Στο τέλος της δεκαετίας του ογδόντα αντίκρυσα με τα μάτια μου ένα σκηνικό που μου θύμισε το Salo του Παζολίνι.
Του Γιώργου Τούλα (στην Parallaxi)
Στο πάρτι έναρξης του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης που γινόταν τότε μέσα στη ΔΕΘ είδα κάτι ανατριχιαστικό. Ήταν λίγο πριν το χάραμα, όλοι οι μπουφέδες με τα γουρουνόπουλα που είχαν πορτοκάλια στο στόμα και έχασκαν λεηλατημένα πάνω στους πάγκους, παντού πεταμένα πιάτα, μαχαιροπήρουνα και ποτήρια, αλκοόλ χυμένο στα πατώματα και ένα ασανσέρ σταματημένο ανάμεσα στο ισόγειο και τον πρώτο όροφο του περιπτέρου. Κάποιοι περίμεναν να υπομονετικά από έξω να ανοίξει η πόρτα και όταν άνοιξε μετά από πολλή ώρα βγήκαν γνωστά πρόσωπα του κινηματογραφικού χώρου και μια νεαρή κοπέλα σε κατάσταση αλλοφροσύνης που έτρεξε προς την έξοδο του περιπτέρου. Οι άνδρες της παρέας βγήκαν γελώντας μουρμουρίζοντας ευφρόσυνα και μεις βλέπαμε τη μελωδία της παρακμής να διαδραματίζεται μπροστά μας.
Τριάντα πέντε χρόνια μετά ο μύθος της ”ερωτικής πόλης” συνεχίζει ατυχώς να πουλιέται μια χαρά από media, τα πάρτι βιασμών βαφτίζονται ”ροζ πάρτι”, νταβατζήδες γίνονται πρεσβευτές της καλοπέρασης της και το παραμύθι συνεχίζει την ίδια παρασιτική κατρακύλα. Μια Μπανγκόγκ του ελληνικού Βορρά η πόλη που διαφημίζεται για τη δυνατότητα έγκλειτου βίου, απολαύσεων και ηδονών που δεν θα βρείτε πουθενά.
Κορίτσια και αγόρια εύκολα να προσφέρουν ακόμα και χωρίς αντάλλαγμα υπηρεσίες πορνείας στην πραγματικότητα. Πως το είπε ο φερόμενος ο δράστης στην ανάρτηση του: ”Πίεσα βλακωδώς νεαρές κοπέλες να παραστούν ώστε να ομορφύνει η βραδιά για τους φίλους και πελάτες που ήρθαν από την Αθήνα”.
Και φτάνουμε στο δια ταύτα: Έχει ευθύνη η ίδια η πόλη σε όλη αυτή την παρακμιακή εικόνα που καλλιεργήθηκε για δεκαετίες; Τεράστια. Γιατί το επέτρεψε να συμβεί, το ανέχτηκε να διαφημίζεται, το ενίσχυσε, τη βόλεψε. Έτσι δούλεψαν ξενοδοχεία, μπουζούκια, εστιατόρια, media. Όλοι έκλειναν το μάτι πονηρά και ας ήξεραν ότι τελικά δεν υπάρχει τίποτε πιο αντιεμπορικό για μια πόλη από το να χτίζει τη φήμη της ως ενός ιδανικού σεξότοπου. Που κάποτε θα είχε ημερομηνία λήξης.