20 χρόνια μετά (τέτοιες μέρες ήμουν φαντάρος, νεοσύλλεκτος στο Μεσολόγγι) μπορούμε να πούμε ότι η επιλογή της Αριστεράς (του ενιαίου ΣΥΝ) να συμμετάσχει στην κυβέρνηση Μητσοτάκη υπήρξε ατυχής από κάθε άποψη – αν εξαιρέσουμε τις πρόσκαιρες εντυπώσεις.
Κατάφερε να συσπειρώσει τους πασόκους γύρω από τον Ανδρέα, ο οποίος έντεχνα πούλησε στη συνέχεια το σκάνδαλο Κοσκωτά ως «πολιτική δίωξη» και δε δυσκολεύτηκε ιδιαίτερα να επανέλθει στην εξουσία.
Διευκόλυνε το Μητσοτάκη να γίνει πρωθυπουργός χωρίς να εξασφαλίσει κανένα αντάλλαγμα – πχ την απλή αναλογική ως πάγιο εκλογικό σύστημα, με συνταγματική κατοχύρωση.
Γελοιοποιήθηκε μέχρι εκεί που δεν παίρνει, αφού έστειλε έναν πρωθυπουργό στο Ειδικό Δικαστήριο εμπιστευόμενη αφελώς τα «αδιάσειστα στοιχεία» της παρακρατικής ομάδας που είχε συστήσει ο Μητσοτάκης και ο εκπρόσωπός της στο ΕΔ (ο Κωνσταντόπουλος) αναγκάστηκε να προτείνει αθώωση για τον Ανδρέα.
Διασπάστηκε εις τα εξ ων συνετέθη, ως φυσική συνέπεια των παραπάνω – έχασε τη μοναδική ιστορική ευκαιρία της ενότητας και έκτοτε δεν είδε χαϊρι και προκοπή (ούτε και πρόκειται)
*
Ο νεαρός απατεώνας από την Αμερική χρησιμοποιήθηκε από το ΠΑΣΟΚ (δηλαδή από τον Ανδρέα) προκειμένου να αποκτηθεί το πολυπόθητο εκδοτικό συγκρότημα, το οποίο θα απάλλασσε τον Ανδρέα από το Λαμπράκη και τον Τεγόπουλο. Είχε προηγηθεί η αποτυχημένη προσπάθεια του Πόπωτα από το Βόλο (πήγε και φυλακή ο άνθρωπος) ενώ η Αυριανή, η οποίο ήταν κάποτε πρότυπη εφημερίδα (κατά τον Ανδρέα) είχε αρχίσει να δαγκώνει άσχημα τον Ανδρέα και το ΠΑΣΟΚ.
Εγεννήθησαν λοιπόν οι «24 Ώρες», ο ΣΚΑΪ, το «Τέταρτο» κλπ και αγοράστηκε η ιστορική «Καθημερινή» από την Ελένη Βλάχου. Μέσω του Κοσκωτά και με δαπάνες της Τράπεζας Κρήτης, ο Ανδρέας είδε το όνειρό του για μια δική του εκδοτική αυτοκρατορία να γίνεται πραγματικότητα! Στο πρότζεκτ βοήθησε και ο υιός ΓΑΠ, ο οποίος σύστησε τον Κοσκωτά στα υπόλοιπα «νέα τζάκια» της εποχής.
Είδαν φως και μπήκαν (για να φάνε και για πολιτική εκμετάλλευση των απεριόριστων δυνατοτήτων του νέου εκδοτικού συγκροτήματος) κι άλλα στελέχη, όπως ο μακαρίτης ο Μένιος Κουτσόγιωργας, ο οποίος αποδειγμένα έλαβε 2 εκατ. δολάρια από τον Κοσκωτά για να κόψει και να ράψει στη Βουλή ένα νόμο στα μέτρα του (του Κοσκωτά). Δεν ήταν ο μόνος – ήταν ο μόνος που πιάστηκε με τη γίδα στην πλάτη.
Όλα πήγαιναν ρολόι – εκτός από την καρδιά του Ανδρέα, που τον πρόδωσε την πιο ακατάλληλη στιγμή και τον έστειλε στο Χέρφιλντ. Η βεβαιότητα ότι ο παντοδύναμος Ανδρέας τελείωσε για την πολιτική, ξήλωσε το πουλόβερ και άρχισαν οι έλεγχοι, που οδήγησαν στην αποκάλυψη του σκανδάλου. Με κορυφαίους πρωταγωνιστές τους Λαμπράκη και Τεγόπουλο, οι οποίοι προάσπισαν χωρίς κανένα ενδοιασμό και λύπηση απέναντι στον Ανδρέα την κυριαρχία τους στα ΜΜΕ, που κινδύνευε από τον εισβολέα Κοσκωτά. Και όταν ο Κοσκωτάς εξουδετερώθηκε, δε δίστασαν να γυρίσουν με κωλοτούμπα υπέρ του Ανδρέα και του ΠΑΣΟΚ – μόνο που χρειάστηκε να υποστούν ένα μικρό προσωπικό εξευτελισμό στη δίκη στο Ειδικό Δικαστήριο, παριστάνοντας το χαζό που δεν είδε, δεν έμαθε, δεν κατάλαβε τίποτα.
Το σκάνδαλο Κοσκωτά είναι η Μητέρα όλων των σκανδάλων, μέχρι σήμερα. Διότι η διαλεύκανση και η κάθαρσή του απόδειξε περίτρανα ότι:
– κανένας πολιτικός δεν πρόκειται να τιμωρηθεί, ό,τι και να έχει κάνει, όσα και να έχει κλέψει.
– το ευκολότερο πράγμα είναι να αντιστρέψεις τους όρους του κλάσματος και από κατηγορούμενος (και ένοχος) να βρεθείς να ζητάς αποπάνω και τα ρέστα. Με δεδομένο ότι το άλλο κόμμα (που κυβερνά στο μεταξύ) τα έχει κάνει ήδη σκατά (τα οποία είναι φρέσκα και μυρίζουν περισσότερο)
– η Αριστερά δέον όπως αντιμετωπίζεται συγκαταβατικά, ως γραφικός και ακίνδυνος παίχτης: τόσα πολιτικά και οικονομικά σκάνδαλα έγιναν κατά τη διακυβέρνηση του ΝΔΣΟΚ από το ’74 ως σήμερα, κι αυτή δεν κατάφερε να αναδείξει και να οδηγήσει ως το τέλος ούτε ένα!
(1.7.2009. Από την καλύβα ψηλά στο βουνό)