“O Τσίπρας νίκησε τον Τσίπρα και ανατρέποντας τα προγνωστικά εκλέχτηκε πρόεδρος του κόμματός του”, σχολιάζει ειρωνικά το γραφείο Τύπου της Ν.Δ την απευθείας εκλογή συλλογικής ηγεσίας στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Τώρα, γιατί το κυβερνών κόμμα σπαταλά τον χρόνο του να κάνει αντιπολίτευση στην αντιπολίτευση για μία εσωτερική διαδικασία που υποτίθεται πως δεν το αφορά, είναι μία άλλη συζήτηση. Με ποδοσφαιρικούς όρους είναι σαν ο Ολυμπιακός να χλευάζει τον Γιοβάνοβιτς ή τον Λουτσέσκου. Αλλά δεν είπε κανείς πως το ποδόσφαιρο είναι -πάντοτε- χειρότερο από την πολιτική.
Θα σπεύσω, όμως, να συμφωνήσω με την ανακοίνωση της Ν.Δ. Όντως, ο Αλέξης Τσίπρας νίκησε τον… Τσίπρα με τους 150.000 που πήγαν να τον ψηφίσουν και τις πάνω από 110.000 εγγραφές νέων μελών. Το ερώτημα είναι εάν, σήμερα που είναι η “επόμενη μέρα”, το έχει καταλάβει και ο ίδιος.
Πρώτα, πρέπει να κατανοήσει πως ξύπνησε το πρωί της Κυριακής χωρίς κόμμα και κοιμήθηκε αργά το βράδυ ικανοποιημένος επειδή, επιτέλους, απέκτησε κάτι που μπορεί να γίνει ένα μεγάλο κόμμα εξουσίας. Ως προς τούτο, η αναφορά του στον αριθμό των μελών που διαθέτει πιά ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ (172.000) δείχνει πως καταλαβαίνει ότι πολλά έχουν αλλάξει.
Για να είμαστε ειλικρινείς άργησε πολύ. Από το 2012 πορεύεται από εκλογική νίκη σε νίκη, αλλά και από ήττα σε “γλυκιά ήττα” (όπως αποκάλεσε το αποτέλεσμα του 2019 με την καταγραφή του 32%), χωρίς ωστόσο να έχει κατορθώσει να αποκτήσει κομματική δομή και μηχανισμό, κυρίως, όμως, αντιστοίχιση αυτού του ποσοστού εξουσίας με την κοινωνία.
Τα γραφεία των οργανώσεων του ΣΥΡΙΖΑ ανά την Ελλάδα ήταν στην καλύτερη περίπτωση λέσχες αφέλειας και “αθωότητας”, στην χειρότερη, περίκλειστα κλαμπ “αυθεντικής” αριστεροσύνης που έκαναν face control σε κάθε συμπαθούντα τον ίδιο τον Τσίπρα και ο οποίος είχε παλαιότερα ένσημα σε άλλο κόμμα, ή είχε κάνει κάποτε …κακές συστημικές παρέες.
Γι αυτό, κι ενώ κατέκτησε την εκλογική κορυφή, δεν κατόρθωσε να αποκτήσει σχέση εμπιστοσύνης με την βάση, να κερδίσει περιφέρειες, δήμους, φοιτητικές εκλογές (παρά την υπεροπλία του στους νέους), σωματεία και παραγωγικούς φορείς. Στην ουσία ήταν ένας χαρισματικός αρχηγός με αδιαμεσολάβητη σχέση με την κοινωνία, χωρίς ενδιάμεσα να υπάρχει ένα σοβαρό κόμμα που να μπορεί να οργανώσει αυτή την σχέση. Φταίει η αδράνεια του ίδιου του Τσίπρα, φταίει και η θηλιά των ποσοστώσεων και των εσωτερικών συμβιβασμών που παρήγαγε αίσθημα συνιδιοκτησίας σε πολλούς.
Τώρα, έχει κόμμα. Μια βάση 172.000 μελών, εκ των οποίων τα 110.000 ενεγράφησαν την Κυριακή μόνο επειδή ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση του Τσίπρα. Θα μπορούσαν να είναι περισσότεροι; Ναι, θα μπορούσαν. Η πρώτη μάχη, όμως, κερδήθηκε και αυτό το κέρδος έχει υπογραφή και ονοματεπώνυμο και δεν μπορεί να χωριστεί σε τιμάρια, τάσεις, συνιστώσες και “προσωπικότητες”.
Όμως, αυτοί οι 172.000 πολίτες δεν πρέπει να αφεθούν στην τύχη τους. Δεν μπορεί να συναντούν τα ξινισμένα μούτρα των “παλιών” που θα ακτινογραφούν με αυστηρότητα το παρελθόν τους, και πιθανώς τις αντιλήψεις τους που μπορεί να αποκλίνουν από τα αξιώματα του (κομματικού) χθες. Πρέπει να βρεθεί ένας τακτικός, συνεπής και ανοιχτόκαρδος τρόπος επικοινωνίας και συμμετοχής τους. Σπουδαία δουλειά και μεγάλη πρόκληση για μία ηγετική ομάδα που, για να λέμε αλήθειες, δεν έχει εκπαιδευτεί στο να ακούει και να συνεργάζεται.
Έπειτα, είναι πιστεύω σαφές πως όλοι αυτοί πήγαν στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για τον Τσίπρα και όχι για την παλιά φρουρά της οποίας έχουν ωριμάσει πλέον τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα. Ας το καταλάβουν. Τα νέα μέλη πρέπει να αντιστοιχηθούν και με μία φρέσκια ηγετική ομάδα. Όλοι αυτοί οι πολίτες (αριστεροί, πασοκογενείς, κεντρώοι) αναμένουν να δουν νέα πρόσωπα στην ηγεσία και μία Κουμουνδούρου χωρίς τις μούχλες, τις βεβαιότητες, και τα στερεότυπα του παρελθόντος.
Από την άλλη, είναι σαφές πως οι 150.000 “λογαριασμοί” που εστάλησαν στην κυβέρνηση (κατά το σύνθημα-πρόσκληση του ίδιου του Τσίπρα) δεν είναι αρκετοί για να εκδηλωθεί κύμα πολιτικής αλλαγής. Πρέπει να πολλαπλασιαστούν.
Κι αυτό δεν θα συμβεί μόνο επειδή φθείρεται η κυβέρνηση από τους λογαριασμούς του ρεύματος, την ακρίβεια, και την απώλεια στήριξης που της προκαλεί βέρτιγκο. Το προβάδισμα και η πολιτική υπεροπλία βρίσκεται ακόμα στην πλευρά του Κυριάκου Μητσοτάκη. Για να αυξηθούν οι πιθανότητες πολιτικής αλλαγής χρειάζεται εκτός από την αρνητική ψήφο να υπάρξει και θετική ψήφος προς τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Κι αυτό απαιτεί ο Τσίπρας και η νέα ηγετική ομάδα, που θα λοιώσει παπούτσια για να ιδρύσει νέο κόμμα, οργανώσεις και δομή αντιπροσώπευσης, να καταθέσουν και ολοκληρωμένο και πειστικό εναλλακτικό αφήγημα διακυβέρνησης.