Η συνεδρίαση της Πλατιάς Ολομέλειας του 33 μ.Χ. ήταν έτοιμη να ξεκινήσει, στο γνωστό στενό Υπερώον.
Στα δεξιά ο Ιάκωβος, οργανωτικός υπεύθυνος, αναζητούσε εναγωνίως το βλέμμα του σκοτεινιασμένου Ιησού για να του γνέψει πως «δύσκολα τα πράγματα» αλλά Εκείνος ήταν απορροφημένος στη μελέτη της Εισήγησής Tου, την οποία χτένιζε φραστικά (στα Αραμαϊκά, εννοείται σε δημοτική). Στην αριστερή πλευρά του Υπερώου, όπως μπαίνουμε, ήταν συγκεντρωμένοι οι αριστεριστές, γύρω από τον Ιούδα και σχεδόν δε χωρούσαν (ήταν περισσότεροι από έξι και γεματούληδες) με αποτέλεσμα να καταλαμβάνουν και μέρος του Κέντρου. Η κατάληψη του Κέντρου ήταν πολύ σημαντική – αυτή θα έκρινε το αποτέλεσμα. Άρχισαν με τη συνήθη καθυστέρηση, μία ώρα και πενήντα έξι λεπτά [1].
Μετά την εκλογή Προεδρείου (πρόεδρος της συνεδρίασης ανέλαβε ο Πέτρος, τα πρακτικά ανέλαβε να κρατάει η Μαγδαληνή) ο Ιησούς πήρε το λόγο και άρχισε να μιλάει:
«Αγαπητές συντρόφισσες, αγαπητοί σύντροφοι. Ζούμε ιστορικές στιγμές. Ο Ρωμαϊσμός περνά μια βαθιά και αξεπέραστη κρίση, όλα τα σημάδια δείχνουν ότι βρίσκεται υπό κατάρρευση. Το κίνημά μας βρίσκεται μπροστά σε νέες, μεγάλες ευθύνες και καθήκοντα, καθώς η ώρα της Επανάστασης δεν είναι μακριά!» [2].
Η δεξιά πτέρυγα του Υπερώου (όπως μπαίνουμε) σείστηκε πάνω στα ξύλινα σκαμνιά της. Η αριστερή ομοίως, αλλά σε διαφορετικό τόνο, μια οκτάβα ψηλότερα. Το κέντρο, δηλαδή οι συντρόφισσες Μαρία του Κλοπά, η Σαλώμη, ανεψιά του Βαραββά και οι σύντροφοι Ματθαίος, Ιωάννης και Θωμάς παρέμεινε ασάλευτο. Μόνο ο Θωμάς έκανε μια έκφραση, που ο Ιάκωβος μετέφρασε σε «αν δεν το δω, δεν το πιστεύω» αλλά αυτός απλά είχε μια φαγούρα στη μύτη και αναγκάστηκε να ξυστεί.
«Τι θα γίνει ρε σύντροφοι με το τσιγάρο; Ακόμα δεν αρχίσαμε και ντουμανιάσαμε!» ακούστηκε αγανακτισμένος ο σύντροφος Ιωσήφ (ο από Αριμαθείας) – αναπληρωματικό μέλος, αλλά με το θάρρος της γνώμης του, όταν επρόκειτο για το κάπνισμα.
«Να σβήσουν αμέσως τα τσιγάρα!» φώναξε ο Πέτρος. «Συνέχισε, σύντροφε Ιησού».
Ο Ιησούς άνοιξε το στόμα του, αλλά δεν πρόλαβε.
«Επί της διαδικασίας!» ακούστηκε η ένρινη φωνή του Ιούδα από το βάθος αριστερά (όπως μπαίνουμε – να μη το διευκρινίζω όλη την ώρα).
«Ποιας διαδικασίας; Η διαδικασία έχει ξεκινήσει. Δεν έχεις το λόγο!» φώναξε ο Πέτρος, που λόγω ηλικίας είχε μιαν α κουφαμάρα και γι’ αυτό φώναζε δυνατά, προσόν εξαιρετικά χρήσιμο για προέδρους πλατιών (και στενών) Ολομελειών.
Αμέσως, έγινε χάβρα Ιουδαίων. «Να μιλήσει!» φώναζαν από αριστερά (ξέρετε…) «δεν έχει δικαίωμα!» φώναζαν από δεξιά. Ο Θωμάς βρήκε την ευκαιρία και έξυσε τη μύτη του με όλη του την άνεση. Τη λύση έδωσε ο ίδιος ο Ιησούς, κάνοντας νόημα στον Πέτρο να τον αφήσει να μιλήσει.
«Ορίστε!» έκανε εκείνος τσαντισμένος (με τον Ιησού). «Πέντε λεπτά, αυστηρά!»
«Να ανοίξει κατάλογος ομιλητών» πετάχτηκε ο Θαδαίος, που είχε προσληφθεί ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής με κοπτάτσια, αλλά δεν έχανε την ευκαιρία να ζητάει το λόγο και να απεραντολογεί, χωρίς να λέει τίποτα ουσιαστικό.
Ευθύς, έγινε νέα χάβρα Ιουδαίων. Δεκαοχτώ λεπτά αργότερα και ενώ η μύτη του Θωμά ήταν πλέον κατακόκκινη, τα πνεύματα ηρέμησαν και ο Ιούδας άρχισε να μιλάει.
