Η δημοσίευση της μελέτης των καθηγητών Σωτήρη Τσιόδρα και Θεόδωρου Λύτρα σε ιατρική επιθεώρηση, κυρίως, όμως η δημοσιοποίησή της από τον δεύτερο, φαίνεται πως αποτελεί το “σημείο θραύσης” στις σχέσεις της κυβέρνησης με την επιστημονική κοινότητα και τον επιδημιολόγο που καθήλωνε το πανελλήνιο στο πρώτο κύμα της πανδημίας. Η γραπτή δήλωση του κ. Τσιόδρα, ωστόσο, δημιουργεί την εντύπωση πως ευρισκόμενος υπό πίεση για τις αντιδράσεις προσπαθεί να επιχειρηματολογήσει σχετικά με το ότι δεν πρέπει η μελέτη του να γίνει αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης.
Το ερώτημα, ωστόσο, παραμένει: γνώριζε ή όχι ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του; Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υποστηρίζει πως δεν γνώριζε, ο καθηγητής Θ.Λύτρας δηλώνει πως ενημέρωσαν για τα αποτελέσματα της έρευνας “σε ανώτατο επίπεδο”, ο δε κ. Τσιόδρας αποφεύγει να τοποθετηθεί σχετικά με αυτό. Καθένας βγάζει τα συμπεράσματά του.
Ο Σωτήρης Τσιόδρας απέχει από τα πανδημικά “εγκόσμια” εδώ και πολύ καιρό, δεν έπαψε ποτέ, όμως, να είναι επικεφαλής της 40μελούς επιστημονικής ομάδας που εισηγείται μέτρα και ο ίδιος παραμένει στη θέση του βασικού συμβούλου του πρωθυπουργού. Όπως έχει ανακοινωθεί παλαιότερα, παραδίδει κάθε εβδομάδα τις εισηγήσεις του στον Κυριάκο Μητσοτάκη και η κυβέρνηση τον επικαλείται όποτε επιθυμεί να στηρίξει επιστημονικά τις πολιτικές αποφάσεις της.
Οι πληροφορίες θέλουν, ωστόσο, τον καθηγητή Τσιόδρα να διαφωνεί με την πολιτική της χαλαρότητας που εφαρμόζει η κυβέρνηση από το καλοκαίρι. Το πρώτο “καμπανάκι” είχε σημάνει τον περασμένο Απρίλιο όταν ο πρωθυπουργός ανέβαινε στο άρμα του εμβολιαστικού προγράμματος «Ελευθερία» δημιουργώντας την εντύπωση πως επιστρέφουμε στην κανονικότητα. «Δεν είναι η ώρα της χαλάρωσης… Η επιστροφή στην κανονικότητα, ό,τι και εάν σημαίνει αυτό, και όχι η εξαφάνιση της επιδημίας όπως θέλουν να ελπίζουν κάποιοι, θα γίνει με τον έλεγχο της επιδημίας», είχε πει τότε ο κ. Τσιόδρας.
«Η επιδημία συνεχίζει να μας απειλεί. Χρειάζεται διαρκής επιφυλακή. Ανησυχώ για τα μεταλλαγμένα στελέχη τα οποία οδηγούν σε επαναπροσδιορισμό της στρατηγικής αντιμετώπισης της πανδημίας σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες»
Σωτήρης Τσιόδρας, Μάϊος 2021
Εστιασμένος στο επιστημονικό του έργο και στην διεύθυνση της ομάδας των ειδικών του υπουργείου Υγείας, ο καθηγητής απείχε από τη δημοσιότητα, όποτε, ωστόσο, μιλούσε σε fora φαινόταν η απόστασή του από την εφαρμοζόμενη πολιτική που θεωρούσε ότι οι εμβολιασμοί αποτελούν πανάκεια.
Η μελέτη των δύο καθηγητών ήρθε να ανατρέψει την καλλιεργούμενη πραγματικότητα. Είχε προηγηθεί ο καθηγητής Θόδωρος Βασιλακόπουλος που είχε μιλήσει για την αυξημένη θνητότητα στις ΜΕΘ και κυρίως στις κλίνες εκτός ΜΕΘ και οι παρεμβάσεις άλλων γιατρών (Λουκίδης, Καπραβέλος, διευθυντής ΜΕΘ Μαμάτσειου Κοζάνης, Παπανικολάου κ.ά). Η κυβέρνηση, ωστόσο, υποτιμούσε τις απόψεις αυτές και έτσι φτάσαμε στην συζήτηση στη Βουλή(1η Δεκεμβρίου) όπου ο πρωθυπουργός δήλωσε κατηγορηματικά και με στόμφο πως “δεν υπάρχουν ενδείξεις πως είναι αυξημένη η θνητότητα στους διασωληνωμένους εκτός ΜΕΘ”.
