Αντιγραφή από προσωπικό ημερολόγιο: «Δευτέρα, 27 Ιουνίου. Φιλοξενούμενος σε συγγενικό σπίτι παραθαλάσσιο, πέρασα εξαιρετικό Σαββατοκύριακο στη Βόχα: δυτικά την Κορίνθου: Ασσος, Βραχάτι κ.λπ.
Του Πέτρου Μανταίου στην EfSyn
Περνάει βέβαια από μπροστά δρόμος, αλλά σε “ώρες κοινής ησυχίας”, μετά τις… δώδεκα, αν δεν… προκύψει κανένας ζωηρός νεαρός με μηχανή-υποκατάστατο είναι ήσυχος. Τα δε “μπιτσόμπαρα” (beach-bar), με μουσικές διαπασών, που ανθούν στην περιοχή, είναι δυτικότερα, σε απόσταση… ηχητικής ασφαλείας. Τόσα που βαρέθηκα να μετράω.
»Τα έβλεπα, Κυριακή πρωί, που περπάτησα την παραλία, δυτικά, με κατεύθυνση το Κιάτο, περιποιημένα, άνετα, κάποια και πολυτελή, τα πιο πολλά με… κατειλημμένη παραλία: ομπρέλες, ξαπλώστρες, πολυθρόνες και άλλα σκεύη… κατακτητικά (και… τσουχτερά)· δεν υπάρχει “κατακτητής” στην Ιστορία που να μην εισπράττει, το λιγότερο, “κεφαλικό φόρο” από “κατακτημένους”· στην περίπτωσή μας, ο εν λόγω “φόρος”, δεν λέγεται “λύτρα”, λέγεται “προσφορά υπηρεσιών”.
»Μου προκάλεσε δε ευφρόσυνη διάθεση επιγραφή σε σουβλατζίδικο, με γύρο, πιτόγυρα κ.λπ. Πάντα, όταν επισκέπτομαι μέρος πρώτη φορά, κάνω… ρεπεράζ σε ταμπέλες καταστημάτων και πινακίδες δρόμων. Στις ταμπέλες βλέπω τη φαντασία (ή την έλλειψή της) και στις πινακίδες (στα οδωνυμικά) την τοπική Ιστορία και Γεωγραφία. Η ταμπέλα από το σουβλατζίδικο, που μου εντυπώθηκε γιατί τη βρήκα έξυπνη, ήταν: “Ψητοπωλείο – Γυροβολιά”!
»Από τα οδωνυμικά, δεν συγκράτησα κάτι ιδιαίτερα. Νομίζω, όση παραλία περπάτησα, στο μεγαλύτερο μέρος της, αν όχι όλη, λέγεται “Βορείου Ηπείρου”. Παλιές εποχές. Αλλά, πάντα, Βαλκάνια, “μαλακό υπογάστριο” και άλλα… παθήματα που δεν γίνονται μαθήματα· απανταχού των Βαλκανίων! Δεν ξέρω χώρα βαλκανική χωρίς “μεγάλη ιδέα”!
»Σ’ αυτή την παραλιακή λεωφόρο “Βορείου Ηπείρου” της Βόχας, καθώς ο ήλιος ανέτελλε από το Λουτράκι, παρατήρησα τη διευκρινιστική… υποπινακίδα: “Βορείου Ηπείρου – Αδιέξοδος”. Γέλασα, πικρά. Σκέψου, αναρωτήθηκα, να έλεγα σε κάποιους “αρπαγμένους” ομοεθνείς, ό,τι ακριβώς λέει –και σημαίνει…– η εν λόγω πινακίδα: “Βορείου Ηπείρου – Αδιέξοδος”! Τι “λούσιμο” θα είχα φάει!».