Η κατάθεση πρότασης μομφής από τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ήταν, κατά τη σκακιστική ορολογία, “φορσέ”, δηλαδή υποχρεωτική μετά την εκφρασμένη από τον ίδιο απαίτηση προσφυγής στις κάλπες για “να φύγει η χειρότερη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης” όπως τονίζει.
Απλώς ήταν θέμα timing του πότε θα το έκανε. Η διαχείριση της κακοκαιρίας “Ελπίς” ήταν η αφορμή για να πέσουν όλα τα μεγάλα θέματα στο τραπέζι και να συζητηθούν στην Βουλή: η πανδημία, η ακρίβεια, η ενεργειακή κρίση, η γενικευμένη ανασφάλεια, τα εθνικά θέματα, οι διώξεις δημοσιογράφων. Ολα αυτά θα τεθούν από την αντιπολίτευση και η κυβέρνηση οφείλει να δώσει πειστικές απαντήσεις.
Ο Αλέξης Τσίπρας αιφνιδίασε όχι μόνο τον πολιτικό του αντίπαλο αλλά ακόμη και στελέχη του κόμματός του που μέχρι την τελευταία στιγμή δεν γνώριζαν τις προθέσεις του. Ηταν μάλιστα τέτοιος ο αιφνιδιασμός που η κυβέρνηση ζήτησε διορία 24 ωρών ενώ η συζήτηση στην Ολομέλεια θα μπορούσε να ξεκινήσει αμέσως, το μεσημέρι της Πέμπτης.
Η πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε χθες ο ΣΥΡΙΖΑ προστίθεται στις 14 που έχουν καταγραφεί στα μεταπολιτευτικά κοινοβουλευτικά χρονικά με πρώτη εκείνη, το 1987 που είχε καταθέσει ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κωνσταντίνος Μητσοτάκης κατά της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου τη μετέτρεψε σε ψήφο εμπιστοσύνης.
Αξίζει όμως να σημειώσουμε κάποια πράγματα γενικά και ειδικά για τις προτάσεις μομφής:
- Οι προτάσεις μομφής δεν οδηγούν -παρά σε σπάνιες περιπτώσεις- στην πτώση μία κυβέρνησης. Πολύ περισσότερο αν αυτή η κυβέρνηση είναι μονοκομματική και έχει αυτοδυναμία. Τότε, ποιός είναι ο λόγος που γίνονται από την αξιωματική αντιπολίτευση;
- Πρόθεση εκείνων που καταθέτουν πρόταση μομφής είναι ακριβώς να συζητηθεί η -κατά την πολιτική άποψή του- δυσπιστία προς την κυβέρνηση για συγκεκριμένες ενέργειές της ή για το σύνολο του έργου ή των παραλείψεών της. Σκοπός της αντιπολίτευσης είναι να καταδείξει την απόσταση που υπάρχει ανάμεσα στα όσα πράττει η κυβέρνηση και στο λαϊκό αίσθημα. Και της κυβέρνησης, να αποδείξει ότι εξακολουθεί να κινείται με βάση τις προεκλογικές και προγραμματικές της δεσμεύσεις.
- Πρόθεση επίσης της αντιπολίτευσης είναι να δείξει ότι ακούει την κοινωνία, τις αντιδράσεις και τη δυσαρέσκειά της και να τη μεταφέρει στη Βουλή. Με τον τρόπο αυτό δείχνει ότι μπορεί να συνομιλεί με την κοινωνία, να την εκφράζει και να μεγεθύνει τη φωνή της.
- Σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, η αξιωματική αντιπολίτευση επιχειρεί να δημιουργήσει μέτωπο με τα άλλα κόμματα και να απομονώσει το κυβερνητικό κόμμα και τον πρωθυπουργό, βάζοντάς τους σε αμυντική θέση. Με το τρόπο αυτό θέλει να προκαλέσει ή να διευρύνει τη φθορά της κυβέρνησης και να της “κλέψει τη μπάλα”, δηλαδή την πρωτοβουλία των κινήσεων. Η επίτευξη αυτού του στόχου είναι ιδιαίτερα κρίσιμη καθώς σε αντίθετη περίπτωση, η πρόταση μομφής μπορεί να γυρίσει ως μπούμερανγκ και να γίνει ψήφος εμπιστοσύνης υπέρ της κυβέρνησης.
- Πρόταση δυσπιστίας (μομφής) μπορεί να γίνεται μόνο ανά 6 κοινοβουλευτικούς μήνες. Αυτό σημαίνει πως δεν μπορεί να “ξοδεύεται” άκριτα με κίνδυνο να “καεί” και να μην μπορεί να κατατεθεί σε σοβαρότερες πολιτικά και κοινωνικά στιγμές. Το πότε είναι η σωστή στιγμή για να γίνει έτσι ώστε να έχει ωφέλημα αποτελέσματα επαφίεται στο πολιτικό ένστικτο του εκάστοτε αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Από το πότε και πως θα την καταθέσει κρίνεται και ο ίδιος.
- Κατά τη συζήτηση και ψήφιση προτάσεως δυσπιστίας, εκτός από την κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση δευτερευόντως κρίνονται και τα μικρότερα κόμματα για το να όντως αντιπολιτεύονται ή αν κρυφά ή φανερά συμπολιτεύονται ή αν, τέλος, απλώς “νίπτουν τα χείρας τους” αποχωρώντας ή ψηφίζοντας παρών.
- Στην πλέον δύσκολη θέση σε μία συζήτηση επί προτάσεως μομφής την έχουν όσοι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος έχουν κάποιες αντιρρήσεις ή ενστάσεις ως προς την ακολουθούμενη πολιτική και παρ’ όλα αυτά καλούνται να καταψηφίσουν ερχόμενοι ίσως και σε αντίθεση με τους ψηφοφόρους τους. Αυτή η αναγκαστική “υποταγή” μπορεί να δημιουργήσει βαθιές ρωγμές στην κοινοβουλευτική ομάδα ακόμη κι αν αυτές δεν φανούν κατά την ψηφοφορία. Λειτουργούν όμως ως χρέος το οποίο θα πρέπει να καλυφθεί αργά ή γρήγορα από την ηγεσία είτε έτσι είτε αλλιώς…
- Σε κάθε περίπτωση, η κατάθεση πρότασης δυσπιστίας επιταχύνει τον πολιτικό χρόνο, εγκαινιάζοντας ενίοτε μία άτυπη προεκλογική περίοδο ή μία περίοδο 6μηνης, έστω και εύθραυστης νηνεμίας για την κυβέρνηση.
Το τι από τα παραπάνω ισχύει στην περίπτωση της πρότασης δυσπιστίας που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ χθες, το αν ο Αλέξης Τσίπρας διάγνωσε σωστά την κοινωνική αντίδραση, το αν αυτή ήταν ή όχι η σωστή στιγμή αλλά και το πως θα αντιδράσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης (ίσως με μια δική του αιφνιδιαστική κίνηση-απάντηση;) , μένει να φανεί το επόμενο τριήμερο.