Ο υψηλός πληθωρισμός στην Τουρκία απειλεί να διώξει το μακροχρόνια κυβερνών Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης (AKP) του Ταγίπ Ερντογάν από την εξουσία στις προεδρικές εκλογές του 2023, κάτι που σημαίνει πως η κυβέρνηση θα μπει στον πειρασμό να βρει τρόπους –όπως η χειραγώγηση της εκλογικής διαδικασίας και η προσπάθεια εκμετάλλευσης μιας κρίσης στο εξωτερικό- για να γυρίσει η πολιτική ζυγαριά υπέρ της.
Στις 5 Μαΐου το κρατικό Τουρκικό Ινστιτούτο Στατιστικής ανακοίνωσε πως ο ετήσιος πληθωρισμός καταναλωτή άγγιξε το 70%, το υψηλότερο επίπεδο από τότε που πρωτοανέλαβε την εξουσία το AKP το 2002.
Η Κεντρική Τράπεζα της Δημοκρατίας της Τουρκίας απέδωσε την εκτίναξη στις τιμές ενέργειας και τροφίμων στον πόλεμο στην Ουκρανία, καθώς και στα σχετιζόμενα με την πανδημία προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας. Η τράπεζα δεν έχει, ωστόσο, αυξήσει τα επιτόκια για να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό, όπως έχουν πράξει πολλές άλλες κεντρικές τράπεζες.
Αν και ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας Sahap Kavcioglu προέβλεψε πως ο πληθωρισμός θα αρχίσει να μειώνεται τον Ιούνιο, διάφοροι δείκτες υποδηλώνουν πως αυτό δεν θα συμβεί. Ο Δείκτης Τιμών Παραγωγού της Τουρκίας (PPI) εκτινάχθηκε στο 122% από 115%, αύξηση που θα πρέπει να αναμένεται πως θα περάσει στους καταναλωτές.
Την ίδια ώρα, η ιδιωτική εταιρεία δημοσκοπήσεων MetroPoll υποδηλώνει πως πρόσωπα της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένων του δημάρχου της Άγκυρας Mansur Yavas, του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης Ekram Imamoglu και του επικεφαλής του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) Kemal Kilicdaroglu, βρίσκονται πολύ κοντά στο να νικήσουν τον πρόεδρο Recep Tayyip Erdogan στις προεδρικές εκλογές του 2023.
Ο Kavcioglu, πρώην βουλευτής του AKP, έχει κρατήσει τα επιτόκια στο 14%, όμως τα πραγματικά επιτόκια είναι τώρα καθαρά αρνητικά λόγω του αυξανόμενου ετήσιου πληθωρισμού.
Ο πληθωρισμός της Τουρκίας έχει αυξηθεί ταχύτατα από το δ’ τρίμηνο του 2021, όταν ήταν στο ήδη υψηλό του 36% τον Δεκέμβριο του 2021, ενώ τα σοκ στα εμπορεύματα, οι αυξήσεις μισθών και τα προβλήματα στην αλυσίδα προμήθειας συνεχίζουν να επιταχύνουν τις αυξήσεις τιμών. Για να κατευνάσει τη λαϊκή οργή για τον πληθωρισμό, η Τουρκία αύξησε τον κατώτατο μισθό κατά 50% τον Δεκέμβριο του 2021.
Αν και μια αύξηση επιτοκίων θα μπορούσε να χαλιναγωγήσει τον πληθωρισμό, ωστόσο μπορεί να μην αντισταθμίσει τη διάβρωση της λαϊκής στήριξης προς τον Erdogan και το AKP. Ο Erdogan ήταν από καιρό επιφυλακτικός με τις αυξήσεις των επιτοκίων, αλλά τις ανέχτηκε κατά καιρούς, κυρίως για να βοηθήσει στη σταθεροποίηση της λίρας εν μέσω της νομισματικής κρίσης του 2018. Η πολιτική πίεση που προκαλείται από τον πληθωρισμό μπορεί να πείσει τον πρόεδρο να επιτρέψει περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα, στην οποία ασκεί σημαντική επιρροή.
Όμως ο πληθωρισμός είναι μόνο ένα από τα οικονομικά προβλήματα της Τουρκίας. Οι υψηλές τιμές ενέργειας και τροφίμων παραμένουν πιθανές παγκοσμίως μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία. Οι κεντρικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης της Fed, έχουν αρχίσει να αυξάνουν τα επιτόκια, αυξάνοντας το κόστος δανεισμού για τις τουρκικές εταιρείες και αυξάνοντας το κόστος του σημαντικού εταιρικού χρέους της χώρας, μεγάλο μέρος του οποίου διακρατείται σε δολάρια.
Ανεξάρτητα από το πώς θα προχωρήσει ο Erdogan, η εμπιστοσύνη των Τούρκων στην κυβέρνηση του ΑΚΡ μπορεί να έχει υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά – ειδικά οι νεότεροι ψηφοφόροι, που μεγάλωσαν με τον Erdogan πρόεδρο κατά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους. Για αυτούς τους ψηφοφόρους, ακόμη και μια οικονομική ανάκαμψη μπορεί να μην είναι αρκετή για να τους πείσει να υποστηρίξουν το AKP.
