O καθηγητής Δημοσθένης Σαρηγιάννης προειδοποιεί ότι η χώρα θα χρειαστεί ολικό lockdown από τις 3 Ιανουαρίου και ο υπουργός Ανάπτυξης του συνιστά, από το τηλεπαράθυρο, «ψυχραιμία».
Ο καθηγητής λέει επίσης πως ετοιμάζει εισήγηση για συγκεκριμένα μέτρα την οποία θα αποστείλει την Παρασκευή στο Μαξίμου, και η κυβέρνηση τον αδειάζει προληπτικά. Κυβερνητική πηγή δήλωνε χθες το βράδυ ότι «ο κ. Σαρηγιάννης δεν είναι σύμβουλος του πρωθυπουργού και δεν συμμετέχει στην Επιτροπή των Λοιμωξιολόγων» – άρα, προφανώς, και δεν δικαιούται να εισηγείται.
Ο καθηγητής Γιώργος Παυλάκης προειδοποιεί επίσης ότι έρχεται «τσουνάμι» και ο καθηγητής Νίκος Τζανάκης προβλέπει 20.000 κρούσματα την ημέρα στην κορύφωση της Ομικρον. Αμφότεροι ζητούν τηλε-εκπαίδευση και, αν μη τι άλλο, παράταση των διακοπών των Χριστουγέννων στα σχολεία. Ο πρωθυπουργός όμως ξεκαθαρίζει στο υπουργικό συμβούλιο ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να κλείσουν τα σχολεία. Ισως επειδή και εκείνοι, ως μη μετέχοντες στην επιτροπή, δεν δικαιούνται να εισηγούνται.
Ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας (ο οποίος και μετέχει και ηγείται της επιτροπής Λοιμωξιολόγων) μαζί με τον καθηγητή Θεόδωρο Λύτρα έκαναν και παρέδωσαν στην κυβέρνηση – «σε ανώτατο επίπεδο» – μια μελέτη η οποία λέει ότι το ΕΣΥ έχει προ πολλού ξεπεράσει τα όριά του και πως η διασωλήνωση εκτός ΜΕΘ ανεβάζει την θνητότητα έως και 87%. Η κυβέρνηση ακόμη ψάχνει ποιος παρέλαβε την μελέτη. Εδώ, ίσως διότι ο κ. Τσιόδρας δικαιούται μεν να εισηγείται, αλλά η μελέτη του κρίθηκε «ήσσονος σημασίας». Όχι από τα επιστημονικά περιοδικά, αλλά από τον υπουργό Επικρατείας Ακη Σκέρτσο.
‘Η ζούμε την πλήρη αντιστροφή και άρνηση της πραγματικότητας – και της «κανονικότητας» – ή την πλήρη απαξίωση της επιστήμης. Για το δεύτερο έχει μερίδιο ευθύνης και η ίδια η επιστημονική κοινότητα, ή τουλάχιστον μεγάλο τμήμα αυτής. Ως προς το πρώτο επιβεβαιώνονται ξανά τα δύο βασικά κριτήρια με τα οποία γίνεται η διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνηση – εκείνα του πολιτικού και του οικονομικού κόστους.
Είναι αλήθεια ότι στις συσκέψεις των τελευταίων ημερών στο Μαξίμου μπήκαν επανειλημμένα στο τραπέζι εισηγήσεις για οριζόντια περιοριστικά μέτρα. Το θέμα ετέθη και στην σύσκεψη που έγινε τα βράδυ της Κυριακής παρουσία και του καθηγητή Τσιόδρα και σε «παγωμένο», κατά τις πληροφορίες, κλίμα. Απορρίφθηκαν, με το επιχείρημα ότι θα εμφάνιζαν ανακόλουθη την κυβέρνηση. Μετά τις διακηρύξεις ότι διανύουμε το «τελευταίο μίλι» της κρίσης και ότι πρόκειται για «πανδημία ανεμβολίαστων», η υιοθέτηση οριζόντιων μέτρων που παραπέμπουν σε lockdown κρίθηκε ότι θα έχει υψηλό πολιτικό κόστος.
Το γεγονός ότι η κυβέρνηση κινδυνεύει να βγει, ούτως ή άλλως, ανακόλουθη διότι θα αναγκαστεί να πάρει εκ των υστέρων ίσως και ακόμη πιο σκληρά μέτρα δεν προσμετρήθηκε.
Το δια ταύτα είναι πως πέρσι τον Νοέμβριο κλείσαμε για να κάνουμε Χριστούγεννα, φέτος κάνουμε Χριστούγεννα για κλείσουμε μετά. Για την ακρίβεια, η δέσμη μέτρων που δρομολογείται για αμέσως μετά την Πρωτοχρονιά περιλαμβάνει μειωμένο ωράριο στην εστίαση, τηλε-εργασία και περιορισμούς στο όριο ατόμων στις συναθροίσεις.
Ο λόγος που τα μέτρα παραπέμπονται στον Ιανουάριο είναι ότι η κυβέρνηση θέλει πάση θυσία να μείνει ανοιχτή στις γιορτές η αγορά. Και ο λόγος που επιχειρείται τα μέτρα να είναι όσο πιο ήπια γίνεται λόγω του δεύτερου κριτηρίου και του, οικονομικού πλέον, τιμήματος: διότι «δεν υπάρχουν λεφτά για νέο lockdown», όπως είπε πολύ καθαρά χθες επίσης ο Αδωνις Γεωργιάδης.
Τούτων δοθέντων, είναι προφανές γιατί και οι νέες επιστημονικές εισηγήσεις κρίνονται εκ προοιμίου «ήσσονος σημασίας». Όπως είχαν κριθεί και τουλάχιστον δύο ακόμη φορές στο παρελθόν – μια με τους θρησκευτικούς εορτασμούς στην Θεσσαλονίκη και μία με το άνευ όρων και ορίων άνοιγμα του τουρισμού. Και κάπως έτσι συνεχίζουμε να ζούμε τον μύθο μας στην Ελλάδα – μετρώντας ήδη 20.126 θανάτους και τον υψηλότερο δείκτη θνητότητας ανά εκατομμύριο πληθυσμού σε όλη την Ευρώπη…