Ζούμε το τέλος της παγκοσμιοποίησης; Το ερώτημα αυτό απασχολεί ολοένα και πιο έντονα τον δημόσιο διάλογο σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο διεθνώς, ιδιαίτερα μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την αύξηση των οικονομικών κυρώσεων της Δύσης απέναντι στη Μόσχα, εξέλιξη που εγγράφεται σε μια αλληλουχία εντάσεων και κρίσεων προς την κατεύθυνση αυτή.
Βαγγέλης Βιτζηλαίος*
Η εμπέδωση της τάσης απο-παγκοσμιοποίησης
Το Brexit, η προεδρική θητεία του Ντόναλντ Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες και η πανδημία διαμόρφωσαν «εξωτερικές» συνθήκες αμφισβήτησης της «ομαλής» λειτουργίας του πλαισίου της οικονομικής παγκοσμιοποίησης η οποία βέβαια είχε «ενδογενώς» διαταραχθεί από την κρίση του 2008 στις ΗΠΑ και της Ευρώπης το 2010, με τον πόλεμο στην Ουκρανία να μοιάζει καταλύτης για τις αντίστροφες δυναμικές και να επιταχύνει την τάση απo-παγκοσμιοποίησης.
H παγκοσμιοποίηση, με όρους ανοικτότητας στο διεθνές εμπόριο, βρίσκεται σε φάση υποχώρησης για πρώτη φορά μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου(τέλος δεύτερης φάσης). Η πρώτη φάση εξέλιξης της παγκοσμιοποίησης (1870 – 1914) τερματίστηκε με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με τις πολεμικές συγκρούσεις να αποτελούν διαχρονικά ανασταλτικό παράγοντα της διεθνούς συνεργασίας και ανάπτυξης του εμπορίου. Από τη δεκαετία του 1980 και έπειτα (δηλαδή μετά την τρίτη φάση της περιόδου 1945-1980), με την επικράτηση του νεοφιλελεύθερου οικονομικού υποδείγματος και της νεοκλασικής σχολής οικονομικής σκέψης υπό την αμερικανική ηγεμονία, η παγκοσμιοποίηση, με σύμμαχο και την εκθετική ανάπτυξη της τεχνολογίας –τηλεπικοινωνίες, μεταφορές κ.ά.–έφτασε στο απόγειό της. Η τέταρτη αυτή φάση της παγκοσμιοποίησης τερματίστηκε με το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του τέλους της δεκαετίας του 2000. Έκτοτε, η τάση της απο-παγκοσμιοποίησης ενισχύεται, με την πέμπτη φάση, στην οποία βρισκόμαστε έως σήμερα, να χαρακτηρίζεται ως «βραδεία παγκοσμιοποίηση» (slowbalisation).
Οι κυρώσεις στη Ρωσία διαμορφώνουν νέο τοπίο στην παγκόσμια οικονομία
Η έκταση των οικονομικών κυρώσεων της Δύσης (οι οποίες άρχισαν το 2014, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας,ως μοχλός πίεσης προς τον πρόεδρο Πούτιν), μετά την εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου στην Ουκρανία, οδηγεί τη Ρωσία σε οικονομική απομόνωση και παράγει νέους συσχετισμούς στην παγκόσμια οικονομία, με τάσεις περιφερειοποίησης και κατακερματισμού.
To Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, σε πρόσφατη ανάλυσή του με τίτλο Πώς ο πόλεμος στην Ουκρανία αντηχεί σε όλες τις περιοχές του κόσμου, προειδοποίησε ότι «μακροπρόθεσμα, ο πόλεμος ενδέχεται να αλλάξει θεμελιωδώς την παγκόσμια οικονομική και γεωπολιτική τάξη, εάν υπάρξουν αλλαγές στην αγοράενέργειας, αναδιαρθρωθούν οι εφοδιαστικές αλυσίδες, κατακερματιστούν τα δίκτυα πληρωμών και οι χώρες επανεξετάσουν τα συναλλαγματικά αποθέματα». Σύμφωνα με την GoldmanSachs, οι σημερινές γεωπολιτικές εντάσεις αποτελούν συνέχεια της τάσης απο-παγκοσμιοποίησης σε ένα περιβάλλον με οικονομικές κυρώσεις, εμπορικούς πολέμους και πολιτικές προστατευτισμού, ενισχύοντας τις προ-υφιστάμενες πληθωριστικές πιέσεις διεθνώς.