Υπάρχει μια διάσπαση γενεών όσον αφορά τις αντιλήψεις των ψηφοφόρων για τη διαχείριση της οικονομίας του AKP. Πολλοί Τούρκοι που γεννήθηκαν μετά το 2000 δεν θυμούνται την πιο ασταθή οικονομία της δεκαετίας του 1990, όταν ο πληθωρισμός ήταν ακόμη υψηλότερος και το νόμισμα βαθιά ασταθές. Οι παλαιότεροι Τούρκοι, ωστόσο, είναι πιο πρόθυμοι να υποστηρίξουν το κόμμα σε ταραχώδεις καιρούς, επειδή θυμούνται ότι οι κυβερνήσεις πριν από το ΑΚΡ είχαν χειρότερα οικονομικά αποτελέσματα. Η υποστήριξη αυτής της ομάδας, ωστόσο, μπορεί να μην είναι πλέον αρκετή για να εγγυηθεί την πλειοψηφία στις κάλπες καθώς αυξάνεται ο αριθμός των νεότερων ψηφοφόρων.
Ο Erdogan αντιτίθεται εδώ και πολύ καιρό στα υψηλότερα επιτόκια, θεωρώντας τα αντι-ισλαμικά και μια μορφή τοκογλυφίας. Δεδομένης της οικονομικής αδυναμίας της χώρας, η πολιτική στρατηγική του AKP θα εξαρτηθεί περισσότερο από τη χειραγώγηση του εκλογικού συστήματος έναντι της αντιπολίτευσης.
Ήδη, το AKP έχει μειώσει το εκλογικό όριο για την είσοδο στο κοινοβούλιο στο 7% από 10% για να διασφαλίσει ότι ο σύμμαχός του, το υπερεθνικιστικό Κόμμα Εθνικιστικού Κινήματος, μπορεί να κερδίσει ακόμα παρά τη μειωμένη υποστήριξή του. Μπορεί επίσης να απαγορεύσει το Κουρδικό Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα (HDP) μέσω του ελέγχου του στο δικαστικό σώμα για να αποδυναμώσει την αντιπολίτευση και να χρησιμοποιήσει την επιρροή του στα μέσα ενημέρωσης για να δημιουργήσει δυσμενή αφηγήματα για δημοφιλείς προεδρικούς υποψηφίους, όπως ο Yavas, ο Imamoglu ή ο Kilicdaroglu, πριν από τις εκλογές.
Το AKP προσπάθησε να χειραγωγήσει την ψηφοφορία για τον δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης το 2019 πραγματοποιώντας ξανά τις εκλογές μετά την ήττα του υποψηφίου του, αλλά το CHP κέρδισε τις δεύτερες εκλογές.
Το AKP θα εκμεταλλευτεί επίσης ορισμένες ξένες κρίσεις για να κερδίσει τους εθνικιστές ενώ θα προσεγγίσει πρώην αντιπάλους για επενδύσεις και εμπορικούς δεσμούς. Η Τουρκία εξακολουθεί να εμπλέκεται στρατιωτικά στη Λιβύη, τη Συρία και τον Καύκασο και όλο και περισσότερο στην Ουκρανία. Θα μπορούσε να αυξήσει αυτή τη εμπλοκή για να επιδείξει τη δύναμη της Τουρκίας στους εθνικιστές στο εσωτερικό και να επιδείξει τις ηγετικές ικανότητες του Erdogan.
Η Τουρκία πιθανότατα δεν θα ξεκινήσει αντιπαραθέσεις με αντιπάλους στο εξωτερικό, αλλά θα κλιμακώσει εάν ένας αντίπαλος απειλήσει τα συμφέροντά της. Η Άγκυρα θα προσπαθήσει επίσης να πείσει τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα να ανοικοδομήσουν τους οικονομικούς δεσμούς με την Τουρκία μέσω προσωπικής διπλωματίας μεταξύ των ηγετών αυτών των χωρών και του Erdogan και μέσω προσφορών να τους πουλήσει όπλα, όπως το drone Bayraktar TB2. Ωστόσο, τέτοιες προσπάθειες μπορεί να μην αρκούν για να βοηθήσουν τις εκλογικές ευκαιρίες του ΑΚΡ και θα μπορούσαν ακόμη και να γυρίσουν μπούμερανγκ στο ΑΚΡ, εάν η εμβάθυνση της εμπλοκής σε πόλεμο στο εξωτερικό δεν εξελιχθεί προς τα συμφέροντα της Τουρκίας.
Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν παράσχει swaps νομισμάτων για να σταθεροποιήσουν τη λίρα, αλλά ούτε αυτά, ούτε η Σαουδική Αραβία έχουν το οικονομικό βάρος ή το συμφέρον να διασώσουν πλήρως την Τουρκία.
Η παρέμβαση της Τουρκίας στη Λιβύη το 2020 έδωσε αρχικά στο ΑΚΡ μια ώθηση στις εκλογές, αλλά αυτό το αποτέλεσμα εξασθένησε, καθώς το κοινό έστρεψε την προσοχή του στα εσωτερικά οικονομικά προβλήματα.