Το γεγονός ότι από τον Ιούνιο είχε στο συρτάρι του την μελέτη Τσιόδρα-Λύτρα που κατέγραφε το εντελώς αντίθετο δεν θα εξέθετε ποτέ πολιτικά τον πρωθυπουργό εάν οι δύο επιστήμονες δεν αναγκάζονταν (ως είθισται και ως οφείλουν σε τέτοιες περιπτώσεις δημοσίευσης ερευνών σε επιστημονικές επιθεωρήσεις) να δημοσιοποιήσουν τα αποτελέσματά της.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο για τον Σωτήρη Τσιόδρα δεν υπήρχε άλλη επιλογή. Έπρεπε να δημοσιοποιήσει τα στοιχεία της μελέτης και το φορτίο αυτό ανέλαβε ο νεότερος βοηθός του κ. Λύτρας. Το αποτέλεσμα ήταν εκρηκτικά αποκαλυπτικό: επιβεβαιώσε την “κοινή λογική” με την οποία συγκρούστηκαν οι δηλώσεις του πρωθυπουργού και προκάλεσε μείζονα πολιτική αντιπαράθεση.
Απορεί κανείς: υπήρχε, άραγε, σοβαρός λόγος να επικαλεστεί με κατηγορηματικότητα ο πρωθυπουργός μία τόσο εμφανώς αντιεπιστημονική και παράλογη άποψη; Θα μπορούσε να είχε παραβλέψει τις επισημάνσεις του Αλέξη Τσίπρα και να προσπεράσει το θέμα. Δεν το έπραξε, κι αυτό παρότι φαίνεται πως γνώριζε τα ευρήματα της έρευνας Τσιόδρα-Λύτρα. Μείζον πολιτικό και επικοινωνιακό λάθος που επιχειρείται εκ των υστέρων να καλυφθεί με το επικοινωνιακό damage control στα φίλα προσκείμενα μέσα ενημέρωσης.
Η αλήθεια, όμως, είναι πως ο πρωθυπουργός δεν επέμεινε στην άποψη που διατύπωσε γιατί δεν μπορούσε να το αποφύγει αλλά επειδή η μελέτη Τσιόδρα-Λύτρα αποκαλύπτει επί της ουσίας τον καμβά των ευθυνών σχετικά με την υγειονομική διαχείριση της πανδημίας.
Πρώτον, το ΕΣΥ δεν αντέχει την περίθαλψη περισσοτέρων από 400 ασθενείς Covid που πρέπει να διασωληνωθούν. Δεύτερον, είναι άνισα κατανεμημένο. Τα νοσοκομεία της περιφέρειας είναι πολλαπλώς υποβαθμισμένα σε σύγκριση με εκείνα της Αθήνας, αλλά ακόμα κι αυτά έχουν προ πολλού ξεπεράσει τα όριά τους. Τρίτον, είναι σαφές πως το αφήγημα για “1200 κλίνες ΜΕΘ” καταρρέει μπροστά στα στοιχεία της μελέτης και φέρνει στο φως την ουσία που δεν είναι άλλη από το γεγονός πως το σύστημα υγείας απαιτούσε περισσότερους γιατρούς και νοσηλευτές και έγκαιρη υπαγωγή σε αυτό των στρατιωτικών νοσοκομείων, πιθανότατα και του ιδιωτικού συστήματος υγείας.
Αυτές ήταν προφανώς οι “παρενέργειες” που προσπαθούσε να αποφύγει η κυβέρνηση με την επιμονή σε μια επιστημονικά αστήρικτη άποψη και η μελέτη Τσιόδρα-Λύτρα ήρθε το επικυρώσει.
Δεν μπορεί να προβλέψει κανείς εάν κάποια στιγμή ο ίδιος ο Σωτήρης Τσιόδρας θα μιλήσει συνολικά για όσα έχουν προηγηθεί. Η μελέτη, όμως, που φέρει την υπογραφή του τον επαναφέρει από τη θέση του εκπροσώπου της κυβερνητικής διαχείρισης σχετικά με την πανδημία στην θέση του επιστήμονα της έρευνας, της ψυχρής λογικής και των αριθμών. Χάσαμε όμως πολύτιμο χρόνο. Και όπως η ίδια η μελέτη επισημαίνει, θα μπορούσαν να είχαν σωθεί ζωές ασθενών.