Το κύμα της εκλογολογίας που φουσκώνει κάθε μέρα και περισσότερο αρχίζει να προκαλεί ναυτία.
Του Αντώνη Λιάκου
Ναυτία στους πολίτες και παράλυση στις υπηρεσίες και τον κρατικό μηχανισμό.
Οι όποιες πολιτικές, καλές-κακές, αποδιαρθρώνονται και λιώνουν μπρος στις προεκλογικές παροχές, παραχωρήσεις και υποσχέσεις. Τα οικονομικά εκτροχιάζονται. Η Βουλή και οι κυβερνήσεις εκλέγονται για τέσσερα χρόνια και αυτό δημιουργεί ένα πολιτικό ρυθμό. Στην πραγματικότητα, στην Ελλάδα αυτός ο ρυθμός είναι όχι τεσσάρων αλλά δύο χρόνων.
Διαιρώντας το χρόνο με τον αριθμό των εκλογών, προκύπτει μέσος όρος βίου κάθε κυβέρνησης η διετία. Δύο χρόνων κυβερνήσεις εκλέγουμε στην πραγματικότητα.
Και βέβαια είναι πανίσχυρο προνόμιο να μπορεί ο πρωθυπουργός να επιλέγει το χρόνο των εκλογών, αναλόγως των υπολογισμών κέρδους-ζημιάς για το κόμμα του.
Θα έπρεπε να υπάρξει πρόβλεψη από το Σύνταγμα ότι μια κυβέρνηση δεν μπορεί να προκηρύξει εκλογές όσο διαθέτει την δεδηλωμένη πλειοψηφία και ότι ακόμη και αν τη χάσει, η Βουλή δεν διαλύεται όσο μπορεί να προκύψει μια πλειοψηφία που θα μπορούσε να στηρίξει μια κυβέρνηση. Θα άλλαζε όλο το πολιτικό παιχνίδι και θα ευνοούσε περισσότερο συνεργασίες και πολιτικές με μεγαλύτερο εύρος συναίνεσης από εκείνο του κυβερνώντος κόμματος.
Θα μεγάλωνε το κύρος και ο ρόλος του κοινοβουλίου.
Θα αποκτούσε υπόσταση και ουσία. Κανένα κόμμα βέβαια δεν το υποστηρίζει αυτό, γιατί όλοι θέλουν να έχουν το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού-κρυφό άσσο στο μανίκι.
Το αποτέλεσμα όμως των αλλεπάλληλων εκλογών και της συνεχούς ενασχόλησης με τις εκλογές το πληρώνει ακριβά το πολιτικό σύστημα και η χώρα. Και βέβαια ούτε συζήτηση για δομικά προγράμματα και μακροχρόνιο προγραμματισμό, εφόσον όλα κρίνονται με το άμεσο αποτέλεσμα που μπορεί να έχουν στις επικείμενες εκλογές.
Και τα εκλογικά προγράμματα;
Έπεα πτερόεντα.
*ιστορικός