Περπατούσα τη Βασιλίσσης Όλγας στη Θεσσαλονίκη γύρω στις 12:30 το βράδυ, γυρνώντας σπίτι από έξοδο.
Της Ολυμπίας Γαϊτανίδη (στο Facebook)
Με σταματά άνδρας γύρω στα 30, ημεδαπός, μετρίου αναστήματος και ξεκινά να με ακολουθεί πιάνοντάς μου την κουβέντα με μία στερεοτυπικά «ευφάνταστη» ατάκα. Μου λέει στα πρώτα δευτερόλεπτα της «συζήτησης» την ηλικία του και ότι είναι δάσκαλος πολεμικών τεχνών. Ήταν 12:30 το βράδυ σε ένα πεζοδρόμιο με ελάχιστη κίνηση, και έκρινε σκόπιμο να με ενημερώσει ότι είναι δάσκαλος πολεμικών τεχνών. Αντίστοιχο σκηνικό μου έχει συμβεί τους τελευταίους μήνες άλλες δύο φορές, στον ίδιο δρόμο, από διαφορετικούς άνδρες, όλοι τους Έλληνες, 30 – 40 ετών. Πάντα με παρόμοιες ατάκες που θα ήταν αστείες, αν δεν ήταν τρομακτικές:
«Σε ακολουθώ τα τελευταία δέκα λεπτά, περίμενα να τελειώσεις το φαγητό σου για να σου μιλήσω», «δεν χάνω ευκαιρία να μιλήσω σε μια όμορφη κοπέλα ο, τι ώρα και αν είναι», «θέλω να ξέρεις ότι είμαι αυστηρά μονογαμικός, αν γνωρίσω την κατάλληλη κοπέλα».
Μιλάμε για άνδρες οι οποίοι κατά δική τους ομολογία με προσέγγισαν πιστεύοντας ότι είμαι μικρότερη, γύρω στα 18, και απογοητεύονταν όταν διαπίστωναν πως είμαι μεγαλύτερη σε ηλικία. Όταν με ψυχραιμία και αυστηρό τόνο τους ενημέρωσα ότι αυτή η πρακτική είναι σεξιστική και παραβιαστική, ότι δεν είναι ο σωστός τρόπος προσέγγισης και ότι πιθανότερο η οποιαδήποτε κοπέλα να τρομάξει παρά να κολακευτεί, οι απαντήσεις που πήρα ήταν: «Αν ήμουν ο Τζόνυ Ντεπ θα τρόμαζες;»,
«Νόμιζα ότι ήσουν η γκόμενα που παρτούζ**α με τους φίλους μου τις προάλλες, γι’ αυτό σε σταμάτησα», «Είμαι 40 χρονών και θα μου μάθεις να φλερτάρω; Συνέχισε το δρόμο σου, συνέχισε να προχωράς! ».
Και αυτό έκανα. Συνέχισα να προχωράω, όσο αυτοί έσκυβαν το κεφάλι τους ηττημένοι, σαστισμένοι που πήραν απάντηση. Όσο έφταναν στην οδυνηρή για τους ίδιους διαπίστωση ότι ενσωματώνουν μια σειρά από ανεπάρκειες, τις ανεπάρκειες του ανδρικού κομπλεξισμού, που εμείς τις διαβάζουμε καθαρά, σε όλες τις πατριαρχικές συμπεριφορές με τις οποίες ερχόμαστε αντιμέτωπες εξ απαλών ονύχων.
Όμως συνεχίζουμε να προχωράμε. Κάποιες φορές, κλείνοντας τα πανωφόρια μας σφιχτά, μη τυχόν και φανεί λίγο παραπάνω δέρμα, φορώντας ακουστικά που δεν παίζουν μουσική, κρατώντας τα κλειδιά μας ανάμεσα στα δάχτυλα, μιλώντας στο τηλέφωνο με κάποιο – υπαρκτό ή όχι – φίλο.
Άλλοτε πάλι, όταν αισθανόμαστε αρκετά ασφαλείς και ενδυναμωμένες, απαντάμε. Πετάμε τα πατριαρχικά σκουπίδια τους εκεί μπροστά τους, να τα πατήσουν με τα ποδάρια τους, να αφήνουν στο δρόμο αρρενωπές πατημασιές. Να τις βλέπουν οι υπόλοιπες αδελφές μας, να ξέρουν τι καθάρματα είναι.
Και την επομένη ξυπνάμε με ένα αίσθημα δυσφορίας, σε μια χώρα όπου ο ομαδικός βιασμός βαφτίζεται ροζ πάρτυ, σε μια χώρα όπου μας αφήνουν δύο δρασκελιές δημόσιο χώρο να κινηθούμε και λιγοστό αέρα να ανασάνουμε. Και βάζουμε αυτή τη δυσφορία σε λινάτσες, όχι με «σωστές δόσεις συναισθήματος» όπως συνηθίζουν να μας ζητούν στους πολιτικούς μας χώρους, αλλά με μπόλικο συναίσθημα, με άπλετη στΟΡΓΗ.
Και κατεβαίνουμε στο δρόμο, και φωνάζουμε συντροφικά και αλληλέγγυα για κάθε επιζών άτομο, για κάθε θύμα έμφυλης βίας.
Έτσι θα κάνουμε και σήμερα, στη Θεσσαλονίκη, για την 24χρονη που νάρκωσαν και βίασαν ομαδικώς τέσσερις κοινωνικά ενδυναμωμένοι άνδρες με ταξικό προνόμιο.
Σήμερα 17/1, στις 7μμ, γωνία Τσιμισκή και Αριστοτέλους.
Στοργικά.