Η Γερμανία ενεργοποίησε το πρώτο επίπεδο του σχεδίου έκτακτης ανάγκης για την διαχείριση της προμήθειας φυσικού αερίου καθώς προετοιμάζεται για το ενδεχόμενο διατάραξής ή ακόμα και τερματισμού της ροής φυσικού αερίου από την Ρωσία.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι η Γερμανία κατά το 2021 εισήγαγε το 55% των αναγκαίων ποσοτήτων φυσικού αερίου από τη Ρωσία, ποσοστό που μειώθηκε στο 40% κατά το πρώτο τρίμηνο του 2022.
Το μέγα πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι η Ρωσία επιμένει στην απόφασή της από το τέλος Μαρτίου όλες οι χώρες που έχει χαρακτηρίσει λόγω της στάσης τους στον πόλεμο της Ουκρανίας ως «μη φιλικές χώρες», να πληρώνουν το φυσικό αέριο που προμηθεύονται από το Κρεμλίνο με ρούβλια αντί με δολάρια.
Ο Ρόμπερτ Χάμπεκ, ο Γερμανός υπουργός υπεύθυνος για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, έχει απορρίψει την ρωσική απαίτηση λέγοντας ότι τα συμβόλαια θα εφαρμοσθούν με τους όρους που προβλέπουν.
Το Σχέδιο Έκτακτης Ανάγκης του Βερολίνου για το φυσικό αέριο προβλέπει τρία επίπεδα συναγερμού. Το πρώτο επίπεδο, που ενεργοποίησε σήμερα η γερμανική κυβέρνηση, εφαρμόζεται όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι είναι πιθανόν να υπάρξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης στις προμήθειες φυσικού αερίου.
Το δεύτερο, σημαίνει συναγερμό όταν η διατάραξη της προμήθειας ή η εξαιρετικά υψηλή ζήτηση επηρεάζουν την συνήθη ισορροπία, αλλά μπορεί να υπάρξει διόρθωση χωρίς παρέμβαση.
Το τρίτο επίπεδο αποτελεί κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης και ενεργοποιείται όταν τα μέτρα της αγοράς δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τις ελλείψεις. Στο επίπεδο αυτό, η ρυθμιστική αρχή του δικτύου, η Bundesnetzagentur, καλείται να αποφασίσει με ποιον τρόπο θα διανεμηθούν τα υπάρχοντα αποθέματα πετρελαίου στην χώρα.
Αν η Γερμανία δεν διασφαλίσει επαρκή προμήθεια φυσικού αερίου, η πρώτη που θα πληγεί θα είναι η βιομηχανία, που αντιστοιχεί στο ένα τέταρτο της γερμανικής ζήτησης.
«Αυτό σημαίνει ότι χάνεται βιομηχανική παραγωγή, χάνονται εφοδιαστικές αλυσίδες», δήλωσε ο Λέοναρντ Μπίρνμπάουμ, διευθύνων σύμβουλος του ενεργειακού ομίλου E.ON στο δίκτυο ARD. «Το βέβαιο είναι ότι μιλάμε για πολύ μεγάλες απώλειες».
Τα νοικοκυριά θα έχουν προτεραιότητα έναντι της βιομηχανίας, ενώ τα νοσοκομεία, τα κέντρα φροντίδας και άλλα ιδρύματα του δημοσίου τομέα με ειδικές ανάγκες θα είναι τα τελευταία που θα πληγούν από την έλλειψη φυσικού αερίου.