Μετά την ανακοίνωση του πληθωρισμού (12,1%) στην Ελλάδα για τον Ιούνιο του 2022 από την ΕΛΣΤΑΤ, διαπιστώνεται ότι η μέση τιμή του πληθωρισμού κατά το πρώτο εξάμηνο στην χώρα μας ανήλθε στο επίπεδο του 8,7%.
Σάββας Γ. Ρομπόλης – Βασίλειος Μπέτσης
Τον Ιούνιο του 2021 ο πληθωρισμός ήταν 1,36% και ο μέσος όρος του πρώτου εξαμήνου του ίδιου έτους ήταν αρνητικός (-0,4%). Αξίζει να σημειωθεί ότι με δεδομένη την μέση τιμή(8,7%) του πληθωρισμού κατά το πρώτο εξάμηνο του 2022, η επαλήθευση των προβλέψεων της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) για μέσο πληθωρισμό 7,6% και ανάπτυξη 3,2% το 2022, προϋποθέτει ότι ο πληθωρισμός του δευτέρου εξαμήνου του 2022 θα πρέπει να είναι κατά μέσο όρο 6%. Ο αντίστοιχος μέσος πληθωρισμός της ευρωζώνης τον Ιούνιο του 2022 ήταν 8,6% και ο μέσος όρος του πρώτου εξαμήνου του 2022 ήταν 7,1% (Διάγραμμα).
Αναλύοντας τα στατιστικά στοιχεία της πορείας του πληθωρισμού στην χώρα μας και την ευρωζώνη, διαπιστώνεται η ανησυχητική εξέλιξη που παρατηρείται στην Ελλάδα και αφορά τη συνεχιζόμενη αυξητική τάση σε σχέση με το μέσο όρο της ευρωζώνης. Έτσι, ο ρυθμός μεταβολής του πληθωρισμού στην Ελλάδα είναι συνεχώς μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο ρυθμό μεταβολής του μέσου όρου των κρατών-μελών της ευρωζώνης. Αυτό σημαίνει ότι στην Ελλάδα οι ασκούμενες πολιτικές, όπως προκύπτει εκ του αποτελέσματος, από τους τελευταίους μήνες του 2021(αναταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες σε διεθνές επίπεδο) μέχρι σήμερα( Ιούλιος 2022)( αυξητικές συνέπειες στις τιμές των ενεργειακών προϊόντων λόγω του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία) δεν κατόρθωσαν να ελέγξουν την ανεξέλεγκτη πορεία του πληθωρισμού.
Στις επιδεινούμενες αυτές πληθωριστικές συνθήκες στις οποίες θα αναδειχθεί το φαινόμενο του στασιμοπληθωρισμού, αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα τον Ιανουάριο του 2022 ο πληθωρισμός ήταν 4,8%, ενώ στην ευρωζώνη ήταν 5,1%. Τον Φεβρουάριο του 2022 στην Ελλάδα το επίπεδο του πληθωρισμού ήταν το ίδιο με αυτό της ευρωζώνης (5,9%). Όμως, από τον Φεβρουάριο του 2022 και μετά ο πληθωρισμός στην χώρα μας αυξήθηκε κατά 105% (20,8% μηνιαίος ρυθμός μεταβολής), όταν στην ευρωζώνη αυξήθηκε κατά 45% (11,3% μηνιαίος ρυθμός μεταβολής). Δηλαδή, για κάθε μία ποσοστιαία μεταβολή (αύξηση) του πληθωρισμού στην ευρωζώνη, στην Ελλάδα ο πληθωρισμός αυξάνει κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες.
Έτσι, από τον Φεβρουάριο του 2022 που ο πληθωρισμός ήταν 5,9% στην Ελλάδα και στην ευρωζώνη, τον Μάρτιο του 2022 η χώρα μας είχε 0,6 ποσοστιαίες μονάδες μεγαλύτερο πληθωρισμό (8% έναντι 7,4% στην ευρωζώνη), τον Απρίλιο του 2022 είχε 2,7 ποσοστιαίες μονάδες μεγαλύτερο πληθωρισμό(10,2% έναντι 7,5% της ευρωζώνης), τον Μάιο του 2022 είχε 3,3 ποσοστιαίες μονάδες μεγαλύτερο πληθωρισμό (11,3% έναντι 8,1% της ευρωζώνης) και τον Ιούνιο του 2022 είχε 3,5 ποσοστιαίες μονάδες μεγαλύτερο πληθωρισμό(12,1% έναντι 8,6% της ευρωζώνης). Πράγματι, ο πληθωρισμός στην χώρας μας τον Ιούνιο του 2022 ήταν κατά 40,7% υψηλότερος από τον μέσο όρο της ευρωζώνης όταν τον Μάιο του 2022 ήταν 39,5% υψηλότερος και τον Απρίλιο του 2022 ήταν 36%.