«Καταγγέλλω τον σύντροφο Ιησού για δεξιό οπορτουνισμό και δεξιά παρέκκλιση» είπε μέσα σε νεκρική σιγή. «Χθες, στο Ναό του Σολομώντα είπε, μπροστά σε όλους, τα του Καίσαρος τω Καίσαρι. Αυτό δείχνει ότι μπροστά στην προοπτική της εξουσίας πρόδωσε τη βασική αρχή του κινήματός μας, ότι τα μέσα παραγωγής και η παραγόμενη υπεραξία θα ανήκουν αποκλειστικά στην εργατική τάξη και τους συμμάχους της! Ζητώ την καθαίρεσή του από την ηγεσία»
«Πάλι καπνίζουν. Δε μπορούμε να ανασάνουμε ρε σύντροφοι, δεν το καταλαβαίνετε;» φώναξε με όλη του τη δύναμη ο Ιωσήφ (ο από Αριμαθείας, αναπληρωματικό μέλος) αλλά, αυτή τη φορά, κανείς δεν του έδωσε σημασία [3].
Μετά από εικοσιτέσσερα λεπτά έντονων αντεγκλήσεων (να μην ξαναπώ χάβρα, αν και περί αυτού επρόκειτο) o Ιησούς πήρε το λόγο.
«Ο σύντροφος Ιούδας έφερε την παιδική αρρώστια της Αριστεράς, τον αριστερισμό, στο κίνημά μας» είπε αργά και επίσημα. «Ζητώ την καθαίρεσή του από μέλος της Κεντρικής Επιτροπής και τη διαγραφή του από την Ουράνια Βασιλεία!» κατέληξε.
Μετά από έντεκα κύκλους «δευτερολογιών» και δεκατέσσερις «δικαιολογήσεις ψήφου», έφτασε η ώρα να μπουν οι προτάσεις σε ψηφοφορία. Ο Πέτρος ζήτησε να σηκώσουν τα χέρια όσοι ψήφιζαν την πρόταση του Ιησού. Όλη η δεξιά (όπως μπαίνουμε) πτέρυγα, οι γυναίκες του κέντρου και η Μαγδαληνή που κρατούσε τα πρακτικά σήκωσαν τα χέρια τους. Όλοι κοίταξαν τον Θωμά, που έξυνε το κεφάλι του. Αμήχανος αυτός σήκωσε το χέρι ψηλά.
«Κατά» είπε ο Πέτρος, ανήσυχος.
Τα κατά ήταν ένα λιγότερο.
«Λευκά» είπε ο Πέτρος και άναψε τσιγάρο, ανακουφισμένος.
Ο Θωμάς σήκωσε το χέρι. Ήθελε να ψηφίσει λευκό, δύσπιστος καθώς ήταν σε κάθε πρόταση.
«Διπλοψηφία!» ούρλιαξε ο Ιάκωβος, μεγάλη μανούλα στα διαδικαστικά.
«Να μετρήσει το λευκό του Θωμά! Να επαναληφθεί η ψηφοφορία!» φώναζαν οι υποστηρικτές του Ιούδα.
Ήταν στο τσακ να πιαστούν στα χέρια. Μονάχα ο Ιησούς ήταν ήρεμος, σχεδόν γαλήνιος. «Ας ξαναψηφίσουμε» είπε, με μια αδιόρατη θλίψη στη φωνή του.
Τα χέρια τώρα ήταν εννέα υπέρ, οχτώ κατά και ένα λευκό. Ο Ιούδας έγινε έξαλλος.
«Ε, όχι!» φώναξε. «Άρχισες πάλι τα θαύματα!»
Η αριστερή πτέρυγα κατευθύνθηκε δεξιά [4], προς τη σκάλα.
«Θα τα πούμε μεθαύριο στο Συνέδριο, στον Κήπο της Γεθσημανής» φώναξε απειλητικά από το δρόμο. Ο Ιησούς κούνησε το κεφάλι του, σα να το ήξερε και άναψε κι αυτός τσιγάρο.
The rest is history.
Σημειώσεις
[1] Η καθυστέρηση αυτή στην έναρξη των συνεδριάσεων πέρασε
μέσω του DNA στο αριστερό κίνημα και έφτασε ως τις μέρες μας. Για παράδειγμα, τηρείται με θρησκευτική ευλάβεια στις συνεδριάσεις του Πανελληνίου Συμβουλίου των Οικολόγων – Πράσινων, ως φόρος τιμής στις αριστερές ρίζες του κινήματος της πολιτικής οικολογίας. Το γνωρίζω, διότι παρέστην σε αρκετές από αυτές.
[2] Οι φράσεις αυτές, σε διάφορες παραλλαγές, αλλά ίδιες στην ουσία τους, ακούγονται ανελλιπώς, σε κάθε συνεδρίαση οποιασδήποτε συνέλευσης ΚΟΒ ή Κεντρικής Επιτροπής αριστερού κόμματος, δυο χιλιάδες χρόνια τώρα.
[3] Αυτή είναι η τρίτη παράδοση που τηρείται απαρέγκλειτα, στις συνεδριάσεις των αριστερών κομμάτων, τα τελευταία δυο χιλιάδες χρόνια: με την πρώτη γκρίνια τα τσιγάρα σβήνουν, αλλά σε λίγο όλοι (οι καπνιστές) το ξαναντουμανιάζουν, κανονικά.
[4] Όπως μπαίνουμε.
Πρώτη δημοσίευση στο Facebook