Συναγερμός έχει σημάνει για τα αποθέματα του φυσικού αερίου στην Ελλάδα εξαιτίας της ουκρανικής κρίσης καθώς σύμφωνα με πληροφορίες του Euro2day.gr, στο μεσοδιάστημα από την τελευταία σύσκεψη που έγινε στο Μαξίμου, στις 14 Φεβρουαρίου, ενόψει της απειλής που συνεπαγόταν η κλιμακούμενη ένταση Ρωσίας- Ουκρανίας, δεν υπήρξε σχεδιασμός για την έλευση έκτακτων φορτίων στη Ρεβυθούσα, πλην των ήδη προγραμματισμένων.
Αποτέλεσμα είναι το εγχώριο ενεργειακό σύστημα να ποντάρει στη διατήρηση των ήπιων θερμοκρασιών για την εποχή, ώστε να αντέξει για δέκα ημέρες με τα αποθέματα φυσικού αερίου, στη θεωρητική περίπτωση που ξαφνικά κοπεί η ροή του αερίου από τη Ρωσία.
Έτσι, πριν από δύο ημέρες, στις 20 του μηνός, ήρθε στη Ρεβυθούσα του ΔΕΣΦΑ το προγραμματισμένο φορτίο της Mytilineos, που διαμορφώνει τα σημερινά αποθέματα σε 770.000 MWh ή 114.800 κ.μ. Από την ποσότητα αυτή, ωστόσο, ήδη ένα μέρος έχει αεριοποιηθεί και διοχετευθεί στην αγορά.
Δύο ακόμη προγραμματισμένα φορτία LNG, της ΔΕΗ και της Elpedison, που αναμένονται να εκφορτωθούν αύριο και μεθαύριο στις δεξαμενές της Ρεβυθούσας, θα ανεβάσουν τα αποθέματα της χώρας σε φυσικό αέριο στα ανώτατα επίπεδα, ήτοι, περί τις 1.300.000 MWh ή 200.000 κ.μ., τα οποία μπορούν να εξασφαλίσουν ενεργειακή επάρκεια για τη χώρα επί ένα 10ήμερο. Κι αυτό υπό την προϋπόθεση ότι η κατανάλωση θα διατηρηθεί στα χαμηλότερα επίπεδα των 150-160.000 MWh, εξαιτίας της «ανάσας» που δίνουν στη ζήτηση οι κλιματικές συνθήκες των τελευταίων ημερών.
Τα επόμενα προγραμματισμένα φορτία που αναμένονται στη Ρεβυθούσα είναι στις 7 Μαρτίου, υπολογίζονται συνολικά σε 1.000.000 MWh ή 145-146.000 κ.μ. και θα τα φέρουν οι Mytilineos και Elpedison.
Με αυτά τα δεδομένα και πάντα υπό την αίρεση των αυστηρών κυρώσεων της Ε.Ε. στη Ρωσία, μετά τις χθεσινές εξελίξεις και το διάγγελμα Πούτιν, που νομοτελειακά θα συμπαρασύρουν και την τροφοδοσία της Ελλάδας, η εναλλακτική λύση που παραμένει στο τραπέζι είναι να γυρίσουν σε πετρελαϊκές τέσσερις μονάδες φυσικού αερίου, που διαθέτουν αυτή τη δυνατότητα. Πρόκειται για τις δύο μονάδες της ΔEΗ, ΑΗΣ Λαύριο 4 και ΑΗΣ Κομοτηνή Ι, τις δύο της Elpedison, στη Θεσσαλονίκη και τη Θίσβη και μία της ΗΡΩΝ. Με αυτό τον τρόπο εκτιμάται ότι θα εξοικονομηθούν περί τις 50-60 GWh παραγωγής με φυσικό αέριο την ημέρα.
Επίσης, προσδοκάται και η δυνατότητα κάλυψης των αναγκών της ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ, εφόσον, βέβαια, το επιτρέπουν οι κλιματικές συνθήκες.
Η προσφυγή σε άλλες, άμεσες, εναλλακτικές λύσεις, λένε πηγές της αγοράς, εμφανίζονται να παρουσιάζει δυσκολίες. Ενδεικτικά, μεγαλύτερες ποσότητες μέσω του TAP είναι αμφίβολο ότι μπορούν να έρθουν, με δεδομένα τα αποθέματα του κοιτάσματος Σαχ Ντενίζ, του Αζερμπαϊτζάν. Ενδεχομένως, τονίζεται, να ζητηθεί από την Ιταλία να πάρει μικρότερες ποσότητες μέσω του TAP, αν παραστεί ανάγκη για το εγχώριο σύστημα, με το επιχείρημα ότι οι Ιταλοί έχουν περισσότερες οδεύσεις για την κάλυψη της ζήτησής τους. Κι αυτό, όμως, θα εξαρτηθεί από τον βαθμό πίεσης που θα υποστεί η Ιταλία.