Με άλλα λόγια, κάθε μήνα από τον Μάρτιο του 2022 και μετά, η αύξηση του πληθωρισμού στην χώρα μας είναι μεγαλύτερη από την αύξηση του πληθωρισμού της ευρωζώνης. Στις πληθωριστικές αυτές συνθήκες του άμεσου παρελθόντος αλλά και του μέλλοντος στην χώρα μας, με την συνέχιση των ρωσικών πολεμικών συγκρούσεων στην Ουκρανία, το πληθωριστικό φαινόμενο εκτός από την οικονομική του διάσταση έχει αποκτήσει και έντονη εισοδηματική και κοινωνική διάσταση.
Πράγματι, οι δυσμενείς αυτές εξελίξεις εκδηλώνονται σε σύντομο χρονικό διάστημα τόσο με την απομείωση της αγοραστικής δύναμης του εισοδήματος των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα των μικρο-μεσαίων με την σημαντική αύξηση του κόστους παραγωγής, όσο και με την διευρυμένη υπονόμευση της κοινωνικής συνοχής, ως αποτέλεσμα της αύξησης της φτωχοποίησης, ιδιαίτερα των χαμηλόμισθων και των χαμηλοσυνταξιούχων, και της βίαιης ανισοκατανομής του εισοδήματος σε όφελος των επιχειρήσεων ενέργειας, καυσίμων, φυσικού αερίου, κ.λ.π. Το ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί οι ασκούμενες πολιτικές στην Ελλάδα αδυνατούν να ελέγξουν και να περιορίσουν αυτή την συνεχιζόμενη αυξητική τάση του πληθωρισμού και των συνεπειών του σε σχέση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης.
Η απάντηση είναι ότι οι ασκούμενες πολιτικές επιδιώκουν να αντιμετωπίσουν ένα πληθωρισμό της προσφοράς με μέτρα αντιμετώπισης ενός πληθωρισμού της ζήτησης. Δηλαδή μέτρα μείωσης του πληθωρισμού διαμέσου της συρρίκνωσης του διαθέσιμου εισοδήματος και της ζήτησης, επιβράδυνσης της αύξησης του ΑΕΠ, αύξηση της ανεργίας και των ανισοτήτων με αναμενόμενη προοπτική την εγκαθίδρυση συνθηκών στασιμοπληθωρισμού και ύφεσης.
Από την άποψη αυτή αξίζει να σημειωθεί ότι επενδυτικοί οίκοι, όπως για παράδειγμα η Oxford Economics, εκτιμούν ότι το επίπεδο του πληθωρισμό στην Ελλάδα το 2022 θα είναι 9,1% (αντίστοιχη εκτίμηση αναφέρεται σε δημοσιευμένη εργασία μας τον Απρίλιο του 2022) το οποίο είναι πολύ πιθανό να επιβεβαιωθεί, με αποτέλεσμα την σημαντική μείωση της αγοραστικής δύναμης του εισοδήματος των εργαζομένων και των συνταξιούχων. Πράγματι, με την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 9,6%, το επίπεδο του μέσου πραγματικού μισθού των 1.180 ευρώ (μεικτά) δεν αναμένεται να αυξηθεί πάνω από 3%, δηλαδή η αύξηση του γενικού επιπέδου των μισθών θα υπολείπεται κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες του πληθωρισμού.
Ενώ, για τους συνταξιούχους ακόμα κι εάν η αύξηση του ΑΕΠ προσεγγίσει το 4%, με πληθωρισμό το 9% η πραγματική αύξηση του επιπέδου των συντάξεων θα είναι 6,5% και θα υπολείπεται κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες από τον πληθωρισμό. Κατά συνέπεια, ως πληθωρισμός της προσφοράς, με παρενέργειες στην μείωση της ζήτησης και της οικονομικής δραστηριότητας, η αποτελεσματική αντιμετώπιση του καθώς και η ουσιαστική και πραγματική αποκατάσταση του επιπέδου των μισθών και των συντάξεων στην χώρα μας θα προέλθουν από: α) Άμεσα μέτρα χρηματοδοτικής υποστήριξης της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων και μείωσης των τιμών των ενεργειακών προϊόντων, και β) Βραχυ-μεσοπρόθεσμα μέτρα αλλαγής στη δομή της προσφοράς και του εφοδιασμού των ενεργειακών προϊόντων.
Σάββας Γ. Ρομπόλης Ομότ. Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου
Βασίλειος Γ. Μπέτσης Δρ. Παντείου Πανεπιστημίου
Πρώτη δημοσίευση ot.gr