Η απόφαση της κυβέρνησης για υποχρεωτικό εμβολιασμό στους πολίτες άνω των 60 μοιάζει αναγκαία. Δυστυχώς, τα επίσημα στοιχεία επιχειρηματολογούν υπέρ της: 9 στους 10 θανάτους από Covid αφορούν την συγκεκριμένη ηλικιακή κατηγορία, 7 στους 10 ασθενείς στις ΜΕΘ επίσης, ενώ 8 στους 10 που διασωληνώνονται είναι ανεμβολίαστοι. Υπό το κράτος του πανικού που δημιουργεί η ασφυξία του δημοσίου συστήματος υγείας. Παράλληλα, με περίπου 140 ασθενείς να έχουν συνδεθεί με φορητούς αναπνευστήρες και υπό πλημμελείς ιατρικά συνθήκες εκτός των μονάδων εντατικής θεραπείας (που δεν επαρκούν), τα κυβερνητικά επιχειρήματα ενισχύονται.
Η αλήθεια είναι σκληρή. Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε την απόφαση περί υποχρεωτικού εμβολιασμού στους άνω των 60 εξαιτίας της χαμηλής εμβολιαστικής τους κάλυψης και με την βεβαιότητα -όπως επισημαίνουν οι ειδικοί- πως ένας μεγάλος αριθμός ανεμβολίαστων αυτής της κατηγορίας θα μολυνθούν και θα φθάσουν στα νοσοκομεία εκτροχιάζοντας πλήρως το ΕΣΥ. Σε όλη την Ευρώπη -στην χώρα μας ακόμα περισσότερο εξαιτίας της ολιγωρίας- οι υγειονομικές αποφάσεις λαμβάνονται ανάλογα με τον “δείκτη νοσηλείας” και δεν διαθέτουν την απαραίτητη προβλεπτικότητα. Τελούν δε υπό την πίεση της οικονομίας.
Μπροστά στο αδιέξοδο, η κυβερνητική απόφαση θα αντιμετωπίσει την ανεκτικότητα μεγάλου μέρους των πολιτών που έχουν εμβολιασθεί. Το σύστημα του κοινωνικού αυτοματισμού θα λειτουργήσει. Το ερώτημα στο οποίο δεν έχει απαντήσει η κυβέρνηση είναι “γιατί φθάσαμε σε αυτό το αδιέξοδο;”.
Η διαχείριση της πανδημίας ήταν εξαρχής μια πορεία μέσα από σύγχυση, παλινωδίες και αβεβαιότητες. Προ δεκαημέρου ο πρωθυπουργός υπήρξε κατηγορηματικός σχετικά με το θέμα της υποχρεωτικότητας. Την απέρριπτε ηχηρά, επισημαίνοντας, μάλιστα, πως δεν θα λειτουργούσε, τουναντίον θα προκαλούσε αρνητικά αντανακλαστικά.
Ο υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης (πριν μερικές μέρες στην εκπομπή της Νίκης Λυμπεράκη στο Mega) έλεγε -απαντώντας σε σχετική ερώτηση: “Δεν είναι δουλειά της Πολιτείας να τρέχει με μια σύριγγα στο χέρι. Η κουβέντα περί υποχρεωτικότητα πρέπει να συνεκτικά την συνταγματική τάξη”. Στο ίδιο κλίμα και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου απέρριπτε το ενδεχόμενο της υποχρεωτικότητας. Μέχρι που ο υπουργός Επικρατείας (με άρθρο του στην “Καθημερινή” την περασμένη Κυριακή) Άκης Σκέρτσος περιέγραψε την επιχειρηματολογική βάση για την απόφαση που ανακοινώθηκε τελικά χθες.
Όλα τα παραπάνω είναι πρόδηλα μιας σύγχυσης. Η κυβέρνηση κινήθηκε εντός 10ημέρου από την κατηγορηματική απόρριψη της υποχρεωτικότητας στην εφαρμογή της χειρότερης μορφής της, αυτήν του εξαναγκασμού με την επιβολή προστίμων -ίσως εξοντωτικών για έναν μεγάλο αριθμό πολιτών χαμηλών εισοδημάτων με συντάξεις των 300 ευρώ. Να σημειωθεί πως μέσα σε αυτό το 10ήμερο τα επιδημιολογικά δεδομένα δεν άλλαξαν με τόσο δραματικό τρόπο που να επιβάλλει έκτακτες και ακραίες αποφάσεις. Η τάση για τους σκληρούς δείκτες της πανδημίας είναι γνωστή εδώ και καιρό και αποτυπωμένη στις αναλύσεις των ειδικών των πανεπιστημίων Θεσσαλονίκης και Κρήτης. Άρα, γνώριζαν και την πορεία της πανδημίας και την μειωμένη προσέλευση για εμβολιασμό όταν επιχειρηματολούσαν κατά της υποχρεωτικότητας.
