Πέφτει το απομεσήμερο στην πόλη. Δεν ξέρω τι συμβαίνει παραέξω, αλλά έχω τον νου προσηλωμένο στην Ουκρανία, στην οργανωμένη απόπειρα να πάει στράφι ολόκληρος λαός, και ασχολούμαι να βρω ένα βιβλίο που δεν διάβασα και μια τηλεοπτική εμπειρία που θα με θυμώσει. Η ολόθερμη συμμαχία της Ευρώπης με τον Μπάιντεν, καλά κρατεί. Βρήκαν παπά, θα θάψουν ολόκληρα τάγματα από συναισθηματικές μελούρες, αρκεί να μη υπάρξει αντίδραση έμπρακτη,και οι Ρώσοι να ξετυλίξουν απείραχτοι την φρίκη τους.
Εξάλλου, η ώρα είναι κατάλληλη: το απομεσήμερο στην πόλη, όχι το Σάββατο κι απόβραδο και ασετυλίνη, έχει εκτονώσει τις ειδήσεις του μεσημεριού, το καθημερινό ζάπινγκ έχει ένα «ρουκ ζουκ» με εφηβάκια που αγνοούν τα πάντα, και έναν Μουτσινά που ρωτάει το επιτελείο του για όλα, αλλά όταν τραγουδάει περιπαθώς με την ασταθή φωνή του, ονειρεύεσαι πως αυτοκτονείς με το μαχαίρι του Ατζεσιβάνο. Τι απομένει: ένας στραβοκάνης πασίγνωστος που «χτύπησε» ολέθρια μερικές γενιές θεατών, από το τέλος του άλλου αιώνα και συν γυναικί, σε άλλη συχνότητα, ενδύονται το ύφος του βαθέως ανήσυχου Αρτεμίδωρου και σύ αναζητάς έναν Βρούτο για να σε μαχαιρώσει, να τελεύεις.
Ο στραβοκάνης έχει περιπαθή φωνή, είναι «λαοτικός» και όχι λαοφιλής και το ρεπορτάζι του, περιέχει το ζήτημα των τριών παίδων εν καρδιολόγοις, μια περιγραφή ουκρανικής «υπόγας», του ρεμπέτικου του Μπέζου όπου «μπαίνει ένας μπάτσος με το κούφιο / και ρίχνει μούσμουλα στο ρούφο» και συνέντευξη με τρομοκρατημένον που απήχθη προ ημερών και ο στραβοκάνης περιμένει να καταρρεύσει ενώπιον του τηλεοπτικού κοινού.
Φυσικά, ο λυρικός στραβοκάνης είναι ασυμβίβαστα με το μέρος του θεατή. Είναι τμήμα της Κοινής Γνώμης, ανενδοιάστως. Βέβαια, η υπόγα που δείχνει στο ρεπορτάζ της Ουκρανίας, έχει τόσες λεπτομέρειες, ώστε η «άλλη χώρα» που κατασκοπεύει τα πάντα είναι έτοιμη να ανοίξει την μοτορόλα και να ξεράσει σωστές πληροφορίες στους επιδρομείς που αδημονούν.
Μια, δυο, τρεις, γέρασα με Μποφίλιου και άλλους «ήξεις αφήξεις» δυναμικούς, και ονειρεύομαι μια παλιά «Εκλογή» της Ελένης Βλάχου που είχε βρεθεί στο πατρικό μου και όταν βαρυόμουνα τις εγκυκλοπαίδειες ως έφηβος, διάβαζα το «έγκλημα της οδου Μοργκ» του Έντγκαρ Άλλαν Πόου, ένα υβρίδιο αστυνομικού μελό.
(Για τους περίεργους, ο δολοφόνος ήταν μια μαϊμού).
Δυστυχώς, δεν μπορώ να χρησιμοποιήσω ως φινάλε το Παπαδιαμάντειο επιφώνημα ώστε η Ελευθώ να με εγκαταστήσει ως «βοσκόν εις τα όρη» , διοτι αύγασε η Σαρακοστή και πασχάζει απο τον άλλον μήνα η Αγορά, με τις μπετζίνες και τα πετρόλια και τα αέρια στις αντλίες και πόσο πάει το βερίκοκκο, ρίκο ,ρίκο, ρίκοκο.
Πρώτη δημοσίευση στο Facebook