Δεν την σκότωσε γιατί τον απατούσε, δεν την σκότωσε γιατί την αγαπούσε. Θα την σκότωνε γιατί δεν κατέβασε τα σκουπίδια, γιατί δεν σιδέρωσε τα πουκάμισα, γιατί αγόρασε κάτι για τον εαυτό της χωρίς να τον ρωτήσει, γιατί δεν μαγειρεύει όπως η μαμά του, γιατί έχει καταφέρει περισσότερα από αυτόν, γιατί αντέχει.
Της Μαρίας Μπαλάφα*
Θα την σκότωνε. Θα τις σκότωναν. Και αν όχι τις ίδιες, κάποιες άλλες. Αυτό είναι η έμφυλη βία και οι γυναικοκτονίες. Το θύμα είναι γυναίκα και η αιτία είναι η πατριαρχία.
Υπάρχουν εν βρασμώ εγκλήματα, τα δικάζουν οι ποινικολόγοι. Αλλά πιο πολύ μας ενδιαφέρει τι γίνεται στην κοινωνία. Στις γυναικοκτονίες λοιπόν αυτός που αποφασίζει να σκοτώσει, το έχει σκεφτεί πολλές φορές πριν. Όταν έχει σηκώσει χέρι, όταν έχει κλειδώσει, όταν έχει απειλήσει σωματικά και ψυχολογικά.
Αν μας ενδιαφέρει η αναγνώριση του όρου γυναικοκτονία δεν είναι μόνο επί του αποτελέσματος, επί της ποινής, για τις υποθέσεις που θα φτάσουν σε μια αίθουσα δικαστηρίου, όπου ένας άντρας θα δικάζεται γιατί σκότωσε μια γυναίκα. Μας ενδιαφέρει η αναγνώριση του όρου για όλες εκείνες τις υποθέσεις που δεν πρέπει να φτάσουν σε μια αίθουσα δικαστηρίου. Γιατί η νομική επιστήμη δεν είναι μόνο κατασταλτική επί της ποινής, είναι επιστήμη που παρεμβαίνει με πρόνοιες στην κοινωνική δομή. Ή έστω έτσι πρέπει να είναι.
Αρκεί η αναγνώριση από μόνη της; Αν και θα ήταν μια καλή αρχή, όχι. Για αυτό θέλουμε δομές υποστήριξης και προστασίας. Για αυτό θέλουμε δομές στην παιδεία, ισότητα στην εργασία και όλα τα άλλα.
Ο Μάο έχει υποστηρίξει ότι η επανάσταση κινδυνεύει και από τον θεσμό της οικογένειας. Επιστημονική και τεχνολογική άνθηση, οικονομικές μεγεθύνσεις, κοινωνικά επιτεύγματα και οι κοινωνίες δεν κατάφεραν να απελευθερωθούν από τον πιο αντιδραστικό θεσμό, το καλούπι αναπαραγωγής όλων των στερεότυπων.
Ο σημερινός γυναικοκτόνος επικαλείται την απιστία. Την σεξουαλική απιστία. Και την σεξουαλική απιστία την αναγνωρίζει και κομμάτι της κοινωνίας που σε καμία περίπτωση δεν θα δώσει δικαιολογία στον δολοφόνο. Δεν κάνουμε δουλειά έτσι. Αναγνωρίζω το γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι που επιλέγουν την μονογαμία για πολύ μεγάλα διαστήματα στη ζωή τους ή και για όσο ισχύει το για πάντα τους, αλλά έχω την εκτίμηση πως το μεγαλύτερο μέρος λέει ψέματα γιατί έτσι επιβάλλεται ή λέει ψέματα στον εαυτό του. Θεωρώ πιο κομπλέ αυτούς που δεν το επικαλούνται κρατώντας μια χαρά τις σχέσεις τους στα άλλα πλαίσια και τις υποχρεώσεις.
Πέρα από τον απεγκλωβισμό από το θεσμό της οικογένειας, έχουμε την ανάγκη μιας νέας σεξουαλικής απελευθέρωσης που τελικά για τις γυναίκες έμεινε ημιτελής και περιορίστηκε μόνο στο να επιλέγει η ίδια το σύντροφό της και όταν τον επιλέγει πρέπει να είναι “πιστή”, αλλιώς κινδυνεύει και η ζωή της.
Στις καραντίνες διαβάζω τα βιβλία της κοινωνιολόγου Eva Illouz για τις κατασκευές της ευτυχιοκρατίας εντός του καπιταλισμού, τις συνθήκες που διαμορφώνουν, το στενό εύρος που οριοθετεί το εντός και εκτός πλαισίου, το κυνήγι και τα στερεότυπα. Στο τελευταίο, Το τέλος του έρωτα, έχει εξαιρετικές παρατηρήσεις και απαντήσεις σε πολλά που μας συμβαίνουν και στα έμφυλα.
Όλα τα παραπάνω για τα ποστ στα σόσιαλ και για τις επεξεργασίες, σε πραγματικό χρόνο: αρκετά!!!
*δημοσιογράφος