Συντριπτικά υπέρ της ελληνικής ουδετερότητας στον πόλεμο στην Ουκρανία τάσσονται, όπως διαβάζουμε, οι Ελληνες πολίτες σύμφωνα πανελλαδική ποσοτική διαδικτυακή έρευνα της Public issue σε δείγμα 1.000 ατόμων, ηλικίας 17 ετών και άνω.
Την ίδια στιγμή η αρνητική άποψη που έχουν οι Ελληνες για τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης είναι επίσης συντριπτική και επιδεινώνεται μήνα με το μήνα συμβάλλοντας, μαζί με την ακρίβεια, στη συνολική αρνητική εικόνα.
Το πλήγμα είναι και βαρύ και αναπάντεχο ως προς τη σφοδρότητά του για το Μαξίμου. Εγινε δε ακόμη χειρότερο μετά την εμφάνιση Ζελένσκι και του μαχητή του Τάγματος του Αζόφ στην Ελληνική Βουλή.
Με βάση την έρευνα, το 71% έχει αυτή την άποψη με βάση τα στοιχεία του Απριλίου ποσοστό μάλιστα αυξημένο έναντι του 65% τον Μάρτιο. Μόλις το 20% είναι υπέρ της στήριξης της Ουκρανίας, ενώ το 4% θεωρεί ότι η χώρα πρέπει να πάρει το μέρος της Ρωσίας.
Κατά συνέπεια αρνητικά τάσσεται το 74% στην στάση της ελληνικής κυβέρνησης στο θέμα, ποσοστό επίσης αυξημένο έναντι του 68% του Μαρτίου.
Παράλληλα, πολύ κακή έως κακή χαρακτηρίζεται από τους πολίτες σε ποσοστό 65% η ομιλία Ζελένσκι στην ελληνική βουλή, η οποία επισκιάστηκε από την παρουσία μαχητή του Συντάγματος του Αζόφ. Το ποσοστό αυτό φτάνει το 82% σε όσους δηλώνουν αριστεροί, 58% στους κεντρώους και 41% στους δεξιούς.
Και ενώ το ποσοστό όσων θεωρούν ότι η Τουρκία επωφελείται περισσότερο από τις εξελίξεις φτάνει το 67% (μόλις 7% πιστεύει ότι αυτό ισχύει για την Ελλάδα) πολύ αρνητική είναι η εικόνα των πολιτών για τη στάση των ΗΠΑ: το 79% δηλώνει ότι η δυσαρεστημένο από τη στάση που κρατά η κυβέρνηση των ΗΠΑ στα ελληνοτουρκικά.
Εξίσου εντυπωσιακά είναι τα στοιχεία για τη γνώμη που έχουν οι πολίτες για τους άμεσα εμπλεκόμενους ξένους πολιτικούς: απέναντι σε Βλάντιμιρ Πούτιν, Βολονιμίρ Ζελάσνκι και Τζο Μπάιντεν αρνητική γνώμη έχει πλέον από το 69% έως το 74% των Ελλήνων. Συγκεκριμένα Το 69% διατηρεί αρνητική άποψη για τον Μπάιντεν, το 68% για τον Ζελένσκι και, σε οριακά χειρότερη θέση βρίσκεται ο Βλάντιμιρ Πούτιν με 74%…
Το αρνητικό κλίμα που διαμορφώνεται θυμίζει έντονα εκείνο που αντιμετώπισε, αν και όχι σε τέτοιο βαθμό και από όλο το πολιτικό φάσμα, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Η διαφορά είναι ότι τότε επρόκειτο για μια ιστορική συμφωνία που προκάλεσε τα ανακλαστικά ενός μέρους της κοινωνίας και ενισχύθηκε με συλλαλητήρια και διαδηλώσεις ενώ τώρα πρόκειται για μία μάλλον επιπόλαιη και άνευ ουσίας επιλογή, συμβολικού χαρακτήρα.
Η επιλογή της ουδετερότητας από τη συντριπτική πλειοψηφία, δείχνει πως παρά το κυβερνητικό αφήγημα, η αρνητική εικόνα δεν τροφοδοτείται από έναν υποτιθέμενο «φιλορωσσισμό» που άλλωστε κανένα κόμμα (πλην ενός), δεν επέλεξε να στηρίξει.
Οι Ελληνες όπως και τα ελληνικά κόμματα καταδικάζουν τη ρωσική εισβολή χωρίς περιστροφές. Οπως και τον Πούτιν. Δεν έχουν όμως καλή εικόνα ούτε για τον Ζελένσκι ούτε για τον Μπάιντεν.
