Η πανδημία του Covid19 ανέδειξε αφενός τον αναντικατάστατο ρόλο του ΕΣΥ στην Ελλάδα και αφετέρου την μεγάλη ανάγκη μεταρρύθμισης και ανασύστασής του, προκειμένου να μπορεί να ανταποκριθεί στις σύγχρονες ανάγκες του πληθυσμού της χώρας μας.
Του Πέτρου Παππά*
Ένα ΕΣΥ κουρασμένο, σημαντικά απαξιωμένο και εν πολλοίς ανολοκλήρωτο σε σχέση με τους ιδρυτικούς του στόχους, κλήθηκε να αντιμετωπίσει μια πρωτόγνωρη κρίση και αποδείχτηκε το μόνο αξιόπιστο στήριγμα του πληθυσμού μέσα στον ιδιότυπο “υγειονομικό πόλεμο” που μαστίζει την χώρα και την παγκόσμια κοινότητα.
Αντλώντας εμπειρία από τα δύσκολα δύο χρόνια που προηγήθηκαν, οι άμεσες προτεραιότητες που πρέπει να τεθούν από την πολιτεία προκειμένου να υπάρξει αναγέννηση του Ε.Σ.Υ, μπορούν να συνοψιστούν στους παρακάτω άξονες:
– Ολοκλήρωση της ανάπτυξης των πρωτοβάθμιων δομών υγείας με την ίδρυση νέων Τ.ΟΜ.Υ σε όλα τα αστικά κέντρα και την επάνδρωση των ήδη υπαρχόντων. Ακόμη πρέπει να προχωρήσει ο ορισμός προσωπικού οικογενειακού ιατρού για κάθε πολίτη της χώρας και η στελέχωση των ήδη υπαρχόντων Κέντρων Υγείας της περιφέρειας που ,πλην εξαιρέσεων, διαρκώς περιστέλλουν τις λειτουργίες τους.
– Ολοκλήρωση του θεσμού των αυτόνομων Τμημάτων Επειγόντων Περιστατικών. Η λειτουργία αυτόνομων Τμημάτων Επειγόντων μέσα από προσλήψεις εξειδικευμένου ιατρονοσηλευτικού προσωπικού, αποτελεί θεμέλιο κάθε σύγχρονου συστήματος υγείας. Η σημερινή πραγματικότητα κατά την οποία γιατροί με αλλότριο έργο στις κλινικές των νοσοκομείων, ιατροί αποσπασμένοι από την πρωτοβάθμια υγεία και ειδικευόμενοι ιατροί διαφόρων ειδικοτήτων αντιμετωπίζουν σχεδόν το σύνολο των προσερχομένων επειγόντων περιστατικών, είναι μια πραγματικότητα που δεν συνάδει με την εικόνα ενός σύγχρονου Ευρωπαϊκού Κράτους.
– Επέκταση της εξειδίκευσης της Επείγουσας Ιατρικής πέραν των δυο κέντρων εξειδίκευσης της Αθήνας και του Ηρακλείου, προκειμένου να μπορέσουν να ειδικευτούν περισσότεροι γιατροί στην τόσο απαραίτητη για το ΕΣΥ επείγουσα ιατρική.
– Δημιουργία κέντρων τραύματος, γηριατρικών κλινικών και γηριατρικών νοσοκομείων καθώς και κλινικών λοιμώξεων και νοσοκομείων αναφοράς τους. Η γήρανση του πληθυσμού και οι νέες ανάγκες που αυτή προκαλεί, καθιστά αδήριτη την ανάγκη τόσο θέσπισης της γηριατρικής ως αυτόνομης ειδικότητας, όσο και την δημιουργία ειδικών δομών εντός του Ε.Σ.Υ για την διαχείριση των νοσημάτων της 3ης και της 4ης ηλικίας. Ακόμη, η πανδημία του Covid19 ανέδειξε την ανάγκη ύπαρξης εξειδικευμένων κλινικών λοιμώξεων που να μπορούν να διαχειριστούν επιδημικά κύματα, χωρίς να επιβαρύνουν την λειτουργία των άλλων υγειονομικών δομών.
– Επανασχεδιασμός του χάρτη του ΕΣΥ σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού της κάθε περιοχής, με έμφαση στην διατήρηση του δημόσιου χαρακτήρα του και στην καθολική κάλυψη του πληθυσμού.