Η κυβέρνηση είχε, μάλιστα, άλλη μία χρυσή ευκαιρία: κορυφαία στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης (Δημήτρης Παπαδημούλης, Νίκος Φίλης, Γρηγόρης Γεροτζιάφας) δημοσίως τοποθετήθηκαν υπέρ της εστιασμένης υποχρεωτικότητας στον εμβολιασμό. Απερρίφθησαν μετά πολλών επαίνων οι σχετικές προτάσεις, με εξαίρεση εκείνης του Νίκου Φίλη για υποχρεωτικό εμβολιασμό στην τρίτη δόση (συνδεόμενο με την ισχύ των πιστοποιητικών εμβολιασμού).
“Εδώ που φτάσαμε”, υπήρχε άλλη λύση; Η απορία είναι εύλογη, γι αυτό και πολλοί διστάζουν να απορρίψουν την κυβερνητική απόφαση. Πλαστό το δίλημμα. Αφενός γιατί μια τόσο σοβαρή απόφαση των κυβερνώντων θα έπρεπε να συνδυάζεται με αυτοκριτική και εξηγήσεις σχετικά με το “γιατί φτάσαμε εδώ”, αφετέρου η παταγώδης αποτυχία της προσπάθειας πειθούς θα έπρεπε να ομολογηθεί.
ΑΝΕΜΒΟΛΙΑΣΤΟΙ ΑΝΩ ΤΩΝ 60- ΠΩΣ ΘΑ ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ ΤΟ ΠΡΟΣΤΙΜΟ
Ακόμα κι έτσι, όμως, είναι ακριβές πως δεν υπήρχαν άλλα επιχειρήματα υπέρ του εμβολιασμού των πολιτών άνω των 60; Πιστεύω πως όχι. Ο καθηγητής Δημόσιας Υγείας στο LSE (και εκπρόσωπος της χώρας στους διεθνείς οργανισμούς) Ηλίας Μόσιαλος, για παράδειγμα, μιλώντας στο δελτίο ειδήσεων του Ant1 και τον Νίκο Χατζηνικολάου, διαφώνησε με την επιβολή προστίμου λέγοντας πως η προσπάθεια πειθούς θα έπρεπε να συνδυαστεί με θετικά κίνητρα. Όπως για παράδειγμα, την μείωση της τιμής των φαρμάκων (π.χ κατά 50%) που αγοράζουν οι σχετικά ηλικιωμένοι συμπολίτες μας, ακόμα και η παροχή κάποιου ποσού επιπλέον της σύνταξης που λαμβάνουν.
Τι λέει ο Μόσιαλος; Όπως το καλοκαίρι η κυβέρνηση έδωσε voucher 150 ευρώ στους νέους για να εμβολιαστούν (κάτι που διαφήμισε πως είχε κάποια επιτυχία), έτσι και τώρα θα μπορούσε να κινηθεί ανάλογα. Πως εξηγείται να προσεγγίζει με μπόνους (για αγορές και ταξίδια) τους 20άρηδες και να επιβάλλει πρόστιμο 100 ευρώ μηνιαίως στους 70άρηδες; Συγχυση και αντιφάσεις.
Λινού: Άλλο να βάζεις κίνητρα και άλλο να παρεμβαίνεις στο σώμα του ανθρώπου
Πρόκειται, λοιπόν, για μια δυσεξήγητη απόφαση με αμφίβολη αποτελεσματικότητα, όπως εξηγούσε, άλλωστε, ο ίδιος ο πρωθυπουργός όταν πρόσφατα διατύπωνε επιχειρήματα ΚΑΤΑ της υποχρεωτικότητας. Για να είμαστε δίκαιοι, παρόμοιες παλινωδίες παρατηρούμε και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ωστόσο δεν μπορεί αυτό να αποτελεί άλλοθι. Κι αυτό διότι δεν έχουν εξαντληθεί τα επιχειρήματα πειθούς. Στην Ιταλία για παράδειγμα, ο εμβολιασμός συνδέεται με το Covid-pass και όποιος δεν το έχει δεν μπορεί να κινηθεί πουθενά: ούτε στα καταστήματα, ούτε στην εστίαση, ούτε στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Ανάλογα μέτρα έχουν υιοθετήσει κάποια γερμανικά ομόσπονδα κρατίδια.
Καίριο είναι, βεβαίως, και το ερώτημα εάν το πρόστιμο θα πείσει τελικά εκείνο το κρίσιμο ποσοστό των πολιτών άνω των 60 που δεν έχουν ακόμα εμβολιαστεί. Διότι εάν δεν πεισθούν πολλοί, τι έπεται; Ακόμα πιο μεγάλο πρόστιμο; Η κυβέρνηση -όπως και άλλες ευρωπαϊκές- δεν τολμά να λάβει την μία και καταλυτική απόφαση που αφορά τον υποχρεωτικό και καθολικό εμβολιασμό του πληθυσμού. Η παλαιότερη γνωμάτευση της Επιτροπής Βιοηθικής φαίνεται πως περιγράφει ισχυρά ερείσματα υπέρ μιας τέτοιας επιλογής. Ρωτήθηκε ξανά; Οι συνταγματολόγοι ρωτήθηκαν; Ο καθηγητής Αντώνης Μανιτάκης, για παράδειγμα, δήλωσε πως δεν αντίκειται στο σύνταγμα η χθεσινή κυβερνητική απόφαση. Είναι μάλλον βέβαιο πως θα επιχειρηματολογούσε θετικά και στην περίπτωση του υποχρεωτικού και καθολικού εμβολιασμού. Πρόταση που έχει καταθέσει εδώ και καιρό και ο καθηγητής της Σορβόνης Γρηγόρης Γεροτζιάφας που είναι και επισήμως σύμβουλος του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η κυβέρνηση επέλεξε, ωστόσο, να επιβάλει πρόστιμο υπέρ του εμβολιασμού στους άνω των 60, όταν επιχειρηματολογούσε προ ημερών ( Άκης Σκέρτσος, Τάκης Θεοδωρικάκος) κατά της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού των αστυνομικών.
