«Μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης αντιλαμβάνεται ότι τα προβλήματα είναι σε μεγάλο βαθμό εξωγενή, εξ ου και – παρά την όποια δυσαρέσκεια – δείχνει ακόμα ανοχή προς την Κυβέρνηση», σημειώνει ο επικοινωνιολόγος Ευτύχης Βαρδουλάκης στη συνέντευξή του στο AnatropiNews .
Όσο για τη συζήτηση περί πρόωρων εκλογών εκτιμά ότι «έχει ήδη καταλάβει περισσότερο χώρο από όσο χρειαζόταν στην πολιτική επικαιρότητα». Πιστεύει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «παρασύρεται συχνά σε μια έντονη, συγκρουσιακή και ενίοτε τοξική ρητορική αναντίστοιχη με το κλίμα της εποχής μας», ενώ για τον Νίκο Ανδρουλάκη και το ΠΑΣΟΚ αναρωτιέται: « Πόσο εύκολο είναι ένα κόμμα εξουσίας να ζητά την ψήφο των πολιτών χωρίς να λέει τι θα την κάνει;»
Ολόκληρη η συνέντευξη στον Χρόνη Διαμαντόπουλο:
Η κρίση με την οποία τροφοδοτούν το τελευταίο διάστημα οι Τούρκοι τις σχέσεις με την Ελλάδα, μπορεί να λειτουργήσει υπέρ της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη; Δηλαδή να ξεκινήσει μια προεκλογική εκστρατεία που – εκ των πραγμάτων – θα λειτουργήσει υπέρ του κυβερνώντος κόμματος;
Το πεδίο χειρισμού των ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής μοιάζει όντως προνομιακό για την Κυβέρνηση. Σε όλες τις μετρήσεις το προβάδισμα του κ. Μητσοτάκη έναντι του κ. Τσίπρα είναι μεγαλύτερο από το μέσο όρο της μεταξύ τους σύγκρισης. Επίσης, το τμήμα της κοινής γνώμης που εγκρίνει την πολιτική της ελληνικής Κυβέρνησης στα ζητήματα αυτά ή κάποιες δράσεις του πρωθυπουργού, όπως π.χ. η πρόσφατη ομιλία του στο Κονγκρέσο, υπερβαίνει το όριο εκλογικής επιρροής της ΝΔ. Επιπλέον, σε περιόδους κρίσης παρατηρείται το φαινόμενο που οι Αγγλοσάξωνες ονομάζουν «Rally round the flag» («συσπείρωση γύρω από τη σημαία»). Για τους λόγους αυτούς θα μπορούσαμε να πούμε η ατζέντα αυτή πράγματι μοιάζει να ευνοεί την Κυβέρνηση. Επειδή μιλάμε πάντως για ζητήματα εθνικής σημασίας και ιδιαίτερα ευαίσθητα, που θα έπρεπε να αποτελούν αντικείμενο συγκλίσεων και όχι αντιπαράθεσης, καλό είναι να τα προσεγγίζουμε αποστασιοποιημένα από τις εγχώριες πολιτικές εξελίξεις.
Το κλίμα είναι ήδη προεκλογικό. Θα είναι έκπληξη αν δεν γίνουν εκλογές έως το αργότερο τον Οκτώβριο. Πότε πιστεύετε ότι είναι η κατάλληλη ημερομηνία για την διεξαγωγή των εκλογών για τον κ. Μητσοτάκη;
Η συζήτηση αυτή είναι πάντα ελκυστική για τους παροικούντες την πολιτική Ιερουσαλήμ αλλά για τον κόσμο, πιστέψτε με, δεν έχει καμία ιδιαίτερη γοητεία. Και ο λόγος είναι ότι οι απαντήσεις που δίδονται είναι αναμενόμενες καθώς κανένας πολιτικός δεν αποκαλύπτει δημοσίως τη στρατηγική του. Όλοι όσοι έκαναν πρόωρες εκλογές τις ανακοίνωσαν αιφνιδιαστικά και οι περισσότεροι τις κέρδισαν κιόλας. Η αίσθησή μου είναι ότι η όλη συζήτηση έχει ήδη καταλάβει περισσότερο χώρο από όσο χρειαζόταν στην πολιτική επικαιρότητα. Όταν ένα ενδεχόμενο συζητιέται τόσο πολύ συνήθως οι εξελίξεις είτε προοικονομούνται είτε προκαταβάλλονται.
