταν «Παντού αστυνομικοί, πουθενά γιατροί». Γιατί, πάνω απ’ όλα, στην Ελλάδα δεν είμαστε «προχειρατζήδες»…