Στην ανάλυση της επενδυτικής τράπεζας σημειώνεται, μάλιστα, ότι «παρότι οι κυρώσεις έχουν σκοπό να αποδυναμώσουν τις χώρες στις οποίες επιβάλλονται, στην πράξη η απο-παγκοσμιοποίηση τις κάνει πιο ανθεκτικές απέναντι σε οικονομικές απειλές, ενισχύοντας την οικονομική τους αυτάρκεια». Ο επικεφαλής οικονομολόγος και αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας του ΟΟΣΑ Λόρενς Μπουν, με τη σειρά του, τονίζει ότι «αυτός ο πόλεμος έχει δημιουργήσει δυνάμεις απο-παγκοσμιοποίησης, που θα μπορούσαν να έχουν εκτεταμένες και απρόβλεπτες συνέπειες. Η κυβερνητική πολιτική έχει να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην αποκατάσταση μέρους της εμπιστοσύνης που έχουμε απωλέσει».
Πώς θα είναι η «νέα» παγκοσμιοποίηση;
Αν όμως όντως ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι προεκτάσεις του σηματοδοτούν το τέλος της παγκοσμιοποίησης όπως τη βίωσε ο πλανήτης τις τελευταίες δεκαετίες, πού οδηγούμαστε και πώς θα είναι η «νέα» συνθήκη; Αυτό είναι ένα ερώτημα που προς το παρόν δεν μπορεί να απαντηθεί με σιγουριά.
Με όρους παγκόσμιας (οικονομικής) τάξης, σε ό,τι αφορά τις ισορροπίες ισχύος, η διαμόρφωση δύο πόλων («Δύση» [ΗΠΑ, Ευρώπη] – «Ανατολή» [Κίνα, Ρωσία κ.ά.]) είναι μια εκδοχή που μοιάζει μάλλον απλουστευτική, από τη στιγμή που η Κίνα είναι στενά συνδεδεμένη τόσο με τις ΗΠΑ όσο και με την Ευρώπη, παρά τους ισχυρούς δεσμούς Πεκίνου – Μόσχας. Mπορεί η Κίνα να συνεχίζει κανονικά τις εμπορικές συναλλαγές της με τη Ρωσία, αποτελώντας «στήριγμα» της ρωσικής οικονομίας σε ενδεχόμενη κατάρρευση εξαιτίας των κυρώσεων της Δύσης, όμως κινεζική και αμερικανική οικονομία –οι δύο ισχυρότερες του κόσμου– είναι στενά συνδεδεμένες και αλληλεξαρτώμενες σε πολλαπλά επίπεδα, με κύρια το διμερές εμπόριο και τις επενδύσεις, παρά το ξέσπασμα ενός άτυπου εμπορικού πολέμου το 2018. Είναι ενδεικτικό ότι η Κίνα παραμένει ένας από τους βασικούς εξωτερικούς χρηματοδότες του δημόσιου χρέους των ΗΠΑ (2η μετά την Ιαπωνία με 1,07 τρισ. δολάρια έναντι 1,3 τρισ.).
Και η Ευρώπη από την άλλη, με τη Ρωσία, έχουν ενεργειακές και οικονομικές σχέσεις που, μαζί με τη γεωγραφία, τους καθιστούν αλληλοσυνδεδεμένες. Συνεπώς, τουλάχιστον με τα ισχύοντα δεδομένα, η δημιουργία απομονωμένων «στρατοπέδων» ψυχροπολεμικού τύπου φαντάζει ιδιαίτερα δύσκολη σε οικονομικό επίπεδο.
Σε μια πολυπολική πλέον παγκόσμια τάξη, ιδίως μετά την πανδημία, οι εκτιμήσεις για τη μορφή της παγκοσμιοποίησης στην εποχή της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης –που επίσης επιταχύνθηκε από τις παράπλευρες συνέπειες της πανδημικής κρίσης– δεν είναι απλή υπόθεση. Ο οικονομολόγος Μπράνκο Μιλάνοβιτς, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του τμήματος ερευνών της Παγκόσμιας Τράπεζας, σε πρόσφατο άρθρο του κάνει λόγο για μια νέα παγκοσμιοποίηση, η οποία θα αντιστρέφει το μοτίβο της ελεύθερης ροής κεφαλαίων και των περιορισμών στην κίνηση των εργαζόμενων. Το νέο μοντέλο που αναδύεται μετά με την πανδημία και την –σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό– εμπέδωση της τηλεργασίας μετατρέπει την εργασία σε παγκόσμια, ενώ, την ίδια στιγμή, οι κινήσεις κεφαλαίων συναντούν πλέον εμπόδια και υπόκεινται σε κατακερματισμό, γεγονός που θα φάνταζε αδιανόητο πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2008.