Η Moody’s το είχε προβλέψει…
Η επιλογή της κυβέρνησης να στείλει στους Ουκρανούς, τις πρώτες ημέρες της ρωσικής εισβολής, ένα φορτίο από κατασχεμένα καλάσνικοφ που σκούριαζαν σε κάποιες αποθήκες, έχει βαρύ τίμημα. Οπως και η… απρόσεκτη προβολή του Ζελένσκι, με τη δυσάρεστη έκπληξη που μας επιφύλαξε, στη Βουλή.
Κι όμως κάποιοι το είχαν προβλέψει. Κι ανάμεσά τους η… Moody’s!
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο οίκος αξιολόγησης είχε επιχειρήσει να εξηγήσει, στην τελευταία του ανάλυση για την ελληνική οικονομία, πριν από 15 ημέρες, την αρκετά απότομη πτώση των ποσοστών του κυβερνώντος κόμματος στις δημοσκοπήσεις, εκτιμώντας ότι, αν η κυβέρνηση δεν καταφέρει να σταματήσει αυτή τη «διάβρωση» της αποδοχής της από το εκλογικό σώμα, είναι πιθανό να προσφύγει ο πρωθυπουργός σε πρόωρες εκλογές μέσα στο 2022.
Ενώ οι περισσότεροι πολιτικοί αναλυτές εξηγούν την υποχώρηση των ποσοστών της ΝΔ και το κλείσιμο της ψαλίδας με τον ΣΥΡΙΖΑ εστιάζοντας κυρίως στην πίεση που δέχεται το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών από τη μεγάλη άνοδο του πληθωρισμού, ο οποίος έχει βρεθεί στα υψηλότερα επίπεδα από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, η Moody’s εκτιμά ότι έχει σημαντική επίδραση στις τάσεις που αναπτύσσονται στο εκλογικό σώμα και η πολιτική συζήτηση που έχει προκαλέσει η κρίση στην Ουκρανία.
Τονίζει, μάλιστα, ως ένα πιθανό καταλυτικό παράγοντα για την κάμψη των δημοσκοπικών ποσοστών της ΝΔ στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, την απόφαση να σταλούν από την Ελλάδα όπλα στην Ουκρανία.
Και η πρόβλεψη αυτή επιβεβαιώνεται στη σημερινή έρευνα της Public Issue!
Ειδικότερα, όπως σημειώνει η Moody’s, σε εκτενές εδάφιο της ανάλυσής της για την Ελλάδα, το οποίο αφιερώνεται στις πολιτικές εξελίξεις, η κρίση στην Ουκρανία έχει πυροδοτήσει πολιτική συζήτηση. Δημοσκοπήσεις που διενεργήθηκαν τις πρώτες ημέρες της κρίσης στην Ουκρανία έδειξαν ότι οι Έλληνες ανησυχούν κυρίως για επίμονες πιέσεις στον πληθωρισμό, αναφέρει ο οίκος. Όμως, σημειώνει ότι η προσέγγιση της κυβέρνησης για παροχή στρατιωτικής στήριξης στην Ουκρανία απορρίπτεται σε μεγάλο βαθμό από το κοινό, το οποίο ανησυχεί επίσης για πιθανές αρνητικές δευτερογενείς επιπτώσεις της νέας κρίσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Σχεδόν τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων, τονίζει η Moody’s, απάντησαν ότι η απόφαση για διακοπή της ουδετερότητας και αποστολή στρατιωτικού εξοπλισμού στην Ουκρανία μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη για την Ελλάδα και την οικονομία της. Μέχρι τις αρχές Απριλίου, λίγα είχαν αλλάξει, καθώς οι δημοσκοπήσεις έδειχναν την ίδια αποστροφή προς τη στρατιωτική υποστήριξη.
