Την τελευταία μέρα του 1958, ο διεφθαρμένος δικτάτορας της Κούβας, Φουλχένσιο Μπατίστα, εγκαταλείπει την Αβάνα, κάτω από τη λαϊκή κατακραυγή. Μαζί με την κουστωδία του μεταφέρει και μια μικρή περιουσία: 300 εκατομμύρια δολάρια, προϊόν κατάχρησης από τα δημόσια ταμεία. Οι “μπαρμπούδος” (γενειοφόροι) του Φιντέλ Κάστρο βρίσκονται προ των πυλών!
Οι προσπάθειες του νεαρού γενειοφόρου δικηγόρου για την ανατροπή του Μπατίστα είχαν ξεκινήσει στις 26 Ιουλίου του 1953, με την αποτυχημένη επίθεση στους στρατώνες Μονκάδα. Οι 119 επαναστάτες, που πραγματοποιούν την επίθεση, κυριολεκτικά αποδεκατίστηκαν. Ο Φιντέλ διασώζεται, συλλαμβάνεται και καταδικάζεται σε φυλάκιση 15 ετών.
Το Νοέμβριο του 1956, σε μία κρίση μεγαλοψυχίας, ο Μπατίστα δίνει χάρη στον Φιντέλ, ο οποίος διαφεύγει στο Μεξικό για να ετοιμάσει το νέο γύρο αντιπαράθεσης με τον δικτάτορα. Στην ομάδα των 82, που θα ξεκινήσει την εποποιία της Κουβανικής Επανάστασης, προστίθεται και ο Τσε Γκεβάρα.
Το Νοέμβριο του 1956, οι επαναστάτες του Φιντέλ αποβιβάζονται στις ακτές της Κούβας. Αρχίζουν κλεφτοπόλεμο με τις δυνάμεις του Μπατίστα στα βουνά της Σιέρα Μαέστρα. Στόχος τους να κερδίσουν πρώτα την υποστήριξη των αγροτών και στη συνέχεια των κατοίκων των μεγάλων πόλεων.
Οι κυβερνητικές δυνάμεις, παρά τη φθορά που προκαλούν στις τάξεις των ανταρτών, χάνουν πολύ γρήγορα το παιγνίδι. Άμαθες στον ανταρτοπόλεμο, έχουν να αντιμετωπίσουν και την αυξανόμενη λαϊκή υποστήριξη προς τους επαναστάτες.
Ο Μπατίστα βλέπει το τέλος της εξουσίας του να πλησιάζει. Έτσι, αποφασίζει στις 31 Δεκεμβρίου του 1958 να εγκαταλείψει τη χώρα. Την επομένη, Πρωτοχρονιά του 1959, οι «μπαρμπούδος του Φιντέλ Κάστρο εισέρχονται θριαμβευτικά στην Αβάνα!
.
Η Ιστορία της Κουβανικής Επανάστασης
«Όσο για μένα, ξέρω πως η φυλακή θα ‘ναι σκληρή όσο δεν ήτανε ποτέ για κανένα, πως θα βρω μπροστά μου απειλές, παγίδες και άτιμες βιαιότητες. Μα, δεν τις φοβούμαι, όπως δεν τρέμω τη μανία του άθλιου τυράννου που πήρε τη ζωή εβδομήντα αδελφών μου. Καταδικάστε με, δεν πειράζει, η Ιστορία θα με δικαιώσει».
Με τούτα τα λόγια έκλεισε την ιστορική του απολογία, στις 6 του Οκτώβρη του 1953, στο δικαστήριο του Σαντιάγκο της Κούβας, ο Φιντέλ Κάστρο, κατηγορούμενος για την επίθεση στη Μονκάδα, στις 26 του Ιούλη του ίδιου έτους, που σκοπό είχε να ξεσηκώσει το λαό του νησιού εναντίον της δικτατορίας του Μπατίστα. Κι όμως, τότε, κανείς δεν πίστευε πως η δικαίωση βρισκόταν πολύ κοντά. Το δικαστήριο τον καταδίκασε σε 15 χρόνια φυλάκιση στο σωφρονιστήριο του Λος Πίνος, που σήμερα ονομάζεται Ισλα δε Χουβεντούδα.
Το 1955, στις 15 του Μάη, ο Κάστρο αποφυλακίστηκε και στις αρχές Ιούλη αναχώρησε για το Μεξικό, όπου οργάνωσε και εκπαίδευσε στρατιωτικά μια ομάδα επαναστατών, από τις τάξεις της οποίας βγήκαν όλοι οι μεγάλοι ηγέτες της Κουβανέζικης Επανάστασης, όπως ο Καμίλο Σιενφουέγκος, ο Χουάν Αλμέιδα και, φυσικά, o Ερνέστο Τσε Γκεβάρα. Ουσιαστικά όμως, η 26η του Ιούλη σηματοδοτεί την απαρχή της μεγάλης λαϊκής εξέγερσης κατά του δικτατορικού καθεστώτος του Φουλχένσιο Μπατίστα, που κατέληξε στη Νίκη της Επανάστασης, την 1η του Γενάρη του 1959.
Εισβολείς στον κόλπο των Χοίρων, που πιάστηκαν αιχμάλωτοι από κουβανικά στρατεύματα. Από τους 1.197 αιχμάλωτους εισβολείς, οι 100 ήταν ιδιοκτήτες φυτειών, οι 67 εκμισθωτές διαμερισμάτων, οι 24 ιδιοκτήτες μεγάλων περιουσιών, οι 112 μεγάλοι επιχειρηματίες, οι 194 πρώην στρατιώτες του Μπατίστα, οι 179 «αργόσχολοι πλούσιοι», οι 35 μεγιστάνες της βιομηχανίας κ.ο.κ.
