Ο Όλαφ Σολτς ζήτησε διακομματική συναίνεση προκειμένου να υιοθετήσει η νέα γερμανική κυβέρνηση (SPD,Πράσινοι,FDP) την καθολική υποχρεωτικότητα στους εμβολιασμούς. Προς έκπληξη αρκετών, το κόμμα της Αριστεράς (Die Linke) όχι μόνο συναίνεσε αλλά εισηγήθηκε και ένα νέο γενικό lockdown με την επισήμανση πως τάσσεται στο πλευρό της επιστήμης υπό τις έκτακτες συνθήκες εξάπλωσης της πανδημίας, σχετικά χαμηλής εμβολιαστικής κάλυψης και διαφαινόμενου νέου κινδύνου από την μετάλλαξη Όμικρον. Στην αντίθετη πλευρά βρίσκεται μόνο το ακροδεξιό AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία), γεγονός που καθιστά ευκρινή τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον ορθολογισμό και τον ανορθολογισμό.
Προς την ίδια κατεύθυνση έχουν ήδη κινηθεί η Αυστρία και η Σλοβακία, ενώ η “προσωπική άποψη” της προέδρου της Κομισιόν προειδεάζει πως είναι θέμα χρόνου -εφόσον δεν αλλάξουν θεαματικά προς το καλύτερο οι σκληροί δείκτες της πανδημίας- να τεθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο το θέμα της υποχρεωτικότητας. Αν και είναι μάλλον δύσκολο να υιοθετηθεί από την Γαλλία που βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο με τον Εμανουέλ Μακρόν να πιέζεται από Λεπέν και Ζεμούρ αλλά και από τις αναχρονιστικών αντιλήψεων κυβερνήσεις της ανατολικής Ευρώπης.
Στα καθ΄ημάς συμβαίνουν διάφορα αντιφατικά πράγματα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έλαβε μία απόφαση με πολιτικό κόστος για το κόμμα του. Ίσως είναι η πρώτη της διακυβέρνησής του. Η Ν.Δ υπερέχει εκκωφαντικά στους ψηφοφόρους άνω των 60 ετών, σε κάποια δε (ηλικιακά) κοινά καταγράφει διπλάσιο ποσοστό από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η επιβολή υποχρεωτικότητας υπό την απειλή του προστίμου ενέχει αναμφίβολα τον κίνδυνο του πολιτικού κόστους. Μπορεί, όντως, να χάσει ψήφους ηλικιωμένων που θα δυσαρεστηθούν, από την άλλη, ωστόσο, έκανε μία κίνηση που απευθύνεται προνομιακά στους λεγόμενους κεντρώους. Είναι βέβαιο πως ζύγισε την απόφασή του και έλαβε υπόψιν του τις δημοσκοπήσεις εκείνες που δείχνουν πως η υποχρεωτικότητα δεν αφήνει ασυγκίνητο ένα σημαντικό τμήμα του εκλογικού σώματος.
Την ίδια ώρα, όμως, βυθίζεται στις αμφισημίες και τον ανορθολογισμό άλλων αποφάσεών του. Επιτρέπει να διαχέται αντιεπιστημονικός λόγος ό,τι, για παράδειγμα, ο ιός δεν μεταδίδεται μεταξύ και από τους αστυνομικούς! Το γεγονός πως ένας ανεμβολίαστος αστυνομικός που μπορεί να είναι ασυμπτωματικός φορέας θα ελέγχει εάν έχει πιστοποιητικό εμβολιασμού ένας 70άρης που θα έχει υποχρεωθεί να εμβολιαστεί δια προστίμου, αποτελεί, αναμφίβολα, έναν τραγέλαφο του ορθολογισμού. Αστυνομικοί, στρατιωτικοί, ιερείς εξαιρούνται από κάθε υποχρεωτικότητα. Ο πρωθυπουργός στέκεται αμήχανα μπροστά στο “τελεσίγραφο Μπαλάσκα” και αποφεύγει να εφαρμόσει τους δειγματοληπτικούς ελέγχους στους ναούς που είχε ανακοινώσει ο κυβερνητικός του εκπρόσωπος!
Από την άλλη επέλεξε να συγκρουστεί μετωπικά με τη λογική και την επιστημονική βεβαιότητα, όταν είπε πως “δεν υπάρχουν ενδείξεις περί αυξημένης θνητότητας σε ασθενείς Covid που διασωληνώνονται εκτός ΜΕΘ”. Πέραν του ότι υπάρχουν σχετικές μελέτες, καλό θα ήταν να συνομιλήσει ο πρωθυπουργός με καθηγητές και γιατρούς της πρώτης γραμμής. Από τον καθηγητή Θ. Βασιλακόπουλο, ο οποίος προ ημερών ανέφερε την χαοτική διαφορά περίθαλψης μεταξύ μιας κανονικά στελεχωμένης και οργανωμένης ΜΕΘ και μιας κλίνης ΜΕΘ με φορητό μηχανικό εξαερισμό, μέχρι τον διευθυντή εντατικολόγο στο “Παπανικολάου” Νίκο Καπραβέλλο που περιέγραψε την ίδια διαφορά με δραματικό τρόπο.
