Το μοντέλο είναι απλό , ακουμπά τα στοιχειώδη και βασικά των μαθηματικών: Στα 1.000 ευρώ, π.χ., «καπέλο» στο ρεύμα ο πελάτης παίρνει – μάξιμουμ – τα 600 πίσω. Τα 600 ευρώ τα επιστρέφει το κράτος, εν είδει επιδότησης.
Τα 600 ευρώ που πληρώνει το κράτος ως επιδότηση τα έχει εισπράξει από τους φόρους που έχει καταβάλει ο ίδιος πελάτης. Αρα ο πελάτης παίρνει πίσω τα 600 ευρώ που έχει ήδη πληρώσει και χάνει επιπλέον 400 ευρώ. Και τα δύο ποσά, δηλαδή και τα 600 ευρώ της επιδότησης και τα 400 ευρώ της χασούρας, μένουν στο ταμείο του παρόχου – άρα, ο πάροχος εξακολουθεί να κρατά στο ταμείο του και τα 1.000 ευρώ του «καπέλου», δηλαδή το 100% του υπερκέρδους. Κοινώς, και εν ολίγοις, το κράτος γίνεται ο μεσάζων που μέσω των καταναλωτών – και με χρήματα από τους φόρους των καταναλωτών –επιδοτεί γενναία τα υπερκέρδη των παρόχων ενέργειας.
Σύμφωνα με την βασική ορολογία της κυβέρνησης αυτό λέγεται «εθνικό σχέδιο» για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης. Είναι το σχέδιο που ανακοίνωσε με το χθεσινό τους διάγγελμα ο πρωθυπουργός. Και το οποίο συμπληρώνεται με την υπόσχεση για την επιβολή μιας, θολής επί τους παρόντος, μορφής πλαφόν στην αγορά χονδρικής του ρεύματος αφού περάσουν δύο ακόμη μήνες.
Αφού, δηλαδή, στα υπερκέρδη που έχουν συσσωρεύσει οι εταιρίες παρόχων ενέργειας εδώ και εννέα μήνες προστεθούν υπερέσοδα δύο ακόμη μηνών.
Σύμφωνα με το πολιτικό σκεπτικό του πρωθυπουργού, όπως ο ίδιος το ανέλυσε στο διάγγελμά του, αυτό λέγεται «ουσιαστική αναστολή της ρήτρας αναπροσαρμογής».
Είναι η ίδια ρήτρα που κατά τις, προ διετίας, διακηρύξεις της κυβέρνησης θα έφερνε την μεγάλη αυτορρύθμιση της αγοράς ενέργειας και που κατά τον – τότε – αρμόδιο υπουργό Κωστή Χατζηδάκη θα έδινε «φθηνότερο ρεύμα σε 10 εκατομμύρια Ελληνες».
Σύμφωνα με τις βασικές αρχές της οικονομίας, και η ρήτρα και το «εθνικό σχέδιο» μπορεί και να συνιστούν μοντέλο παγκόσμιας επιχειρηματικής πρωτοπορίας: Είναι το μοντέλο με βάση το οποίο όλο το επιχειρηματικό και χρηματιστηριακό ρίσκο μετατίθεται απ’ ευθείας στους πελάτες και τους καταναλωτές – ήτοι, το μοναδικό παγκοσμίως μοντέλο επιχειρηματικότητας με μηδενικό ρίσκο. Και είναι επίσης το μοντέλο που γεννήθηκε μέσα από μια ακόμη ελληνική πρωτοπορία: την λειτουργία του συνόλου της αγοράς ενέργειας μέσα από το Χρηματιστήριο Ενέργειας.
Για την ιστορία, η λειτουργία του Χρηματιστηρίου Ενέργειας ως βασικό πλαίσιο και κατόπιν πανευρωπαϊκών αποφάσεων, ψηφίστηκε το 2018 επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Η ενεργοποίησή του, με την ένταξη του 100% των ενεργειακών αγοραπωλησιών στο Χρηματιστήριο, έγινε το 2020 επί κυβέρνηση ΝΔ και επί υπουργίας Κωστή Χατζηδάκη. Ηταν το μοναδικό Χρηματιστήριο στην Ευρώπη που ενσωμάτωνε το 100% των ενεργειακών συναλλαγών – στην Γερμανία το αντίστοιχο ποσοστό είναι 20% και στην Ελβετία 35%. Στις εν λόγω χώρες, όπως και σε πολλές άλλες ακόμη, οι υπόλοιπες και μεγαλύτερες προμήθειες ενέργειας γίνονται μέσω μακροπρόθεσμων συμβολαίων (futures) ή διμερών συμφωνιών που διασφαλίζουν σταθερές τιμές χονδρικής για μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Επίσης για την ιστορία, η ρήτρα αναπροσαρμογής θεσμοθετήθηκε το 2013, επί κυβέρνησης Σαμαρά. Παρέμενε όμως ουσιαστικά ανενεργή μέχρι το 2018. Τότε άρχισαν να την χρησιμοποιούν κατ’ αρχάς οι μικρότεροι ιδιωτικοί πάροχοι, προβάλλοντάς την ως δέλεαρ για να προσελκύσουν πελάτες – εκείνο που «πουλούσαν» ήταν ότι, με την ρήτρα αναπροσαρμογής, όσο πέφτουν οι χρηματιστηριακές τιμές της ενέργειας θα μειώνονται και οι λογαριασμοί του ρεύματος. Δεν έλεγαν τίποτα για το τι θα συμβεί στην περίπτωση που ανέβουν οι χρηματιστηριακές τιμές της ενέργειας.
Την ίδια ρήτρα αναπροσαρμογής εισήγαγε στα τιμολόγιά της και η ΔΕΗ τον Αύγουστο του 2021, όταν οι χρηματιστηριακές τιμές του αερίου και του ρεύματος είχαν ήδη μπει σε πορεία κατακόρυφης ανόδου. Ηταν το επιστέγασμα της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ που φιλοδοξούσε να φέρει την μεγάλη αυτορρύθμιση στην αγορά αλλά τελικά έφερε το μεγάλο κοινωνικό κραχ.
Συμβαίνουν αυτά, ενίοτε, όταν ένα κοινωνικό αγαθό μετατρέπεται σε χρηματιστηριακό προϊόν.
Συμβαίνουν επίσης στις μεγάλες κρίσεις που διαχειρίζεται ο οικονομικός φιλελευθερισμός: Στην κρίση των Μνημονίων τα χρήματα των φορολογουμένων έσωσαν τις τράπεζες, στην ενεργειακή κρίση διασώζουν τα υπερκέρδη των παρόχων ενέργειας.
Οι ίδιοι οι φορολογούμενοι μπορούν να διασωθούν με άλλους, πιο οικονομικούς τρόπους. Κλείνοντας ίσως τους διακόπτες του ρεύματος, όπως συνέστησε και ο πρωθυπουργός στο πλαίσιο του εθνικού του σχεδίου: «Η φθηνότερη ενέργεια είναι αυτή που δεν καταναλώνεται ποτέ» είπε, και υποσχέθηκε ξανά φορολόγηση των υπερκερδών των παρόχων. Εάν, όταν, και εφόσον αποδειχθεί ότι υπάρχουν…