Ο Ταγίπ Ερντογάν και ο Κυριάκος Μητσοτάκης έπαιξαν επί δίμηνο σκληρή μπάλα σε Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο.
Ο τούρκος πρόεδρος κατέβασε τα τηλέφωνα, έστειλε τα τουρκικά F-16 να κόβουν βόλτες μέχρι και πάνω από την Αλεξανδρούπολη, έκανε φύλλο και φτερό τη συνθήκη της Λωζάνης, ξεσκόνισε την Συμφωνία των Παρισίων, αμφισβήτησε την ελληνική κυριαρχία στα νησιά και απείλησε ότι εάν η Ελλάδα δεν τα αποστρατιωτικοποιήσει άμεσα θα το μετανιώσει πικρά.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αντεπιτέθηκε από την «σωστή πλευρά της ιστορίας». Εβγαλε την Ελλάδα μπροστά στην πρώτη γραμμή του νατοϊκού άξονα κατά της Ρωσίας, έστειλε πολεμικό υλικό στην Ουκρανία, έκοψε κάθε διπλωματικό δίαυλο με τον – συνομιλητή του Ερντογάν – Βλαντιμίρ Πούτιν και διαμήνυε στην Αγκυρα ότι «δεν συνομιλεί με τον παράνομο».
Μετά ήρθε η σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ και ο Ταγίπ Ερντογάν πήγε στην Μαδρίτη κι έκανε ματ πριν καν καθίσει στο τραπέζι (με τον Μπάιντεν). Πήρε την δέσμυση του Λευκού Οίκου για αναβάθμιση των τουρκικών F-16, πήρε free pass εξοπλισμών και άρση του εμπάργκο όπλων από δύο κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, την Σουηδία και την Φινλανδία, πήρε το «ευχαριστώ» του αμερικανού προέδρου για τον διαμεσολαβητικό του ρόλο στην ουκρανική κρίση, και παραλαμβάνει ήδη τους πρώτους κούρδους αντιφρονούντες που αποστέλλουν με συνοπτικές διαδικασίες στην Αγκυρα η Στοκχόλμη και το Ελσίνκι, αναγνωρίζοντάς τους πλέον ως «τρομοκράτες» όπως αξίωνε ο Ερντογάν.
Η Ελλάδα πήρε την συμπάθεια των συμμάχων, μια αναφορά του Τζο Μπάιντεν στην ανάγκη σταθερότητας στο Αιγαίο, και μια αναμνηστική φωτογραφία με τις «Λας Μενίνας» από το Πράδο.
Το επικοινωνιακό ισοζύγιο δεν ήταν το καλύτερο δυνατό άμα τη επιστροφή στη βάση, κι ας επιχείρησε η κυβέρνηση να χτίσει αφήγημα «αναδίπλωσης» της Τουρκίας. Μέχρι που ο Ερντογάν δήλωσε – περίπου out of the blue – ότι «δεν θα ξαναμιλήσει στον Μητσοτάκη έως ότου συμμορφωθεί» και εξέφρασε την ελπίδα ότι «οι Ελληνες, δια της δημοκρατικής οδού, θα δώσουν το απαραίτητο μάθημα στην κυβέρνησή τους».
Στην ΝΔ πήραν ανάσα, ο Ελεύθερος Τύπος έγραψε ότι «ο Ερντογάν ζητάει καταψήφιση Μητσοτάκη», το iefimerida το προχώρησε και βρήκε ότι «ο Ερντογάν στηρίζει Τσίπρα», και ο Γιώργος Κουμουτσάκος απηύθυνε το εύληπτο ερώτημα: «Έλληνες, όταν ο τούρκος Πρόεδρος μας λέει ποιον θέλει να καταψηφίσουμε, εμείς τι κάνουμε; Το ακριβώς αντίθετο. Ψηφίζουμε μαζικά και αποφασιστικά».
Οι πιο καχύποπτοι μιλούν για δώρο Ερντογάν – και όχι μόνον – στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Οι πιο κυνικοί μιλούν για επαναφορά σε ισορροπία win-win στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο και για τους δύο. Ο μεν Ερντογάν μπορεί, εν όψει εκλογών, να λέει στο εγχώριο ακροατήριο ότι σάρωσε στην Μαδρίτη και αναβάθμισε γεωπολιτικά την Τουρκία. Ο δε Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί, επίσης εν όψει εκλογών, να λέει ότι ο Ταγίπ Ερντογάν τον φοβάται, γι αυτό και καλεί τους έλληνες να τον καταψηφίσουν. Και τα γαλάζια accounts στο twitter μπορούν να λένε ότι ο Ερντογάν είναι… ΣΥΡΙΖΑ γιατί ο Τσίπρας είναι ενδοτικός και μειοδότης.
Στην Κουμουνδούρου βλέπουν ήδη να σηκώνεται νέο έργο «πατριωτών» και «μειοδοτών» και πάνε να το κάψουν. Το χθεσινό tweet του Γιώργου Κατρούγκαλου δεν είναι τυχαίο καθώς προειδοποιεί την ΝΔ να μην επιχειρήσει να καταστήσει τον Ερντογάν παράγοντα εσωτερικών εξελίξεων. «Ο ελληνικός λαός», έγραψε ο πρώην υπουργός Εξωτερικών «δεν δέχεται υποδείξεις από κανένα για τις δημοκρατικές του επιλογές. Κάθε προσπάθεια εμπλοκής της Τουρκίας στα εσωτερικά της Ελλάδας πρέπει να καταδικάζεται απόλυτα, από όλους κ χωρίς καμία υστεροβουλία σχετική με την εσωτερική πολιτική διαμάχη.
Η ΝΔ, στην προσπάθεια της να αξιοποιήσει μικροκομματικά προς όφελος της τις απαράδεκτες δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου, καταντά να τον καθιστά παράγοντα της εσωτερικής πολιτικής της χώρας. Για μια ακόμη φορά επικίνδυνη!».
Δεν είναι βέβαιο πως το «κάψιμο» θα πετύχει – δεν είναι όμως επίσης καθόλου βέβαιο ότι και το έργο «ο Ερντογάν ΣΥΡΙΖΑ» θα αντέξει να φθάσει μέχρι τις κάλπες αποδίδοντας ουσιαστικούς καρπούς στην ΝΔ.
Διότι οι διαφιλονικούμενοι κεντρώοι και κεντροαριστεροί ψηφοφόροι δεν θα ψηφίσουν με κριτήριο την κομματική κλίμακα πατριωτισμού, αλλά την τσέπη τους. Οι δε σκληροί δεξιοί, τους οποίους «κουρντίζει» περισσότερο ο υπερπατριωτισμός και εμφανίζονται εσχάτως αποστασιοποιημένοι από την ΝΔ, δεν κοιτούν προς τον ΣΥΡΙΖΑ – κοιτούν προς τον Βελόπουλο και τον Κασιδιάρη, όπως δείχνουν και οι νέες δημοσκοπήσεις που φθάνουν και στο Μαξίμου…