Περί όνου σκιάς (*είναι διδακτική η σχετική ιστορία). Αναφέρομαι στην αντιπαράθεση (στη Βουλή) μεταξύ της κοινοβουλευτικής εκπροσώπου του ΚΙΝ.ΑΛ Νάντιας Γιαννακοπούλου και του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Γιάννη Ραγκούση, σχετικά με την -κατά την πρώτη- πολιτική ασυλία που προσφέρει η αξιωματική αντιπολίτευση στην κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή.
Πρόκειται, κυριολεκτικά, για μια συζήτηση σχετικά με το ασήμαντο, όπως και μια προσβολή του αυτονόητου. Δεν είναι καινούρια. Την ανέδειξε πριν μερικά χρόνια ο τότε πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελος Βενιζέλος, και μάλιστα την εποχή που ο ίδιος συγκυβερνούσε με τον διάδοχο του Καραμανλή (στη Ν.Δ), Αντώνη Σαμαρά. Αντιφάσεις;
Το ΚΙΝ.ΑΛ έχει δίκιο ως προς τούτο:
Ο Αλέξης Τσίπρας, πριν ακόμα την άνοδο του κόμματός του στην εξουσία, είχε προσπαθήσει να κλείσει τα μέτωπα της πρωτοδευτερο-μνημονιακής περιόδου –όταν με προχειρότητα, είναι αλήθεια, έβαλε κατά πάντων μην κοιτάζοντας οξυδερκώς προς το μέλλον-, και φλερτάριζε με την πολιτική ανακωχή με την περίοδο Καραμανλή, όπως, παράλληλα, εγκωμίαζε και την ιστορική συνεισφορά του Ανδρέα Παπανδρέου.
Το πρώτο, είναι επίσης αλήθεια, το έκανε με μεγαλύτερη επιμέλεια και επιμονή. Η πρόταση υποψηφιότητας για την Προεδρία της Δημοκρατίας στον Προκόπη Παυλόπουλο, και η εξαιρετική σχέση που ανέπτυξαν κατά την διάρκεια της προεδρίας του δεύτερου, εδραίωσαν ακόμα περισσότερο αυτή την άποψη. Είχε, άλλωστε, κυβερνητικό εταίρο τον (εκ της Ν.Δ) Πάνο Καμμένο, το κόμμα του οποίου (ΑΝ.ΕΛ) είχε δώσει έμφαση τα προηγούμενα χρόνια στην υπόθεση της τεχνητής διόγκωσης του ελλείμματος, το 2009-10 ως προλείανση του εδάφους για το πρώτο μνημόνιο και την επιτροπεία της τρόϊκας.
Έχει, όμως, κάποιο νόημα σήμερα να αντιμάχονται ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝ.ΑΛ για τον Καραμανλή, απούσης, μάλιστα, της παράταξης (Ν.Δ) που γράφει στο DNA της το όνομα του πρώην πρωθυπουργού; Ιδιαίτερα όταν συμφωνούν σε πολλά της κοινωνικής ατζέντας και όχι μόνο; Προφανώς κανένα, ει μη μόνο την προσπάθεια μερίδας του ΚΙΝ.ΑΛ να διατηρεί τεχνητά τις διαχωριστικές γραμμές με την Κουμουνδούρου.
Δεν υπάρχει, πλέον, κανένας στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ που να μην επισημαίνει το προφανές.Ό,τι, δηλαδή, η χρεοκοπία της χώρας έσκασε στα χέρια του Κώστα Καραμανλή. Όμως, μια χρεοκοπία δεν είναι κάτι στιγμιαίο. Υπάρχουν πολλά πριν συμβεί, και ίσως κάποια που δεν έχουν γίνει (ως πρόνοιες και ως προσπάθεια διάσωσης) από την στιγμή που διαπιστωθεί και μετά. Ήτοι, πριν τον Καραμανλή και μετά απ΄ αυτόν.
