Κατά μία ανάγνωση το μήνυμα από το Παρίσι μπορεί να είναι ότι σπάνε οι διαχωριστικές γραμμές, κι αυτό δεν ισχύει μόνον για την Γαλλία. Συμβαίνει και στην ημεδαπή, όπως λέει γνωστός δημοσκόπος – «οι παλιοί, σταθεροί άξονες», λέει, «έχουν σκιστεί».
Οι άξονες αριστερά – δεξιά και πρόοδος-συντήρηση δεν ταυτίζονται απαραιτήτως πια. Ενίοτε, δε, μπορεί και να μην τέμνονται καν. Κι εκείνο που γεννιέται, ή μπορεί κι απλώς, να επιστρέφει είναι ο άξονας συστημισμού – αντισυστημισμού.
Είναι ο άξονας εκείνος που έστειλε τις δυνάμεις της παραδοσιακής δεξιάς και της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας της Γαλλίας στα τάρταρα. Πεκρές και Ινταλγκό δεν συγκέντρωσαν αθροιστικά ούτε το 7% των ψήφων στον πρώτο γύρο των γαλλικών εκλογών.
Είναι ο ίδιος άξονας που μπορεί να έστειλε παραδοσιακούς ψηφοφόρους της γαλλικής σοσιαλδημοκρατίας να στηρίξουν τον Ζαν Λικ Μελανσόν της ριζοσπαστικής αριστεράς. Είναι ο ίδιος άξονας που διέρρηξε το κομματικό DNAπολλών επίσης παραδοσιακών κεντροδεξιών και τους έστειλε απ’ ευθείας στην αγκαλιά της Μαρίν Λεπέν – ή, που μπορεί ακόμη να στείλει κάμποσους ψηφοφόρους του Μελανσόν απ’ ευθείας στην Λεπέν στις εκλογές του δεύτερου γύρου, παρ’ ότι ο ίδιος ο επικεφαλής της γαλλικής αριστεράς ζήτησε «να μην πάει ούτε μία ψήφος» στην ακροδεξιά.
Πίσω από αυτή την εικόνα, οι Γάλλοι πολιτικοί αναλυτές εντοπίζουν ως πηγή τη νέα κοινωνική απελπισία της Γαλλίας: Την φτωχοποίηση, τις βαθιές ανισότητες, την άδικη εισοδηματική κατανομή, την έκρηξη των ταξικών χασμάτων. Την δυστοπία μιας – ευρωπαϊκής, και όχι μόνον γαλλικής – κοινωνίας, στην οποία δικαίωμα στην ζωή έχουν μόνον οι ελάχιστες ελίτ, και όλοι οι υπόλοιποι έχουν οριακό δικαίωμα απλώς στην επιβίωση.
Ο έλληνας πρωθυπουργός προτίμησε να εντοπίσει σ’ αυτή την εικόνα την πολιτική ευκαιρία. Την ευκαιρία να επαναπροσδιορίσει και να αποϊδεολογικοποιήσει ακόμη περισσότερο τα διλήμματα, να «κανονικοποιήσει» την ακροδεξιά και να φορέσει κοστούμι προόδου στον νεοφιλελευθερισμό.
«Αν δείτε τι γίνεται σήμερα στη Γαλλία θα διαπιστώστε ότι η μάχη μεταξύ του Προέδρου Μακρόν και της Μαρίν Λεπέν δεν είναι μια ιδεολογική μάχη», είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε κομματική εκδήλωση της ΝΔ: «Είναι μια μάχη μεταξύ δυο διαφορετικών αντιλήψεων περί προόδου και συντήρησης. Με τον ίδιο τρόπο πιστεύω διαμορφώνονται τα πολιτικά διλήμματα και στη χώρα μας».
