Ηταν το debate των 6 μείον ενός: Ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν απών, το – εσχάτως λατρεμένο – ΠΑΣΟΚ ήταν πανταχού παρόν, και το πλατό της ΕΡΤ στην Κατεχάκη ήταν πλημμυρισμένο από… συναίσθημα. «Σας αγαπάμε όλους» είπε στους ψηφοφόρους ο Ανδρέας Λοβέρδος, «αγαπώ όλους τους συνυποψηφίους μου» είπε ο Χάρης Καστανίδης, «η Δημοκρατία είναι σαν τον έρωτα» είπε ο Παύλος Χρηστίδης.
Οσοι δεν υπέκυψαν στο σκίρτημα μπορεί και να βαρέθηκαν. Το debate των πέντε υποψηφίων για την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ εκτός από αγάπη είχε και ελαφρά ατονία. Ηταν άνευρο, δεν είχε απάντηση από κανέναν στο κεντρικό και βασικό ερώτημα των μετεκλογικών συνεργασιών, και δεν είχε και σκληρό εσωκομματικό ροκ.
Οι υπόλοιποι δεν γίναμε πολιτικά σοφότεροι, γίναμε όμως κοινωνοί της τακτικής με την οποία οι πέντε διεκδικητές της ηγεσίας θα διανύσουν τα τελευταία μέτρα της κούρσας έως τις κάλπες της Κυριακής (και του πρώτου γύρου).
Ο Νίκος Ανδρουλάκης έπαιξε άμυνα μέχρις εσχάτων –σε βαθμό πλήρους πολιτικής απονεύρωσης. Δεν εκτέθηκε, δεν ανοίχτηκε, δεν απάντησε στα ερωτήματα με «γωνίες», δεν είπε ποτέ με ποιους θα πάει και ποιους θα αφήσει. Επιχείρησε να βγάλει μπροστά την σοσιαλδημοκρατική – ευρωπαϊκή ατζέντα, κατηγόρησε την κυβέρνηση για ατολμία και τον ΣΥΡΙΖΑ για δημαγωγία, ο ίδιος όμως δεν τόλμησε, ή δεν μπόρεσε, να ορίσει νέα κεντροαριστερή ατζέντα. Ισως γιατί τους… αγαπάει κι εκείνος όλους. Και όσους ανέβηκαν στο τρένο του Αλέξη Τσίπρα, και τους άλλους «που ψήφισαν Μητσοτάκη γιατί φοβήθηκαν τον ΣΥΡΙΖΑ». Ισως ακόμη γιατί είναι πολύ σίγουρος για το προβάδισμά του και θέλει να αποφύγει το λάθος. Εξ ου και απέφυγε πάση δυνάμει και την πόλωση, δεν απάντησε ούτε στις προσωπικές αιχμές Λοβέρδου, κι έκανε για κλείσιμο ερώτηση – πάσα στον Χάρη Καστανίδη.
Ο Ανδρέας Λοβέρδος επιχείρησε να παίξει τατυτόχρονα επίθεση και ίσες αποστάσεις. Αλλού του βγήκε, αλλού όχι. Προσπέρασε τον σκόπελο των μετεκλογικών συνεργασιών ομνύοντας στην αναγέννηση του «ισχυρού ΠΑΣΟΚ» – υποσχόμενος, περίπου, ότι θα οδηγήσει το ΚΙΝΑΛ απ’ ευθείας από την ελάσσων αντιπολίτευση στην κραταιά διακυβέρνηση.
Κατήγγειλε την κυβέρνηση για ατολμία στους ποινικούς κώδικες που ο ίδιος… υπερψήφισε εσχάτως κόντρα στην γραμμή του κόμματός του, θύμισε επανειλημμένα ότι έχει «βιογραφικό ενότητας» εκτοξεύοντας βολές κατά του Γιώργου Παπανδρέου, και όταν ο Τάσος Παππάς τον ρώτησε εάν συμφωνεί με την ιστορική θέση του Ανδρέα Παπανδρέου περί συμμαχιών – «η Δεξιά είναι ο ιστορικός αντίπαλός μας, η Αριστερά ο δυνητικός σύμμαχός μας» – πέταξε την μπάλα στην εξέδρα: Μίλησε για τον πολιτικό του αγώνα για τις γυναικοκτονίες και είπε ότι οι μάχες δεν δίνονται με τσιτάτα.
Γενικώς, πρόβαλε πατριωτικό προφίλ και απευθύνθηκε περισσότερο στους ψηφοφόρους του κέντρου και της κεντροδεξιάς παρά της κεντροαριστεράς. Σ’ αυτόν τον κόσμο, λογικά μπορεί και να άρεσε.
Ο Χάρης Καστανίδης ήταν το «παλιό, καλό ΠΑΣΟΚ». Βαθιά πολιτικός – ο πιο πολιτικός λόγος απ’ όλους, ίσως – συγκροτημένος και με καθαρό ιδεολογικό στίγμα, αλλά με μικρές πιθανότητες να ακουστεί στους νέους και τους non voters. Και επιπλέον, βαθιά προσηλωμένος, στην ενότητα – σε βαθμό, που χάρισε την τελευταία ερώτηση που δικαιούτο προς τους ανθυποψηφίους του.
Ο Παύλος Γερουλάνος μπορεί να ήταν και ο πιο οραματικός. Με συμπαγείς θέσεις για αλλαγή του – «βαθιά αρρωστημένου» – πολιτικού συστήματος, με άποψη για την αποσυγκέντρωση της εξουσίας από τα χέρια της ελίτ των λίγων, με καθαρό αίτημα διαφάνειας και λογοδοσίας. Ενδεχομένως σε ένα παιχνίδι εκτός μηχανισμών να είχε περισσότερες πιθανότητες.
Ο Παύλος Χρηστίδης ήταν ο πιο ορμητικός, ενίοτε και ο πιο τολμηρός – κι ο μόνος επίσης που αξιοποίησε την ελεύθερη ερώτηση που δικαιούτο για να «στριμώξει» έναν εκ των ανθυποψηφίων του, τον Ανδρέα Λοβέρδο. Με καθαρό αντιδεξιό στίγμα, με συνεχείς αναφορές στην Φώφη Γεννηματά –ως στίγμα συνέχειας –, απευθύνθηκε κυρίως στους νέους ψηφοφόρους. Εχε όρεξη και δείχνει να έχει μέλλον.
Είναι άγνωστο εάν, και πόσο, θα μετρήσουν όλα αυτά στις κάλπες της Κυριακής. Όπως και το εάν οι όρκοι ενότητας και αγάπης θα παραμείνουν σε ισχύ και μετά την μεθεπόμενη Κυριακή. Προσώρας ισχύει μόνον ότι το ΠΑΣΟΚ είναι ακόμη εδώ. Εστω και ως σκιά ενός παλιού, και μεγάλου πολιτικού love story…