Δεν είναι γνωστό, επίσης, το μέγεθος της ανταπόκρισης από την αλγερινή Sonatrach, από την οποία φέρνει συμβολαιοποιημένο αέριο η ΔΕΠΑ Εμπορίας. Κι αυτό γιατί θεωρείται βέβαιο ότι ανάλογα αιτήματα θα δεχθούν οι Αλγερινοί και από άλλες χώρες.
Το ότι η κυβέρνηση κινείται με τη λογική του «βλέποντας και κάνοντας» φάνηκε και από τα όσα είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ο οποίος υποδέχθηκε σήμερα στο Μέγαρο Μαξίμου υπουργική αντιπροσωπεία από τη Βουλγαρία που πραγματοποιεί επίσκεψη εργασίας στη χώρα μας, υπό τον αναπληρωτή πρωθυπουργό και υπουργό Οικονομικών Άσεν Βασίλεφ, καθώς εκτιμά ότι η κρίση θα είναι «βραχυπρόθεσμη».
«Χαίρομαι πολύ που σας καλωσορίζω εδώ. Έκανα κάποιες παρατηρήσεις για την κατάσταση στην Ουκρανία καθώς και επισημάνσεις σχετικά με το κρίσιμο ζήτημα της παροχής φυσικού αερίου. Είμαστε έτοιμοι να στηρίξουμε τη Βουλγαρία με κάθε δυνατό τρόπο ώστε να ξεπεράσει αυτό που εμείς θεωρούμε πως θα είναι μια βραχυπρόθεσμη κρίση» σημείωσε ο πρωθυπουργός.
Από την πλευρά της η κυβέρνηση επιχειρεί να καθησυχάσει, λέγοντας ότι κατά τη σημερινή συνεδρίαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας (ΚΥΣΕΑ), όσον αφορά την προμήθεια φυσικού αερίου, εξετάστηκαν όλα τα πιθανά σενάρια και έχουν ληφθεί όλα τα απαραίτητα μέτρα για τη συνέχιση του ομαλού εφοδιασμού της χώρας.
Ερώτηση για τις στρατηγικά λανθασμένες αποφάσεις της προκλητικά αμειβόμενης Διοίκησης της ΔΕΗΔΕΗ +0,52%, για τις οποίες όμως στέλνει τον λογαριασμό σε όλη την ελληνική κοινωνία, κατέθεσαν σαράντα οκτώ (48) βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, με πρωτοβουλία του τομεάρχη Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σωκράτη Φάμελλου.
Τονίζουν ότι ενώ απειλείται η βιωσιμότητα των νοικοκυριών και των παραγωγικών δυνάμεων της Ελλάδας εξαιτίας της πρωτόγνωρης ακρίβειας στην ενέργεια και ειδικότερα στο ηλεκτρικό ρεύμα, με ξεκάθαρη ευθύνη της κυβέρνησης Μητσοτάκη, αποδεικνύεται πλέον περίτρανα ότι οι «επιτυχίες» της ΔEΗ στο χρηματιστήριο γίνονται στην πλάτη της ελληνικής κοινωνίας.
Συγκεκριμένα αναδεικνύουν τη λανθασμένη απόφαση της διοίκησης της ΔEΗ να θεωρήσει κανόνα και όχι συγκυρία τις χαμηλές τιμές φυσικού αερίου το 2020 και το πρώτο εξάμηνο του 2021, λόγω των παρατεταμένων lockdown, που την οδήγησε στο να προχωρήσει στη σύναψη μεγάλων δανείων με ρήτρα διοξειδίου του άνθρακα και πληρώνουν ακριβά οι καταναλωτές.