«Πείτε μου εσείς», πρόσθεσε, «εάν όλα αυτά τα ωραία πράγματα που κάνουμε στο gov.gr έχουν κομματικό χρώμα. Αν είναι δεξιά, αν είναι κεντρώα, αν είναι αριστερά. Δεν είναι ούτε δεξιά, ούτε κεντρώα, ούτε αριστερά. Είναι σωστά και προοδευτικά».
Κοινώς, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε να διαβάσει μόνο το μισό, και ρηχό, μήνυμα. Και να μετατοπίσει ακόμη πιο δεξιά το πολιτικό τόξο. Κατά την δική του ανάγνωση, η Λεπέν δεν είναι ακροδεξιά, είναι «μια αντίληψη» περί συντήρησης. Και ο Μακρόν, με τον οποίο ταυτίζεται ο ίδιος, δεν είναι ο πρόεδρος των πλουσίων – «ήρωα των πλουσίων» τον έχει χαρακτηρίσει η Liberation–,είναι η «νέα αντίληψη» περί προόδου. Οτιδήποτε κινείται πέραν αυτών ανήκει στις «δυνάμεις του λαϊκισμού». Που αρνείται να εκτιμήσει τον προοδευτισμό της… ηλεκτρονικής πρόσβαση στα ΚΕΠ μέσω gov.gr, επειδή παίρνει μικρότερο μισθό απ’ τον λογαριασμό που καλείται να πληρώσει στη ΔΕΗ.
Ο έλληνας πρωθυπουργός χτίζοντας αυτό το δίλημμα παίζει πια και με την εγχώρια φωτιά. Kι επιμένει να μην διαβάζει το υπόλοιπο μισό του γαλλικού μηνύματος.
Είναι εκείνο το μισό που λέει ότι το αυγό του φιδιού μπορεί και να θράφηκε στην Γαλλία μέσα από τον χώρο που του έδωσαν συστηματικά οι παραδοσιακές δεξιές και σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις, στρεφόμενες όλο και περισσότερο προς τον νεοφιλελευθερισμό και υιοθετώντας όλο και περισσότερα στοιχεία της ακροδεξιάς ατζέντας. Και λέει επίσης – τα ποιοτικά στοιχεία του Ipsos για τις γαλλικές εκλογές το λένε – ότι οι πολίτες με εισόδημα έως 1.250 ευρώ τον μήνα έδωσαν ποσοστό 31% στην Λεπέν, 28% στον Μελανσόν και 14% στον Μακρόν. Αντίστοιχα, οι πολίτες με εισόδημα άνω των 3.000 ευρώ έδωσαν 35% στον Μακρόν, 19% στην Λεπέν και 18% στον Μελανσόν.
Τα ίδια στοιχεία λένε επίσης πως ο Μελανσόν πήρε μεγάλη νίκη, με 35%, στις ηλικίες έως 35 ετών – την πρώτη ίσως μεταπολεμική γενιά της Ευρώπης που είναι καταδικασμένη σε χειρότερο βιοτικό επίπεδο από εκείνο των γονιών της. Και ίσως τροφοδοτούν και το ερώτημα που βάζει το Politico:
Θα δεχθούν ή δεν θα δεχθούν τελικά οι ψηφοφόροι του Μελανσόν «να στέψουν τον βασιλιά;» στον δεύτερο γύρο των γαλλικών εκλογών.
Μια πρώτη απάντηση δίνει η τελευταία δημοσκόπησητουIfop. Λέει ότι το 44% των ψηφοφόρων του Μελανσόν θα επιλέξει αποχή, ενώ από τους υπόλοιπους περίπου το ένα τρίτο θα στηρίξει Μακρόν και το ένα τέταρτο θα ψηφίσει Λεπέν.
Σίγουρα, δεν είναι μια ευχάριστη απάντηση. Είναι όμως μια αναμενόμενη απάντηση. Που μπορεί να έχει αντίκρυσμα και στα εγχώρια πολιτικά διλήμματα – έτσι, τουλάχιστον, όπως τα ορίζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης…