Κατά τις 9 τελειώναμε τα ιατρεία. Στο ύψος του ημιώροφου, κατεβαίνοντας, υπήρχε ένας φεγγίτης από τον οποίο εισέβαλαν οι μυρωδιές από το Καπάνι. Δηλαδή, το σκανδαλιστικό άρωμα από τις πανσέτες και τα άλλα πού έψηνε ο Παναγιώτης. Ήταν δύσκολο να αντισταθείς και πολλές φορές πηγαίναμε εκεί με τον Οδυσσέα.
Δεν υπήρχε τότε άλλο μαγαζί εστίασης στο Καπάνι. Το εστίασης βάλτε το σε εισαγωγικά. Το μαγαζί ήταν όλο κι όλο λίγα τετραγωνικά, τα μισά από τα οποία καταλάμβανε η ψησταριά. Η πελατεία βολευόταν στα 2-3 τραπεζάκια έξω. Και όταν πλάκωναν πολλοί, ο Παναγιώτης ξήλωνε την πόρτα του μαγαζιού, την έστρωνε πάνω σε άδεια καφάσια μπύρας και οι μερακλήδες κάθονταν σε άλλα καφάσια, γύρω γύρω.
Για την Ιστορία να σημειώσω ότι εκτός από το κορυφαίο ψήσιμο το ιστορικό μαγαζί είχε και τις καλύτερες αλοιφές, Χειροποίητες, από τον πατέρα του Παναγιώτη.
Σε χρόνο μηδέν η φήμη του καταστήματος απλώθηκε. Ένα ένα τα διπλανά μαγαζάκια που έκλειναν ή υπέκυπταν στη δελεαστική πρόταση να κλείσουν μια ώρα αρχύτερα, γινόταν ένα σώμα με την αρχική επιχείρηση, η οποία έγινε πλέον κοτζάμ μαγαζάρα και δούλευε χειμώνα (εντός) καλοκαίρι (στο δρόμο)
Δεν έχασε όμως το στυλ της. Πολλές φορές ζητούσες το λογαριασμό ο οποίος αργούσε απελπιστικά να έρθει και στο τέλος υπολογιζόταν στο στυλ πόσοι είστε, τόσο, επί τόσο, καλά, αφήστε ένα πεντοχίλιαρο (δραχμάς, κουτουρού)
Εκεί πήγαινα και τις κοπέλες (ο Οδυσσέας ήταν παντρεμένος και δεν έκανε τέτοια) Τρώγαμε και πίναμε και μετά ό,τι ήθελε προκύψει. Εκτός αν παραέπιναν. Θυμάμαι μια με την οποία ποστιάσαμε είκοσι δύο παγωμένες Χάινεκεν, τα κανονικά μπουκάλια. Μία σου και μία μου, όχι με ποσόστωση. Σκέφτομαι τώρα ότι όλες θα είναι μεγάλες, όχι και σαν την Πελοπόννησο, αλλά όπως και να το κάνεις έχουν περάσει περισσότερα από τριάντα χρόνια.
Το μαγαζί δεν είχε καλό τέλος και γι΄ αυτό φταίει το καζίνο που άνοιξε στη Θεσσαλονίκη, επί Σημίτη νομίζω. Ένας Αλβανός που δούλευε στο διπλανό κλειδαράδικο έχασε οχτώ εκατομμύρια δραχμές – τόσα είχε μαζέψει. Και οι δικοί μας την πούλεψαν αφού κατέθεσαν εκεί ό,τι είχαν και δεν είχαν. Άκουσα ότι άνοιξαν μια ταβέρνα στη δυτική Θεσσαλονίκη, στη οποία δεν έτυχε να πάω ποτέ.