Όπως σημειώνουν, η βιαστική, καιροσκοπική και πιθανά χωρίς ασφαλιστικές δικλίδες απόφαση της διοίκησης της ΔEΗ έχει πολύ σημαντικές επιπτώσεις στους καταναλωτές και στην ελληνική οικονομία αλλά ουδεμία επίπτωση στα οικονομικά της ΔEΗ. Από τη μία, ενώ η ΔEΗ θα μπορούσε από την αρχή της κρίσης της έκρηξης των τιμών φυσικού αερίου, το φθινόπωρο του 2021, να έχει στο σύστημα και τις 8 διαθέσιμες λιγνιτικές μονάδες, που εν μέσω κρίσης είναι φθηνότερες από την παραγωγή με φυσικό αέριο, λόγω λανθασμένων επιλογών (δάνεια με ρήτρα CO2) αποφάσισε να έχει μόνο 3 μονάδες σε λειτουργία (πολλές μέρες και καμία λιγνιτική!) για να μεγιστοποιήσει τα κέρδη της και τα οικονομικά της αποτελέσματα το 2021, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις των επιλογών της στην τσέπη των καταναλωτών και συνολικά στην οικονομία της χώρας.
Από την άλλη, η απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων και η μη διάθεσή τους στο ηλεκτρικό σύστημα της χώρας και την αγορά, παρατηρήθηκε και στις ώρες αιχμής που επιτρέπει στους παραγωγούς να προσφέρουν τιμές μέχρι και 3000 €/MWh-e, αυξάνοντας το σχετικό κόστος για τους καταναλωτές.
Οι βουλευτές ζητούν από τη ΡΑΕ, ως οφείλει, ως ρυθμιστική αρχή, να ελέγξει αν οι ενέργειες των τεσσάρων κύριων παραγωγών που διαθέτουν θερμική παραγωγή συνιστούν εναρμονισμένες πρακτικές, στις περιόδους υψηλής ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας και στις ώρες αιχμής του Ελληνικού διασυνδεδεμένου συστήματος παραγωγής και μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και σχολιάζουν πως δεν μπορεί να αγνοηθεί ότι η στρατηγική της κυβέρνησης Μητσοτάκη και της διοίκησης της ΔEΗ άνοιξε την πόρτα σε αυτές τις πρακτικές.
Ζητούν, τέλος, να αποδοθούν ευθύνες στη Διοίκηση της ΔEΗ για την επιλογή της να προχωρήσει σε ομολογιακό δανεισμό με ρήτρα διοξειδίου του άνθρακα, με αποτέλεσμα να μη μειώνει το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας για τους καταναλωτές αφήνοντας εκτός συστήματος τις λιγνιτικές μονάδες, καθώς και ζητούν να μάθουν εάν έχει υπολογιστεί το κόστος που μεταφέρθηκε σε όλους τους καταναλωτές, η ζημία της ελληνικής οικονομίας και η ενεργειακή φτώχεια που έχει προκαλέσει αυτή η πρόχειρη και λανθασμένη επιλογή της διοίκησης της ΔEΗ.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ερώτησης:
Αθήνα, 18 Φεβρουαρίου 2022
ΕΡΩΤΗΣΗ
Προς τον κ. Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας
Θέμα: «Η κυβέρνηση Μητσοτάκη χρεώνει τα εγκληματικά λάθη των γαλάζιων παιδιών στους καταναλωτές και δυσφημίζει την πράσινη μετάβαση»
Ενώ η βιωσιμότητα των νοικοκυριών και των παραγωγικών δυνάμεων της Ελλάδας απειλείται εξαιτίας της πρωτόγνωρης ακρίβειας στην ενέργεια, και ειδικότερα στο ηλεκτρικό ρεύμα, με ξεκάθαρη ευθύνη της κυβέρνησης Μητσοτάκη, αποδεικνύεται πλέον περίτρανα ότι οι «επιτυχίες» της ΔEΗ στο χρηματιστήριο γίνονται στην πλάτη της ελληνικής κοινωνίας.
Η συγκυρία του 2020 και του πρώτου εξαμήνου του 2021, που λόγω των παρατεταμένων lockdown οδήγησε σε ιδιαιτέρως χαμηλές τιμές φυσικού αερίου, οδήγησε στη βιαστική απόφαση της ΔEΗ (βλ. ΡΑΕ, Market Reform Plan for Greece, July 29, 2021) να σταματήσει τη λειτουργία των λιγνιτικών της μονάδων το 2021 αντί του 2023, χωρίς να έχει προβλέψει και να έχει κάνει τις απαραίτητες επενδύσεις για την αντικατάσταση τους με ισοδύναμες μονάδες Α.Π.Ε..
