Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξέκοψε τις πρόωρες – ή τουλάχιστον τις «υπερπρόωες» – εκλογές, ξέκοψε την αλλαγή του εκλογικού νόμου και, μαζί, αναγνώρισε ότι έχει κοπεί και η προοπτική αυτοδυναμίας για την ΝΔ.
Το ιδανικό του σενάριο είναι να στήσει κάλπες την άνοιξη του 2023, να έχει εκτονωθεί έως τότε (και κυρίως να έχει ξεχαστεί) η κρίση της ακρίβειας, και να έχει περάσει στην κοινωνία ένα, μικρό έστω, μερίδιο από το πρώτο μοίρασμα της πίτας του ευρωπαϊκού «σχεδίου Μάρσαλ» – των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Δεν είναι κακό, ούτε απίθανο, σενάριο, δεν είναι όμως το βασικό σενάριο. Πάσχει, για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι εδράζει σε απολύτως ιδανικές συνθήκες – στηρίζει την υπεραισιοδοξία στην συνωμοσία των θετικών δυνάμεων του σύμπαντος υπέρ του κυβερνητικού «άστρου». Ο δεύτερος, και κύριος, είναι ότι προσκρούει σε κενό στρατηγικής.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μετά από δυόμισι χρόνια πολιτικής κυριαρχίας και δημοσκοπικής ηγεμονίας είδε, αιφνιδίως, ότι τα κουκιά δεν βγαίνουν. Για να το δει χρειάστηκε μια πανδημία ιστορικών διαστάσεων και δραματικού κόστους σε ανθρώπινες ζωές κι ένας πόλεμος στην Ευρώπη με εξίσου δραματικό κόστος στο βιοτικό επίπεδο των πολιτών. Χρειάστηκε επίσης – και κυρίως – ακόμη και οι πιο γενναιόδωρες δημοσκοπήσεις να αποκλείσουν το ενδεχόμενο αυτοδυναμίας της ΝΔ στις δεύτερες εκλογές με την ενισχυμένη αναλογική. Εξ ου και η στροφή 180 μοιρών του πρωθυπουργού με το άνοιγμα στις κυβερνήσεις συνεργασίας, εξ ου και η δήλωσή του ότι «ο λαός θα υποδείξει αν η χώρα θα κυβερνηθεί από ένα ή περισσότερα κόμματα».
Το πρόβλημα για τον πρωθυπουργό είναι πως έως ότου ο ίδιος δει την πολιτική πραγματικότητα το κόμμα του είχε μείνει ανάδελφο. Η επένδυση στην αυτοδυναμία και στο «Μητσοτάκης ή χάος» είχε παράπλευρες απώλειες τόσο σε κοινωνικές, όσο και σε πολιτικές συμμαχίες. Και η ώρα της στροφής και της αλλαγής του πολιτικού τοπίου βρίσκει την ΝΔ σε κενό στρατηγικής. Κοινώς η Νέα Δημοκρατία μπορεί, με βάση τουλάχιστον τα σημερινά δημοσκοπικά δεδομένα, να βγει πρώτο κόμμα στις εκλογές αλλά ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα δυσκολευτεί να βρει κόμμα να συγκυβερνήσει.
Το νέο κυβερνητικό αφήγημα κοιτά και προς τα δεξιά και προς τα κεντροαριστερά. Κυβερνητικές πηγές διαρρέουν πως η στροφή του πρωθυπουργού ήταν μήνυμα-πίεση προς το ΚΙΝΑΛ, το μισό Μαξίμου παρακολουθεί με ενδιαφέρον τις ζυμώσεις Τζήμερου, Κρανιδιώτη και Μπογδάνου, και το άλλο μισό κρυφοκοιτά προς τον (ενισχυμένο) Κυριάκο Βελόπουλο ως αναγκαίο κακό. Η συγκυβέρνηση με Βελόπουλο όμως έχει αποκλειστεί από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, και πλέον αποκλείεται και από την φιλορωσική στάση της Ελληνικής Λύσης στον πόλεμο της Ουκρανίας. Ακόμη κι εάν παρακαμφθεί, δηλαδή, η «σωστή πλευρά της ιστορίας», δεν μπορεί να παρακαμφθεί εύκολα η στάση των ευρωπαίων εταίρων και χρηματοδοτών του Ταμείου Ανάκαμψης.
Η τριπλέτα Τζήμερου, Κρανιδιώτη, Μπογδάνου επίσης, ακόμη κι εάν καταφέρει να αποκτήσει ενιαία πολιτική έκφραση και να μπει στην Βουλή, μόνον εγγύηση κυβερνητικής ευστάθειας δεν αποτελεί – ειδικά σε συνθήκες βαθιάς πολιτικής και κοινωνικής πόλωσης.
Και ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν δείχνει καμία διάθεση και πρόθεση να αυτοχειριαστεί πολιτικά, εξ ου και το καθαρό μήνυμά του ότι στοχεύει σε σοσιαλδημοκρατική διακυβέρνηση και δεν σκοπεύει να συγκυβερνήσει με την ΝΔ.
Αυτό το μήνυμα δεν σημαίνει πως η πίεση προς το ΚΙΝΑΛ δεν θα κλιμακωθεί, είτε με μαστίγιο, είτε με καρότο. Η μισή καθημερινή αρθρογραφία λέει στον Νίκο Ανδρουλάκη ότι εάν μπει σε συγκυβέρνηση με την ΝΔ από την πρώτη Κυριακή των εκλογών θα έχει αυξημένη κοινοβουλευτική ισχύ λόγω απλής αναλογικής, η άλλη μισή του υπενθυμίζει τον κίνδυνο διάσπασης του κόμματός του λόγω του ενεργού, φιλοδεξιού τόξου του ΚΙΝΑΛ, και παραπλεύρως ο κυβερνητικός εκπρόσωπος του χρεώνει πρόθεση σύμπραξης με τον Αλέξη Τσίπρα λόγω της επιμονής της στην σοσιαλδημοκρατική διακυβέρνηση.
Οσο όμως η πίεση προς το ΚΙΝΑΛ εντείνεται και από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ και όσο ο Νίκος Ανδρουλάκης επιμένει στην αυτόνομη πορεία, το κενό στρατηγικής της ΝΔ δεν καλύπτεται. Και πάνω σ’ αυτό το κενό μπορούν εύκολα να ανθίσουν τα σενάρια ( και οι επιδιώξεις ) για κυβέρνηση τεχνοκρατών με άλλο πρόσωπο για πρωθυπουργό. Πρόκειται για μια εκδοχή που δεν χωρά στην προσωπική πολιτική ατζέντα του Κυριάκου Μητσοτάκη – εύκολες διέξοδοι όμως δεν πρόκειται να υπάρξουν…