Φραγκική hard core σαπουνόπερα στα θεμέλια, βυζαντινό παρεκκλήσι στην κολώνα, κολοκοτρωνέικος αχός στις αψίδες, τραπεζογραμμάτια ομορφιά στις γκραβούρες, νεοελληνική εγκατάλειψη πατόκορφρα.
Αυτό το γεφύρι, της καρύταινας, κάποτε το είχαμε στα πορτοφόλια μας και είχε μεγάλη πέραση (διπλής). Σήμερα είναι εγκαταλελειμένο, παρατημένο, ημι-άγριο και μοναχικό. Ο θρύλος λέει ότι -και καλά για να στεριώσει- ο φράγκος άρχοντας του κάστρου της Καρύταινας, Γοδεφρείγος, έθαψε στα θεμέλια του γεφυριού την -no name- σύζυγό του και το έσκασε με τη γυναίκα του πρωτοπαλίκαρου.
Το πρωτοπαλίκαρο, με βάση το αξίωμα «οποίος χάνει στην αγάπη, κερδίζει στο τάβλι», έγινε άρχοντας του κάστρου και ζήσανε αυτοί καλά, πλην της γοδεφρείγενας που είδε τα γρόσια να γίνονται δραχμές και τα ντελόρ να γίνονται εσπα, αλλα η μακροημέρευση του γεφυριού εξακολουθεί να στηρίζεται στον “θεμελιώδη” πατριωτισμό της θυσίας της.
Το προηγούμενο τριήμερο, της πρωτομαγιάς, τριγυρνώντας στον “πελοποννησιακό μεσαίωνα” (+-), ρίξαμε μια ματιά και στο γεφυράκι που διάγει φάση «περασμένα μεγαλεία»: δεν χρησιμοποιείται εδώ και καιρό, τα πεντοχίλιαρα καταργήθηκαν, το gps σε στέλνει στη “λάθος πλευρά” (της ιστορίας του), στη μέση έχει μια ξύλινη τσόντα που φαίνεται σακατεμένη, απαγορεύεται η διάσχισή του, η αναστήλωση προχωράει με τον αραμπά κλπ.
Αν ομως του αφιερώσεις χρόνο, καθίσεις στα κοτρώνια του και αφεθείς στη μαγεία του, μπορεί να σκεφτεις ότι τα βράδια η γοδεφρείγενα ψέλνει από τα θεμέλια «γιατί τα πεντοχίλιαρα δεν είναι πετσετάκια»• και ο Αλφειός, που την ακούει από κάτω και ξέρει (μόνο) “όσα η καταιγίδα, δεν έχει κάτι για να της πει”.