Η διοίκηση της ΔEΗ, με επιστολή της προς τη ΡΑΕ και τον ΑΔΜΗΕ την 22α Φεβρουαρίου του 2021, ανακοίνωσε την απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων τον Αύγουστο του 2021 για οικονομικούς λόγους, επιστολή που δεν έγινε αποδεκτή από τον ΑΔΜΗΕ για λόγους ασφάλειας του συστήματος, δεδομένου ότι η απόσυρση 2.256 MW από το κατανεμημένο σύστημα θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στο ηλεκτρικό σύστημα και στην ασφάλεια εφοδιασμού με ηλεκτρική ενέργεια της χώρας. (βλ. ΡΑΕ, Market Reform Plan for Greece, July 29, 2021). Εκείνη τη εποχή αρχές του 2021, οι λιγνιτικές μονάδες ήταν ακριβότερες των μονάδων φυσικού αερίου.
Όμως, η διοίκηση της ΔEΗ, σίγουρη για την στρατηγική της των χαμηλών τιμών φυσικού αερίου, ρίσκαρε και προχώρησε στη σύναψη μεγάλων δανείων με ρήτρα διοξειδίου του άνθρακα, όντας σίγουρη για τον ακαριαίο θάνατο των λιγνιτικών, λόγω φθηνού φυσικού αερίου και υψηλών τιμών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Ο «πράσινος δανεισμός» πέρασε στη δημοσιότητα με έντονους πανηγυρισμούς, διότι η ΔEΗ έπαιρνε πιο φτηνό χρήμα, αποπλήρωνε παλιά δάνεια και βελτίωνε τα κέρδη της. Όπως όμως τραγικά αποδεικνύεται το βαρύτατο κόστος έπεσε στους καταναλωτές.
Τον Μάρτιο του 2021, η ΔEΗ εξέδωσε (μέσω Goldman Sachs-HSBC) ομόλογα βιωσιμότητας ύψους 775 εκατομμυρίων ευρώ με ρήτρα μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 40%.
Τον Ιούλιο, μέσω ομολόγου αειφορίας, συγκέντρωσε 500 εκατομμύρια ευρώ με επιτόκιο 3,375% και την υποχρέωση να μειώσει εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά 57%.
Τον Αύγουστο εξέδωσε κοινό ομολογιακό δάνειο 300 εκατομμυρίων (Alpha, Eurobank), αναλαμβάνοντας την υποχρέωση να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά 40% έως το τέλος του 2022.
Αυτός ο δανεισμός της ΔEΗ όμως προβλέπει συγκεκριμένες ποινές και αυξημένα επιτόκια, εάν διαπιστωθεί ότι αυξάνονται οι εκπομπές λόγω λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων που εκπέμπουν περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα από εκείνες του φυσικού αερίου.
Η βιαστική, καιροσκοπική και πιθανά χωρίς ασφαλιστικές δικλείδες απόφαση της διοίκησης της ΔEΗ έχει πολύ σημαντικές επιπτώσεις στους καταναλωτές και στην ελληνική οικονομία, αλλά ουδεμία επίπτωση στα οικονομικά της ΔEΗ. Και αυτό γιατί, για τη ΔEΗ, το υψηλό κόστος ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο είναι αδιάφορο οικονομικά, εφόσον μέσω των υψηλών τιμών στη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας τις μεταφέρει αυτούσιες στους καταναλωτές.
Η ΔEΗ, με απλά λόγια, μια εταιρεία που το Δημόσιο κατέχει το 34% δεν έχει κανένα κίνητρο αλλά ούτε και στρατηγική αλλά και συμφέρον να συγκρατήσει χαμηλά τις τιμές χονδρικής, τουναντίον μάλιστα, επωφελείται και από τα παιγνίδια των υπολοίπων παικτών που ανεβάζουν τις τιμές στη διάρκεια των ωρών της ημερήσιας αιχμής.
Και αυτό είναι εις βάρος της ελληνικής οικονομίας και της κοινωνίας, εφόσον από τα στοιχεία που δημοσιεύονται στο E.E.X. (European Energy Exchange), το μέσο μεταβλητό κόστος παραγωγής λόγω καυσίμου και εκπομπών των μονάδων αυτών κυμαίνεται μεταξύ 170 – 300 €/MWh-e, ενώ για τις λιγνιτικές μονάδες το μέσο μεταβλητό κόστος παραγωγής λόγω καυσίμων και εκπομπών ανέρχεται σε 145 €/MWh-e. Συγκρίνοντας λοιπόν τις τιμές παρατηρούμε ότι οι λιγνιτικές μονάδες είναι πολύ φθηνότερες από τις μονάδες Φ.Α.