Ποιος, όμως, απειλεί περισσότερο τη δημόσια υγεία; Ο ανεμβολίαστος 70άρης που κλείνεται (αναγκαστικά) στο σπίτι του, ή ο ανεμβολίαστος αστυνομικός που περιφέρεται ανεμπόδιστα και ελέγχει εμβολιασμένους ή ανεμβολίαστους πολίτες; Οι ανεμβολίαστοι αξιωματικοί που στριμώχνονται σε κοιτώνες στρατοπέδων η πολεμικών πλοίων ή οι ανεμβολίαστοι συνταξιούχοι; Ποιο είναι το ποσοστό εμβολιασμού στην αστυνομία και στις ένοπλες δυνάμεις και ποιο στους άνω των 60; Τα στοιχεία που έχουν δοθεί -ελέγχονται…- αναφέρουν πως στους αστυνομικούς έχει εμβολιαστεί ή έχει νοσήσει περίπου το 80%. Όμως, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ECDC, τουλάχιστον με μία δόση έχει εμβολιαστεί το 75% των 80+ ,το 84% των 70-79, το 82% των 60-69 (υποθέτει κανείς πως τα ποσοστά είναι κατάτι μεγαλύτερα εάν συμπεριλάβουν και όσους έχουν νοσήσει).
Εάν δεν αμφισβητούνται τα παραπάνω στοιχεία προκύπτουν εύλογα αρκετά ερωτήματα.
Εν κατακλείδι, συμφωνούμε οι περισσότεροι πως οι μεγαλύτερες ηλικίες νοσούν βαρύτερα (όχι απαραίτητα ευκολότερα) και χρήζουν νοσοκομειακής περίθαλψης. Επιβαρύνουν, δηλαδή, περισσότερο το ΕΣΥ από τον ανεμβολίαστο αστυνομικό ή ιερέα. Όμως, η επιβολή προστίμου στους μεν και η ανοχή στους δε (στα “διαγγέλματα” Μπαλάσκα ή της μερίδας των “φονταμενταλιστών” της Εκκλησίας) προκαλεί μεγάλες ρωγμές στην κυβερνητική επιχειρηματικότητα και προκαλεί αντανακλαστικά. Ενισχύει ακόμα και τους ακραίους αντιεμβολιαστές που “πιάνονται” από κάθε αντιεπιστημονική ανοησία αλλά και από την σύγχυση και την αδυναμία των κρατών να δώσει απαντήσεις και λύσεις.
Η καθολικότητα του εμβολιασμού με υποχρεωτικότητα θα μπορούσε να είναι η απάντηση στην κρισιμότητα των περοστάσεων που ίσως εκτοξευθεί στα ύψη εάν -ας ευχηθούμε να μην συμβεί- η νέα μετάλλαξη Όμικρον αποδειχθεί όντως πολύ πιο μεταδοτική και, κυρίως, εάν δεν καλύπτεται πλήρως από τα εμβόλια. Η πανδημία δεν ξεφούσκωσε, όπως επιπόλαια διατείνονται ορισμένοι, είναι ακόμα εδώ και ίσως επανέλθει δριμύτερη. Ο εμβολιασμός είναι η βασική λύση (μαζί με τα φάρμακα) και πρέπει να τον προσεγγίσουμε θετικά και με συνεννόηση επιστήμης και πολιτικής, και όχι με πειράματα και παλινωδίες που ενισχύουν την άρνηση.
Υ.Γ Για να είμαστε δίκαιοι, η σύγχυση δεν αφορά μόνο τις κατά διαστήματα παλινωδίες της κυβέρνησης- αν και πρωτίστως εκείνη έχει την (πλήρη) ευθύνη. Αφορά και την αξιωματική αντιπολίτευση που άσκησε, για παράδειγμα, κριτική στα voucher και τώρα ασκεί κριτική στο πρόστιμο και ζητά θετικά οικονομικά κίνητρα, γεγονός που αποτελεί αντίφαση. Θα έπρεπε πιο ηχηρά να επιχειρηματολογήσει υπέρ της υποχρεωτικότητας (εστιασμένη, με κίνητρα και συνδεδεμένη με το πιστοποιητικό εμβολιασμού) και να σύρει την κυβέρνηση προς την κατεύθυνση αυτή.