– Ίδρυση – υπό την ομπρέλα του κράτους – μιας εταιρείας αναφοράς κάθε ιατρικής ειδικότητας (στα πρότυπα των Royal Colleges της Μεγάλης Βρετανίας), στην οποία θα εντάσσονται υποχρεωτικά οι ειδικοί της κάθε ειδικότητας και η οποία θα έχει την ευθύνη της εκπαίδευσης των ειδικευομένων, της διενέργειας των εξετάσεων ειδικότητας και της ακαδημαϊκής εκπροσώπησης της. Έτσι θα ελεγχθεί αποτελεσματικά η επιστημονική πολυδιάσπαση αλλά και οι όποιες οικονομικές εξαρτήσεις ιατρικών εταιρειών από την φαρμακευτική αγορά.
– Σημαντική μισθολογική αναβάθμιση του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού για να ανακοπεί το τεράστιο κύμα φυγής των επιστημόνων στο εξωτερικό. Οι μεγάλες διαφορές μεταξύ των μισθών της Ελλάδας και των χωρών της Ευρώπης, οδηγούν χιλιάδες νέους γιατρούς στην έξοδο τους από το ΕΣΥ και την χώρα, με αποτέλεσμα σε λίγα χρόνια αυτό να οδηγηθεί σε αναγκαστική περιστολή λειτουργιών και τελικά σε αναγκαστικό κλείσιμο.
Επιπλέον, σε επίπεδο δημοτικής διοίκησης, βιώσαμε στην πόλη της Θεσσαλονίκης μια σημαντική αδράνεια ως προς την κινητοποίηση και την συμβολή των υγειονομικών δομών του Δήμου στη διαχείριση και αντιμετώπιση της πανδημίας.
Η λειτουργία των δημοτικών ιατρείων (Τριανδρίας και Μοναστηρίου) πρέπει να αναβαθμιστεί, να ανοίξει για το σύνολο των δημοτών καθώς και να διασυνδεθεί με την λειτουργία των δομών του ΕΣΥ
Το πρόγραμμα “Βοήθεια στο Σπίτι” και τα ιατρεία των Κ.Α.Π.Η πρέπει να στελεχωθούν επαρκέστερα και να αναλάβουν πιο σημαντικό ρόλο στην πρόληψη και στην αντιμετώπιση κοινωνικών και υγειονομικών προβλημάτων του πληθυσμού της Θεσσαλονίκης.
Τέλος, η ίδρυση Κ.Ε.Π Υγείας – στα πρότυπα άλλων δήμων- που θα κατευθύνει τους πολίτες στις διάφορες δομές υγείας (κλείσιμο ραντεβού κτλ.) μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην αρτιότερη υγειονομική κάλυψη των πολιτών της Θεσσαλονίκης.
Είναι πανθομολογούμενο ότι ο κόσμος που θα ανατείλει μετά την λήξη της πανδημίας, θα είναι ένας κόσμος πολύ διαφορετικός από αυτόν που γνωρίζαμε. Η προσαρμογή μας και η προσαρμογή του ΕΣΥ στη νέα πραγματικότητα καθίσταται απαραίτητος στόχος και όρος επιβίωσης για την κοινωνίας μας. Για την επίτευξη του στόχου αυτού της ανάταξης του ΕΣΥ, οφείλουμε να εργαστούμε όλοι μαζί.
*ενικού – Οικογενειακού Ιατρού – Επειγοντολόγου Διευθυντή του Τμήματος Επειγόντων Περιστατικών στο Γενικό Νοσοκομείο Κιλκίς Διδάκτορα της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Μέλους Συνεργαζόμενου Εκπαιδευτικού Προσωπικού Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Συντονιστή Εκπαίδευσης Γενικής Ιατρικής Νομού Κιλκίς Συντονιστή Ομάδας Υγείας για την εκπαίδευση και αλληλεγγύη στα άτομα 3ης ηλικίας του Ινστιτούτου Καταναλωτών – νέο ΙΝΚΑ Μέλους του Δ.Σ της Ένωσης Νοσοκομειακών Ιατρών Κιλκίς
Πρώτη δημοσίευση Thes.gr