Μέσα σε μια νύχτα ο Ψυχρός Πόλεμος έγινε θερμός. Ο Τζο Μπάιντεν μίλησε για «πόλεμο εκ προμελέτης» και χρέωσε στον Πούτιν την ιστορική ευθύνη για την καταστροφή στην Ουκρανία, το Spiegel έγραψε πως «αυτό που διακυβεύεται είναι η ειρήνη στην Ευρώπη, την Ευρώπη όπως την ξέρουμε από το 1990 και μετά», και η Handelsblatt θύμισε ότι «ο Καρλ Μαρξ έλεγε ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται, αρχικά ως τραγωδία και στη συνέχεια ως φάρσα. Ο Πούτιν τώρα», έγραψε, «έχει αντιστρέψει αυτή τη σειρά».
Ο Ζοζέπ Μπορέλ ήταν ο πιο δραματικός. Ξέχασε τους πανηγυρισμούς για τα ψώνια στο Μιλάνο και τα πάρτι στο Σεν Τροπέ που χάνουν οι ρώσοι ολιγάρχες και μίλησε για τις «πιο σκοτεινές ώρες στην Ευρώπη από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου». Κι έστειλε μήνυμα στο Κρεμλίνο απειλώντας με «τις πιο σκληρές κυρώσεις που έχουν επιβληθεί ποτέ στα ευρωπαϊκά χρονικά».
Οι πιο κυνικοί ίσως ήταν οι κινέζοι. «Όταν οι ΗΠΑ έστηναν πέντε κύματα διεύρυνσης του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, στην πόρτα της Ρωσίας, δεν σκέφτηκαν ποτέ ποιες θα ήταν οι συνέπειες; Ποιες συνέπειες έχει το να στριμώχνεις μια μεγάλη χώρα στον τοίχο:», αναρωτήθηκε ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών στην Κίνα. Κι έδειξε καθαρά ποιες είναι οι συμμαχίες ισχύος στην νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων – όπως και ότι το ραντεβού Πούτιν και Σι Τζιπίνγκ στις 4 Φεβρουαρίου στο Πεκίνο δεν ήταν χαλαρό κοσμικό event των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων.
Μεταξύ κυνισμού και δράματος η νέα πραγματικότητα είναι πόλεμος επί ευρωπαϊκού εδάφους. Ενας πόλεμος, ο οποίος πριν ακόμη πέσει η πρώτη βόμβα είχε και τον πρώτο ηττημένο, την ίδια την Ευρώπη. Διότι όσες απειλές περί «ιστορικών αντιποίνων» κι εάν εξαπολύουν προς την Μόσχα ο Ζοζέπ Μπορέλ και η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ισχύει απλώς εκείνο που επισημαίνει το CNN: «Μια τιμωρία της Ρωσίας για την επέμβαση στην Ουκρανία που θα έχει κόστος για τον Πούτιν, προϋποθέτει και αντίστοιχο κόστος για την Δύση».
Για την Ευρώπη το κόστος αυτό μπορεί να είναι και καταλυτικό. Διότι είναι ο μεγάλος ενεργειακός όμηρος της Ρωσίας, διότι βιώνει ήδη πληθωριστική κρίση που απειλεί να εξελιχθεί σε κρίση διαβίωσης, και διότι με το πρώτο ρωσικό χτύπημα στην Ουκρανία η τιμή του φυσικού αερίου έκανε άλμα 41% και το πετρέλαιο ξεπέρασε τα 103 δολάρια το βαρέλι.
Ολοι οι διεθνείς αναλυτές συμφωνούν ότι το μοναδικό, ουσιαστικό πλήγμα για την Μόσχα θα ήταν να κλείσουν οι δυτικές αγορές στο ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Με το 40% των ευρωπαϊκών προμηθειών αερίου να εξαρτώνται από την ρωσική Gazprom αυτό απλώς δεν μπορεί να γίνει – θα ήταν αυτοχειρία. Μένουν οι συμβατικές οικονομικές κυρώσεις με κύριο όπλο τον αποκλεισμό της Ρωσίας από τις δυτικές αγορές κεφαλαίου, το «κόψιμο» δηλαδή της ρωσικής χρηματοδότησης από την Δύση.