Βρίσκεται σήμερα η κυβέρνηση στο δυσκολότερο σημείο της θητείας της; Μπορεί αυτό να αλλάξει προς το χειρότερο;
Θεωρώ ότι το δυσκολότερο σημείο της Κυβέρνησης ήταν την περίοδο Φεβρουαρίου – Μαρτίου όταν είχε να διαχειριστεί μια τριπλή κρίση. Τα απόνερα της κακής διαχείρισης της θεομηνίας «Ελπίδα», την πανδημία που ήταν σε έξαρση και την ενεργειακή/πληθωριστική κρίση. Ο συνδυασμός αυτών των ζητημάτων έπληττε την Κυβέρνηση στον πυρήνα του αφηγήματός της που ήταν η επιτυχημένη διαχείριση κρίσεων και η πρόοδος της Οικονομίας. Γι΄ αυτό και στις μετρήσεις της Άνοιξης η Κυβέρνηση παρουσίαζε μια κάμψη, όχι τόσο στην πρόθεση ψήφου, καθώς η διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ παραμένει αξιοσημείωτη, αλλά κυρίως στα ποιοτικά της χαρακτηριστικά, τα οποία όμως προϊόντος του χρόνου διαμορφώνουν και τις εκλογικές τάσεις. Από τον Μάιο η Κυβέρνηση δείχνει να ανακτά τον έλεγχο των πρωτοβουλιών, να επανασυσπειρώνει δυνάμεις και να σταθεροποιεί το προβάδισμά της. Η εικόνα της σήμερα είναι καλύτερη από ό,τι δύο μήνες πριν. Και αυτό οφείλεται τόσο σε κάποια μέτρα που ανακοινώθηκαν, αλλά κυρίως στο ότι μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης αντιλαμβάνεται ότι τα προβλήματα είναι σε μεγάλο βαθμό εξωγενή, εξ ου και – παρά την όποια δυσαρέσκεια – δείχνει ακόμα ανοχή προς την Κυβέρνηση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να βγει πρώτο κόμμα, παρά τις εις βάρους του προβλέψεις σε όλες τις έως τώρα μετρήσεις;
Στην πολιτική δεν πρέπει να αποκλείεις τίποτα, ειδικά όταν δεν μπορείς να ξέρεις βασικά δεδομένα όπως ο χρόνος διεξαγωγής των εκλογών, οι συνθήκες υπό τις οποίες θα διεξαχθούν, αλλά και να προβλέψεις απρόοπτα γεγονότα που μπορεί να ανατρέψουν τους υφιστάμενους συσχετισμούς. Με βάση την σημερινή εικόνα πάντως αυτό δεν μοιάζει εύκολο. Η εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει χειρότερη από αυτή της ΝΔ, του κ. Τσίπρα χειρότερη από του κ. Μητσοτάκη, στο χειρισμό κρίσιμων ζητημάτων η ΝΔ υπερέχει. Και επιπροσθέτως – και αυτό είναι για μένα το μεγαλύτερο στρατηγικό του πρόβλημά του – ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν έχει διαμορφώσει μια διακριτή πρόταση, αλλά μοιάζει να απευθύνεται αποκλειστικά σε ένα κοινό φανατικών οπαδών. Παρασύρεται συχνά σε μια έντονη, συγκρουσιακή και ενίοτε τοξική ρητορική αναντίστοιχη με το κλίμα της εποχής μας. Κάτι που απωθεί ένα πιο μετριοπαθές ακροατήριο, εκείνο που διαμορφώνει πλειοψηφίες. Αυτό δεν ξέρω πώς μπορεί να αλλάξει μέσα σε λίγους μήνες, ειδικά αν δεν έχουμε κάποια ανεξέλεγκτη κρίση που θα χρεωθεί αποκλειστικά στην Κυβέρνηση.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης μπορεί να εξελιχθεί σε υπολογίσιμο αντίπαλο; Και τίνος; Του Κυριάκου Μητσοτάκη ή του Αλέξη Τσίπρα;
Ο κ. Ανδρουλάκης έχει ήδη βελτιώσει την εικόνα του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ και η δημοσκοπική άνοδος που καταγράφει είναι σημαντική. Αυτό ασφαλώς το πιστώνεται προσωπικά. Σήμερα φαίνεται να έχει εισροές και από τα δύο κόμματα και αυτό απαντά και στο ερώτημά σας. Τα δύσκολα πάντως για το ΚΙΝΑΛ θα είναι στην προεκλογική περίοδο όπου οι πιέσεις που θα δεχτεί και από τη ΝΔ και από τον ΣΥΡΙΖΑ θα είναι σημαντικές. Και δεν θα είναι εύκολο να τις αντιμετωπίσει καθώς θα πρέπει να διαχειριστεί αντίρροπες τάσεις στο εσωτερικό του ΚΙΝΑΛ αλλά και δομικά στρατηγικά ζητήματα. Και εξηγώ: Μια μερίδα στελεχών του Κινήματος διακατέχεται από αντιδεξιές εμμονές, αλλά και από τα «τραύματα» της συγκυβέρνησης με τη ΝΔ, όταν το ΠΑΣΟΚ κατέβαλε μεγάλο εκλογικό κόστος, οπότε δεν θέλει να επαναληφθεί κάτι ανάλογο. Αυτό όμως δεν δείχνει να το συμμερίζεται ούτε το σύνολο του κόμματος, ούτε – κυρίως – η εναπομείνασα βάση του. Η αποδοχή του κ. Μητσοτάκη στη βάση του ΠΑΣΟΚ είναι σαφώς μεγαλύτερη από του κ. Τσίπρα. Από την άλλη, αν το ΠΑΣΟΚ αφήσει ανοιχτό σενάριο συνεργασίας με τη ΝΔ δυσκολεύει τον επαναπατρισμό ψηφοφόρων που έχουν φύγει προς ΣΥΡΙΖΑ την περασμένη 10ετία. Κάθε επιλογή ή χειρισμός μοιάζει να έχει κόστος. Υπάρχει όμως ένα ακόμα μεγαλύτερο, στρατηγικό, πρόβλημα. Το ΠΑΣΟΚ είναι κόμμα εξουσίας, τουλάχιστον έτσι προσδιορίζεται. Πόσο εύκολο είναι ένα κόμμα εξουσίας να ζητά την ψήφο των πολιτών χωρίς να λέει τι θα την κάνει; Ή όταν δείχνει να παραιτείται της φιλοδοξίας να κυβερνήσει; Ο κόσμος που θα επιλέξει το ΠΑΣΟΚ θα το ψηφίσει για να συμμετέχει στην διακυβέρνηση της χώρας ή για να έχει απλώς μερικούς ακόμα βουλευτές στο Κοινοβούλιο; Αυτό είναι ένα ζήτημα που ο κ. Ανδρουλάκης θα πρέπει να χειριστεί με μεγάλη επιδεξιότητα καθώς από αυτό θα κριθεί η τελική επίδοση του κόμματος. Και δεν είναι καθόλου εύκολο προς διαχείριση ζήτημα.