Όμως, λόγω του δανεισμού με ρήτρα διοξειδίου του άνθρακα, αυτή την περίοδο (Ιανουάριος αρχές Φεβρουαρίου) η ΔEΗ λειτουργεί 3 μόνο από τις 8 διαθέσιμες λιγνιτικές μονάδες, αν και γνωρίζει ότι η λειτουργία τους είναι επικερδής. Με απλά λόγια, ενώ θα μπορούσε από την αρχή της έκρηξης των τιμών φυσικού αερίου, το φθινόπωρο του 2021, να έχει στο σύστημα και τις 8 διαθέσιμες λιγνιτικές μονάδες, λόγω λανθασμένων επιλογών (δάνεια με ρήτρα CO2), αποφάσισε να έχει μόνο 3 μονάδες σε λειτουργία (πολλές μέρες και καμία λιγνιτική !) για να μεγιστοποιήσει τα κέρδη της και τα οικονομικά της αποτελέσματα το 2021 αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις των επιλογών της στην τσέπη των καταναλωτών και συνολικά στην οικονομία της χώρας.
Ένα άλλο πολύ σημαντικό στοιχείο που ώθησε τη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας σε τιμές πολύ υψηλότερες των 150 €/MWh-e είναι το γεγονός ότι με την απόσυρση των λιγνιτικών και τη μη διάθεση τους στο ηλεκτρικό σύστημα της χώρας και την αγορά, παρατηρήθηκε στις ώρες αιχμής έλλειψη επαρκούς ισχύος που επιτρέπει στους παραγωγούς να προσφέρουν τιμές μέχρι και 3.000 €/MWh-e.
Παρότι η ΡΑΕ οφείλει, ως ρυθμιστική αρχή, να ελέγξει αν οι ενέργειες των τεσσάρων κύριων παραγωγών που διαθέτουν θερμική παραγωγή συνιστούν εναρμονισμένες πρακτικές, στις περιόδους υψηλής ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας και στις ώρες αιχμής του Ελληνικού διασυνδεδεμένου συστήματος παραγωγής και μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε ότι η στρατηγική της κυβέρνησης Μητσοτάκη και της διοίκησης της ΔΕΗΔΕΗ +0,52% άνοιξε την πόρτα για αυτές τις πρακτικές.
Υπάρχουν συνεπώς τεράστιες ευθύνες για τις υπέρογκες επιβαρύνσεις των καταναλωτών ηλεκτρικού ρεύματος με ένα όνομα: κυβέρνηση Μητσοτάκη, καθώς και ευθύνες που πρέπει να αποδοθούν στη Διοίκηση της ΔEΗ.
Ευθύνες υπάρχουν ακόμη για το ότι, με τις στρατηγικά λάθος επιλογές της κυβέρνησης και της Διοίκησης της ΔEΗ, δυσφημείται και η αναγκαιότητα της Πράσινης Μετάβασης αφού, οι καταναλωτές, λόγω της κυβέρνησης Μητσοτάκη, δε βλέπουν κανένα όφελος από τη χωρίς σχέδιο απολιγνιτοποίηση που τους επιβαρύνει και με οικονομικούς όρους.
Βάσει των παραπάνω ερωτάται ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας:
1. Θα αποδοθούν ευθύνες στη Διοίκηση της ΔEΗ για την επιλογή της να προχωρήσει σε ομολογιακό δανεισμό με ρήτρα διοξειδίου του άνθρακα, με αποτέλεσμα να μη μειώνει το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας για τους καταναλωτές αφήνοντας εκτός συστήματος τις λιγνιτικές μονάδες;
2. Έχει υπολογιστεί το κόστος που μεταφέρθηκε σε όλους τους καταναλωτές, η ζημία της ελληνικής οικονομίας και η ενεργειακή φτώχεια που έχει προκαλέσει αυτή η πρόχειρη και λανθασμένη επιλογή της διοίκησης της ΔEΗ; Η γαλάζια διοίκηση της ΔEΗ θα απολαύσει τα χρυσά μπόνους που της έχει προβλέψει ο κος Μητσοτάκης ή θα ζητηθεί άμεσα η παραίτηση της;
3. Θα διερευνήσει η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας εάν η μη συμμετοχή όλων των διαθέσιμων λιγνιτικών μονάδων στις περιόδους υψηλής ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας και στις ώρες αιχμής του Ελληνικού διασυνδεδεμένου συστήματος παραγωγής και μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας οδηγεί σε κρίση επάρκειας και στην υλοποίηση εναρμονισμένων πρακτικών, δηλαδή καρτέλ, όπως καταγγέλλει και η ελληνική βιομηχανία;