Είναι ένα μέτρο που θα μπορούσε ίσως να έχει αντίκρυσμα πριν από 10 χρόνια. Τώρα όμως «ο Πούτιν απλώς γελά» όπως λέει, επίσης κυνικά, ο επικεφαλής του γερμανικού οικονομικού ινστιτούτου IFO Κλέμενς Φιστ.
Ο λόγος που ο Πούτιν μπορεί να γελά είναι ότι μετά το 2014, την προσάρτηση της Κριμαίας και τον πρώτο γύρο των δυτικών κυρώσεων, η Ρωσία έθεσε σε εφαρμογή στρατηγική οικονομικής απεξάρτησης από την Δύση και μαζικής από-δολαριοποίησης της οικονομίας της.
Με βάση τα στοιχεία του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, το εξωτερικό χρέος της χώρας βρισκόταν πέρσι μόλις στο 5% του ΑΕΠ και στα 80 δις δολάρια. Το 2021 το ρωσικό δημόσιο προχώρησε μόνον σε μία έκδοση ευρωομολόγου ύψους 3 δις δολαρίων, ενώ ευρωομόλογο 2 δις δολαρίων είχε εκδώσει και η Gazprom για την χρηματοδότηση του project του NorStream 2. Ητοι, η εξάρτηση της ρωσικής χρηματοδότησης από τις δυτικές αγορές είναι πλέον ελάχιστη.
Επί πλέον, επί δέκα χρόνια η Μόσχα δούλευε τον επαναπροσνατολισμό της εμπορικής της πολιτική – έναν επαναπροσανατολισμό που βασίστηκε σε ένα μίγμα εσωστρέφειας και αυτάρκειας, με παράλληλη στροφή προς την Κίνα. Με βάση τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας στην Ρωσία αναλογούσε το 1,9% του διεθνούς εμπορίου το 2020 από 2,8% το 2013, και είχε πέσει στην 11η θέση της παγκόσμιας κατάταξης. Ο εξαγωγικός ορίζοντας της χώρας έχει σαφώς αλλάξει την τελευταία δεκαετία και, αντί της Ολλανδίας η πρώτη εξαγωγική της αγορά είναι πλέον η Κίνα. Η Κίνα είναι επίσης ο κορυφαίος προμηθευτής της Ρωσίας σε εισαγωγές.
Εάν σε αυτά προστεθεί το γεγονός ότι η Ρωσία εξάγει το 6% και το 7% της παγκόσμιας προσφοράς αλουμινίου και νικελίου, ελέγχει το 10% των παγκόσμιων αποθεμάτων χαλκού και παράγει, μαζί με την Ουκρανία, το 29% των σιτηρών όλου του πλανήτη, είναι προφανές τι έκανε ο Πούτιν μετά την Κριμαία: Κάλυψε τα οικονομικά και εμπορικά νώτα του έναντι των δυτικών κυρώσεων.
Η Ευρώπη έκανε το ακριβώς αντίθετο – ή, για την ακρίβεια, δεν έκανε τίποτα. Ισχύει εν ολίγοις, εκείνο που λέει στο Bloomberg ο Τιμ Πάρτριτζ, αναλυτής της DB Group Europe, για την Γερμανία: « Η Γερμανία», λέει, «πυροβόλησε τα πόδια της με το κλείσιμο των μονάδων παραγωγής λιγνιτικής και πυρηνικής ενέργειας». Οι ίδιοι πυροβολισμοί έπεσαν, μαζικά, σε όλη την Ευρώπη με την απολιγνιτοποίηση-εξπρές, χωρίς καμία διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας…