Τρεις μέρες πριν την εισβολή στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου, ο πρώην πρόεδρος της Ρωσίας Ντμίτρι Μεντβέντεφ διαβεβαίωνε τον Βλαντίμιρ Πούτιν ότι δεν έχει τίποτα να φοβηθεί από την αντίδραση της Δύσης. Θα υπήρχαν πιέσεις και κυρώσεις, «αλλά μετά από λίγο, η ένταση θα υποχωρήσει.
Αργά ή γρήγορα θα κουραστούν και οι ίδιοι θα μας ζητήσουν να ξαναρχίσουμε τις συζητήσεις και τις συνομιλίες για όλα τα θέματα διασφάλισης της στρατηγικής ασφάλειας. Ας το παραδεχτούμε, η Ρωσία σημαίνει πολύ περισσότερα από την Ουκρανία για τους φίλους μας στις ΗΠΑ και στην ΕΕ», είπε στην τηλεοπτικά μεταδιδόμενη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του Κρεμλίνου.
Μέχρι στιγμής, ο Μεντβέντεφ αποδείχθηκε λάθος, γράφει στους FT η αρθρογράφος της Le Monde και fellow του Robert Bosch Academy στο Βερολίνο Sylvie Kauffmann. Η Μόσχα έχει εκπλαγεί από τη δύναμη και την ενότητα της Δύσης στην αλληλεγγύη που δείχνει προς την Ουκρανία. Αλλά καθώς ο ρωσικός πόλεμος μπαίνει στον τέταρτο μήνα του, οι Δυτικοί ηγέτες συλλογίζονται τώρα την προοπτική μιας παρατεταμένης σύρραξης, ενώ συνειδητοποιούν και ότι στήριξαν τους γενναίους μαχητές της Ουκρανίας χωρίς να έχουν προσδιορίσει το τελικό παιχνίδι.Remaining Time-0:00FullscreenMute
Στις αρχές του πολέμου, ο στόχος ήταν να βοηθηθεί η Ουκρανία να αντισταθεί σε μια εντελώς αδικαιολόγητη επίθεση από έναν από τους μεγαλύτερους στρατούς του κόσμου. Τότε συνέβη κάτι απροσδόκητο: αυτός ο πανίσχυρος στρατός, με επικεφαλής ανίκανους διοικητές και αντιμέτωπος με λυσσαλέα αντίσταση, έπρεπε να υποχωρήσει. Ξαφνικά έγινε πιθανό ότι η Ουκρανία, εξοπλισμένη με βαρύτερα όπλα από τη Δύση, θα μπορούσε πραγματικά να κερδίσει αυτό τον πόλεμο.
Αυτό, σύμφωνα με την Kauffmann, δημιουργεί πολλά ερωτήματα για τους υποστηρικτές της Ουκρανίας, αναφορικά με το τι σημαίνει νίκη. Σημαίνει απώθηση των Ρώσων πίσω στο σημείο απ’ όπου ξεκίνησαν την επίθεση στις 24 Φεβρουαρίου, ή ανάκτηση των κατεχόμενων από το 2014 εδαφών (Κριμαία και Ντονμπάς); Αν η ουκρανική ηγεσία αποφασίσει αντεπίθεση για την ανάκτηση ολόκληρης της επικράτειάς της, θα συνεχίσει η Δύση να τη βοηθά; Τι θα οδηγούσε σε άρση των κυρώσεων; Εάν η νίκη για την Ουκρανία σημαίνει ήττα για τη Ρωσία, πόσο συντριπτική πρέπει να είναι η ήττα; Εάν πρόκειται για έναν ανταγωνισμό μεταξύ δύο παγκόσμιων τάξεων, μιας που βασίζεται σε κανόνες και μιας σε σφαίρες επιρροής, πώς θα έμοιαζε ένας διακανονισμός;
Αντιμέτωπη με τη βάναυση επιστροφή του ρωσικού ζητήματος, η Δύση χρειάζεται ένα σχέδιο και δεν φαίνεται να έχει. Σύμφωνα με την Kauffmann, έχουν αναδυθεί δύο σχολές σκέψης. Κατά την πρώτη, η Ρωσία πρέπει να τιμωρηθεί για την επιθετικότητά της με τέτοιο τρόπο ώστε να μην ξαναπροσπαθήσει. Η δεύτερη σχολή σκέψης λέει πως ακόμα και αν ηττηθεί, η Ρωσία, που είναι μια πυρηνική δύναμη, θα πρέπει να είναι μέρος οποιασδήποτε νέας τάξης ασφαλείας που χτίζεται στην Ευρώπη.
Αυτή η πολύ ευαίσθητη συζήτηση ανοίγει ξανά τις βαθιές πληγές που προκάλεσαν στην Ευρώπη ο Α’ και ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η σοβιετική κατοχή της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, ενώ φέρνει παράλληλα τους Δυτικοευρωπαίους ηγέτες απέναντι στους ομολόγους τους των πρώην σοβιετικών δορυφόρων της Ευρώπης.
Ο ρωσικός πόλεμος στην Ουκρανία αποκάλυψε μια εντελώς νέα ενδοευρωπαϊκή δυναμική, σύμφωνα με την Kauffmann. Η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία είναι οι δυνάμεις που ταλαιπωρούνται περισσότερο από τη νέα κατάσταση, επειδή κατέστρεψε το μοντέλο μιας σχέσης με τη μεταψυχροπολεμική Ρωσία που χτίστηκε πάνω στο εμπόριο και την ενέργεια ή, στην περίπτωση του Μακρόν, στο όνειρο της οικοδόμησης μιας μελλοντικής ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας. Από την άλλη πλευρά, η Πολωνία και τα κράτη της Βαλτικής πιστεύουν ότι η βαθιά δυσπιστία τους προς τη Ρωσία έχει δικαιωθεί και ενισχύονται από την προοπτική της Φινλανδίας και της Σουηδίας να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ. Η Πολωνία οραματίζεται τώρα μια εταιρική σχέση με την Ουκρανία, σε μια μελλοντική Ευρώπη που θα μπορούσε να είναι τόσο ισχυρή και επιδραστική με τον τρόπο της όσο η γαλλογερμανική ομάδα στην παλιά Ευρώπη.
Όσο για τη Ρωσία, σύμφωνα με την Kauffmann, η Δύση δεν χρειάζεται να την ταπεινώσει, αφού το έχει ήδη κάνει αυτό ο ίδιος ο Πούτιν.