Κάτι που με μεγάλη καθυστέρηση κατάλαβε το Μαξίμου επιχειρώντας με τις δηλώσεις του υπουργού Αμυνας, Νίκου Παναγιωτόπουλου πως “δεν πρόκειται να στείλουμε άλλα όπλα στην Ουκρανία”, να αντιστρέψει το κλίμα. Ματαίως! Τα σκουριασμένα καλάσνικοφ είχαν ήδη εκπυρσοκροτήσει…
Επιχειρώντας να εισέλθουν σε μεγαλύτερο βάθος στην ανάλυση των αντιλήψεων της κοινής γνώμης, οι συντάκτες της έκθεσης εντοπίζουν κάτι που φαίνεται παράδοξο, όπως σημειώνουν: οι Έλληνες αντιτάσσονται συντριπτικά στις ενέργειες της Ρωσίας στην Ουκρανία και στηρίζουν τις οικονομικές κυρώσεις, κάτι που θα σήμαινε ότι ο πληθυσμός είναι προετοιμασμένος για κάποιο οικονομικό πόνο, καθώς οι κυρώσεις αναπόφευκτα θα επηρεάσουν μια ασθενή οικονομία, όπως η ελληνική. Δεδομένου ότι οι ψηφοφόροι εγκρίνουν με πολύ υψηλά ποσοστά τις κυρώσεις, τις οποίες υποστηρίζει και η κυβέρνηση, αυτό θα έπρεπε να έχει οδηγήσει σε αύξηση της εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση και όχι στην αποδυνάμωσή της στις δημοσκοπήσεις, την οποία δείχνουν οι πρόσφατες μετρήσεις. Αναζητώντας μια εξήγηση γι’ αυτό το παράδοξο, η Moody’s πιθανολογεί ότι ενδεχομένως, η απόφαση να προσφερθεί στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία εξόργισε αρκετά το κοινό και άρχισε να διαβρώνει την εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση. Ένας άλλος παράγοντας θα μπορούσε να είναι, όπως εκτιμά η Moody’s, ότι παρόλο που οι άνθρωποι δήλωσαν ότι υποστηρίζουν τις κυρώσεις, ενδέχεται να εξακολουθούν να είναι δυσαρεστημένοι με τις άμεσες αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις.
Περιγράφοντας το νέο σκηνικό που έχει διαμορφωθεί και ασκεί έντονη πίεση στην κυβέρνηση, η Moody’s σημειώνει ότι ο πληθωρισμός έχει εκτοξευτεί εδώ και μήνες. Τα νοικοκυριά χαμηλότερου εισοδήματος αγωνίζονται περισσότερο να αυξήσουν τους ονομαστικούς μισθούς τους, οι οποίοι οριακά καλύπτουν τις αυξήσεις των τιμών βασικών αγαθών διατροφής. Επιπλέον, η βενζίνη ανέβηκε πάνω από τα 2 ευρώ το λίτρο και το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο θέρμανσης έχουν φτάσει σε στρατοσφαιρικές τιμές. Έτσι, το διαθέσιμο εισόδημα βρίσκεται υπό πίεση και οι προσδοκίες για το μέλλον είναι πολύ δυσοίωνες.
Για να ενισχύσει μετριάσει αυτές τις πιέσεις και να μετατοπίσει την κοινή γνώμη, η κυβέρνηση ανακοίνωσε μέτρα στήριξης άνω των 2 δισ. ευρώ με τον προϋπολογισμό του 2022, τονίζει ο οίκος, για να φθάσει στην ανάλυση των εκλογικών σεναρίων, έχοντας ως βασικό σενάριο τη διενέργεια εκλογών μέσα στο 2023, αλλά χωρίς να αποκλείει πρόωρες κάλπες. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, «αν ο Μητσοτάκης μπορεί να σταθεροποιήσει ή ακόμα και να αυξήσει τα ποσοστά του στις δημοσκοπήσεις, θα μπορούσαν να αποφευχθούν πρόωρες εκλογές και οι Έλληνες θα προσέλθουν στις κάλπες το 2023». Αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξαντλήσει τη θητεία της, κάτι που έγινε ήδη στην περίπτωση τηςπ προηγούμενης κυβέρνησης Τσίπρα, θα είναι η πρώτη φορά από τη Μεταπολίτευση, όπου δύο διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις εξαντλούν τη θητεία τους.
Σε κάθε περίπτωση, ο οίκος εκτιμά ότι είναι πιθανό να γίνουν δύο διαδοχικές εκλογές στην Ελλάδα για να σχηματιστεί κυβέρνηση, χωρίς να αποκλείεται ακόμη και το ενδεχόμενο να χρειαστεί και τρίτη εκλογική αναμέτρηση, μέχρι να υπάρξει μια σταθερή κυβέρνηση. Σε αυτή την περίπτωση, τονίζει, οι οικονομικές προοπτικές για το 2023 θα αλλάξουν σημαντικά με καθοδικές πιέσεις στο ΑΕΠ λόγω της αβεβαιότητας, των υψηλότερων επιτοκίων και της αύξησης του δημόσιου χρέους.
Εάν η εικόνα που έχουν οι Ελληνες για τη σημερινή κυβέρνηση «μαυρίσει» ακόμη περισσότερο, τότε αυτό σημαίνει ότι είμαστε μπροστά σε ραγδαίες αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό της χώρας.
Το ουκρανικό μπορεί να μην ρίξει την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Μπορεί όμως να την καταβαραθρώσει στις κάλπες.