Όπως έχει πει, οι ίδιοι γιατροί (με τις γνωστές ελλείψεις) τρέχουν μεταξύ κανονικών ΜΕΘ και θαλάμων χειρουργείων ή κοινών θαλάμων που έχουν μετραπεί σε πρόχειρες μονάδες εντατικής και πως στη δεύτερη περίπτωση τα ποσοστά θνητότητας είναι πολύ μεγαλύτερα. ΕΙΝΑΠ και ΟΕΝΓΕ, άλλωστε, με δηλώσεις της Ματίνας Παγώνη και του Πάνου Παπανικολάου αποκάλυψαν πως περίπου 140 ασθενείς παραμένουν διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ και γίνεται αγώνας μεταξύ ζωής και θανάτου για να βρεθεί θέση σε κανονικές ΜΕΘ. Για ποιο λόγο, δηλαδή, να μεταφέρονται ασθενείς προς διασωλήνωση από τη Θεσσαλονίκη στο Βόλο, ή από τη Λάρισα στην Αθήνα, εάν αρκούσε ένας φορητός αναπνευστήρας σε μια κλίνη χειρουργείου;
Σε μια άλλη εκδοχή του ανορθολογισμού, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ζητά την επιβολή υποχρεωτικότητας στους αστυνομικούς -ή έστω επικαλείται ως επιχείρημα την κυβερνητική υποχωρητικότητα- αλλά αρνείται την υποχρεωτικότητα στους άνω των 60, αφήνοντας να εννοηθεί, όμως, πως εκείνο που κυρίως τον ενοχλεί είναι το πρόστιμο. Με θετικά κίνητρα θα το δεχόταν; Θα ήταν, δηλαδή, θεμιτή η υποχρεωτικότητα εάν συνδυαζόταν με ένα voucher ηλικιωμένων, μία αύξηση στις συντάξεις όσων εμβολιαστούν ή κάτι ανάλογο;
Είπε κάτι ο Αλέξης Τσίπρας στη Βουλή που προκαλεί εύλογα ερωτηματικά:
‘Οταν λέει “υποχρεωτικότητα σημαίνει για όλους το ίδιο”, σημαίνει πως θα στεκόταν θετικά απέναντι σε ένα τέτοιο μέτρο που υιοθετεί πλήρως η γερμανική Αριστερά (με την οποία συνυπάρχει στο Ευρωπαϊκό Κόμμα της Αριστεράς) και προωθεί η κυβέρνηση συνασπισμού του Όλαφ Σολτς την οποία χαιρέτισε πρόσφατα ως θετική εξέλιξη πολιτικών συμμαχιών; Κι αν έχει κάτι τέτοιο κατά νου, γιατί δεν στηρίζει την πρόταση του συμβούλου του, καθηγητή αιματολογίας στο πανεπιστήμιο της Σορβόνης, Γρηγόρη Γεροτζιάφα περί καθολικής υποχρεωτικότητας;
Διότι είναι προφανές πως καμιά υποχρεωτικότητα δεν μπορεί να εξαντλείται στα ξένα εκλογικά ακροατήρια των αστυνομικών, των ιερέων και των στρατιωτικών. Όσο μεταδίδεται -σε πείσμα των αντιεπιστημονικών απόψεων Σκέρτσου- ο Covid μεταξύ αστυνομικών και ιερέων και από αυτούς σε πολίτες και πιστούς, άλλο τόσο μεταδίδεται και μεταξύ δημοσίων υπαλλήλων που έρχονται σε επαφή με το κοινό.
“Βουνό” το δίκιο των επιχειρημάτων Τσίπρα για την κυβερνητική ολιγωρία σχετικά με την ενίσχυση του ΕΣΥ, τα σχολεία και τα μέσα μαζικής μεταφοράς, όμως στον σκληρό πυρήνα των εμβολιασμών εμφιλοχωρούν αντιφάσεις και δισταγμοί.
Για τον Αλέξη Τσίπρα το θέμα της υποχρεωτικότητας θα μπορούσε να είναι μία κίνηση για την εδραίωση στον χώρο της κεντροαριστεράς. Ακόμα και για την πολιτική ηγεμονία. Μέχρις ώρας δεν το κάνει, λες και θέλει να ακολουθήσει τους δισταγμούς και της αντιφάσεις του πρωθυπουργού. Ίσως θα ήταν άδικο να ζητήσει κανείς από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να αναλάβει ένα βάρος που οφείλει εκ της θέσεώς της να αναλαμβάνει η κυβέρνηση. Όμως, αυτή είναι η μικρή αλλά ποιοτική διαφορά ανάμεσα στην πρωτοπορία και σε έναν ορθολογισμό a la carte.