Ωστόσο, το πολιτικό σύστημα, ή ακριβέστερα τα δύο κόμματα που αποτέλεσαν τους πυλώνες του παλαιότερου δικομματισμού, ουδέποτε συζήτησαν ουσιαστικά για την χρεοκοπία της ελληνικής οικονομίας. Το ΠΑΣΟΚ επέρριψε πλήρως και αποκλειστικά τις ευθύνες στην περίοδο 2007-09 (όλοι θυμόμαστε την επιμονή επ΄ αυτού του Γιάννη Στουρνάρα, είτε ως πρόεδρος του ΙΟΒΕ, είτε ως υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Σαμαρά), και η Ν.Δ (Σαμαράς και Μητσοτάκης) πετούσε πάντοτε την μπάλα στην κερκίδα. Η “εποποιία” Λιβανού και οι βαλίτσες Δούκα επανέφεραν τη συζήτηση αλλά όχι οργανωμένα. Μόνο ως αφορμή (;) για να επιβεβαιώσουν κάποιοι στο ΚΙΝ.ΑΛ την τακτική των ίσων αποστάσεων.
Αντί, για παράδειγμα, να ερωτηθεί η κυβερνώσα παράταξη εάν υιοθετεί την άποψη πως η χώρα πτώχευσε επί Καραμανλή, εγκαλείται ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ επειδή -υποτίθεται- απαλλάσσει εκείνη την κυβέρνηση της Ν.Δ. Κλαυσίγελος.
Ο δε Καραμανλής, οργίζεται -όπως λέει το…ρεπορτάζ- αλλά εξακολουθεί να σιωπά για όσα συνέβησαν ή δεν συνέβησαν περί την περιγραφή Δούκα. Και οι εναπομείναντες “καραμανλικοί” της Ν.Δ, ούτε λέξη…
Εν κατακλείδι, η πολιτική αντιπαράθεση έχει ξοδέψει χιλιάδες πολιτικές “εργατοώρες” για το περιπετειώδες καλοκαίρι του 2015, αποφεύγει, όμως, εδώ και μια δεκαετία να σκύψει στα αίτια της καταστροφής. Για την οποία οι ευθύνες δεν ήταν “στιγμιαίες”. Μετέωρη έμεινε, άλλωστε, κι εκείνη η δέσμευση του Αντώνη Σαμαρά για την “μία και μόνη Εξεταστική επιτροπή” που θα διερευνούσε πως η χώρα εισήλθε στο πρώτο μνημόνιο…
*Κάποιος επώνυμος Αβδηρίτης ενοικίασε έναν όνο για να μεταφέρει αυτόν και τις αποσκευές του σε άλλη πόλη. Περπατώντας σε ένα άνυδρο και άδενδρο τοπίο θέλησε το μεσημέρι να ξεκουραστεί και κάθισε στη σκιά του ζώου. Ο αγωγιάτης τότε του ζήτησε επιπλέον αμοιβή για την παρασχεθείσα από τον όνο ευεργετική σκιά την οποία όμως αρνήθηκε ο ενοικιαστής. Η διαφορά οδηγήθηκε στα δικαστήρια και μετά από αλλεπάλληλες δικαστικές αποφάσεις έφθασε ως τη Βουλή των τετρακοσίων. Εν τω μεταξύ η πόλη είχε αναστατωθεί και σχεδόν παραλύσει λόγω του ότι οι πολίτες είχαν διαιρεθεί σε δυο στρατόπεδα, τους «Σκιερούς», δηλαδή των οπαδών της σκιάς του όνου ως αυθύπαρκτου και αυτοτελούς πράγματος και τους «ονικούς» δηλαδή εκείνων της έννοιας του όνου ως συνολικού και ενιαίου αντικειμένου στη συναλλαγή. Λέγεται όμως προτού λήξει η δίκη, την λύση έδωσαν κάποιοι άγνωστοι, που εξόντωσαν τον ατυχή όνο και έτσι μη υπάρχοντος του πειστηρίου η υπόθεση ετέθη στο αρχείο.