Σύμφωνα με την ανάλυση, διαμορφώνονται δύο αντίρροπες τάσεις, καθώς η παγκοσμιοποίηση της εργασίας θα επιτευχθεί μέσω της τηλεργασίας με κεφάλαια πια να εισρέουν μέσω των μισθών στις χώρες καταγωγής στις οποίες εργάζονται οι εξ αποστάσεως εργαζόμενοι. Αντίθετα, γεωπολιτικές εντάσεις που συνοδεύονται από τις αντίστοιχες κυρώσεις (ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία) και η συμφωνία για φορολόγηση των κερδών των πολυεθνικών κατά 15%, επιτείνοντας την τάση από-παγκοσμιοποίησης.
Οι υπέρμαχοι της οικονομικής παγκοσμιοποίησης προειδοποιούν ότι η απο-παγκοσμιοποίηση θα σημάνει χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, καθώς και λιγότερη καινοτομία και τεχνολογικά επιτεύγματα, ενώ θα οδηγήσει και σε διαταραχή στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, καθώς και σε αύξηση τιμών στην παγκόσμια οικονομία. Αντίθετα, όπως έχει δηλώσει χαρακτηριστικά η πρώην επικεφαλής οικονομολόγος και νυν πρώτη αναπληρώτρια διευθύνουσα σύμβουλος του ΔΝΤ Τζίτα Γκόπιναθ «κάθε είδος παγκοσμιοποίησης θα δημιουργήσει νικητές και ηττημένους» με κριτήριο την ανταγωνιστικότητα, αφού «η παραγωγή θα πάει όπου είναι πιο αποδοτικό να παραχθεί», εννοώντας φυσικά φθηνότερα εργατικά χέρια.
H αλληλουχία κρίσεων στον πλανήτη από τα τέλη της δεκαετίας του 2000 πιστοποιεί την εμπέδωση της κρίσης της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, η οποία αναμφισβήτητα αποτέλεσε παράγοντα όξυνσης των ανισοτήτων σε παγκόσμιο επίπεδο. Στο πλαίσιο αυτό, στις αρχές του 21ου αιώνα εκδηλώθηκαν οι διαμαρτυρίες απέναντι στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση (βλ. διεθνή διαδήλωση κατά της G8 στη Γένοβα το 2001) και της παγκόσμιας προώθησης της ατζέντας της Συναίνεσης της Ουάσιγκτον. Με την πάροδο των ετών, τα κριτήρια αντίδρασης απέναντι στην παγκοσμιοποίηση άλλαξαν. Το Brexit αποτέλεσε στην ουσία ένα επεισόδιο στην τάση από-παγκοσμιοποίησης όχι με ταξικούς όρους, αλλά με εθνοτικούς.
Η τάση από-παγκοσμιοποίησης ωστόσο, συγχρόνως σηματοδοτεί μια ολοένα εντεινόμενη κρίση της διεθνούς συνεργασίας και πολυμέρειας, σε συνέχεια των αδιεξόδων και των ανισοτήτων που κληροδότησε η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση. Οι εθνικιστικές αναδιπλώσεις και περιχαρακώσεις είναι εξίσου προβληματικές με την άνευ όρων επέκταση και ανάπτυξη του διεθνοποιημένου καπιταλισμού στο πλαίσιο απορυθμισμένων αγορών, που «άφησαν πίσω» μεγάλο κομμάτι των εργαζομένων σε αναπτυσσόμενες και αναπτυγμένες χώρες.
Aναμφίβολα η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι με τις όποιες δυναμικές εν τέλει κυριαρχήσουν από τους διαμορφούμενους συσχετισμούς να παράγουν αποφάσεις στρατηγικού η και υπαρξιακού, ακόμη, χαρακτήρα.
* Βαγγέλης Βιτζηλαίος, Συντονιστής του Κύκλου Διεθνών & Ευρωπαϊκών Αναλύσεων ΕΝΑ- Η ανάλυση περιλαμβάνεται στο θεματικό Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ «Πόλεμος στην Ουκρανία: Διαστάσεις, συνέπειες & προεκτάσεις»