Η Ιστορία, πράγματι, δικαίωσε τον Φιντέλ Κάστρο. Οταν ο λαϊκός επαναστατικός στρατός της Κούβας έμπαινε στην πόλη Σαντιάγο ντε Κούβα την 1η Γενάρη του 1959. Οταν την ίδια μέρα δόθηκε η αποφασιστική μάχη στη Σάντα Κλάρα με νίκη των επαναστατών. Την προηγούμενη, 31 Δεκέμβρη 1958, ο δικτάτορας Μπατίστα είχε εγκαταλείψει τη χώρα, φεύγοντας κρυφά για τον Αγιο Δομίνικο.
Ετσι, οι αντάρτες με τον Τσε μπήκαν θριαμβευτικά στην Αβάνα την 1η Γενάρη του 1959. Στις 8 Γενάρη 1959, ο Φιντέλ Κάστρο φτάνει στην Αβάνα και αναλαμβάνει πρωθυπουργός της πρώτης επαναστατικής κυβέρνησης. Ετσι άρχισε η νικηφόρα προς το σοσιαλισμό πορεία, αφού ξανοιγόταν η δυνατότητα στο λαό να οργανώσει τη δική του «έφοδο στον ουρανό». «Μέσα στη μύτη» του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Στα 90 μόλις μίλια απόσταση από το Μαϊάμι των ΗΠΑ. Μα, από δω αρχίζουν και τα δύσκολα.
Τα πρώτα βήματα στην πολιτική δράση
Ο Φιντέλ Κάστρο γεννήθηκε στη μικρή πόλη Μαγιαρί της επαρχίας Οριέντε, στις 13 Αυγούστου του 1926. Είναι το τρίτο παιδί ενός συντηρητικού Ισπανού μετανάστη και μιας Κουβανής. Από μικρός έδειχνε μεγάλη σωματική δύναμη και τολμηρή σκέψη. Τόσο στο κολέγιο, όσο και ως φοιτητής της Νομικής διακρίθηκε στις αθλητικές ομάδες που συμμετείχε, ενώ ταυτόχρονα η ικανότητα του λόγου που τον διέκρινε συμπλήρωνε τα απαραίτητα προσόντα για να αναδειχτεί φυσικός ηγέτης των συμφοιτητών του. Την περίοδο εκείνη, ο Φιντέλ, όπως τον αποκαλούν όλοι στην Κούβα, ήταν στέλεχος του Ορθόδοξου Κόμματος, του Εδουάρδου Τσιμπάς (ο οποίος αργότερα αυτοκτόνησε). Το κόμμα αυτό ασκούσε έντονη κριτική στη διαφθορά των στρατηγών και των πολιτικών που κυβερνούσαν για λογαριασμό των ΗΠΑ. Η επιρροή του ήταν μεγάλη στους μικροαστούς και στους σπουδαστές, αλλά δεν ήταν το κατάλληλο για να οργανώσει τη δύναμη που χρειαζόταν για να αφαιρέσει τα εμπόδια που έστεκαν στο δρόμο ανάπτυξης της κουβανικής κοινωνίας και να αγωνιστεί ενάντια στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Ο κομμουνιστής ηγέτης Μπλας Ρόκα θεωρούσε ότι το κόμμα αυτό «αποτελούσε εμπόδιο στην κινητοποίηση των λαϊκών μαζών, στον ενεργητικό αγώνα και στην επαναστατική δράση εναντίον της τυραννίας».
Αυτή η γραμμή της παθητικής στάσης του Ορθόδοξου Κόμματος δε συμβιβαζόταν με την αντίληψη του Φιντέλ Κάστρο. Η επίθεση στους στρατώνες Μονκάδα, στο Σαντιάγο της Κούβας, όπου στάθμευαν χιλιάδες στρατού της τυραννίας, ήταν μια δυνατή πρόκληση. Από εκείνη την επίθεση γεννήθηκε το Κίνημα της 26ης του Ιούλη. Η επίθεση απέτυχε, αλλά από εκείνη την ημέρα του 1953 το κόμμα του Τσιμπάς παραχωρεί τη θέση του σε έναν επαναστατικό οργανισμό πολύ πιο αποτελεσματικό. Ελάχιστοι από τους επαναστάτες της Μονκάδα επιζούν της επίθεσης.
Ο Φιντέλ, μετά από δύο χρόνια φυλακής, απελευθερώνεται και αυτοεξορίζεται στο Μεξικό, όπου μαζί με τον Αργεντινό Ερνέστο «Τσε» Γκεβάρα, τον Καμίλο Σιενφουέγκος και άλλους ετοιμάζουν τη νέα προσπάθεια ανατροπής του αιματοβαμμένου καθεστώτος του Μπατίστα και απελευθέρωσης της Κούβας από τα δεσμά του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Με ένα μικρό πλοίο, την «Γκράνμα» (σώζεται στο μουσείο της Επανάστασης στην Κούβα), 82 επαναστάτες αποβιβάζονται σε μια παραλία στους πρόποδες της οροσειράς της Σιέρα Μαέστρα στις 30 Νοέμβρη του 1956. Μόνο 10 απ’ αυτούς καταφέρνουν να επιζήσουν, αφού τα χτυπήματα που δέχονται από τις επιδρομές της αεροπορίας της δικτατορίας είναι εξοντωτικά. Μεταξύ τους ο Φιντέλ, ο αδελφός του, Ραούλ, ο Τσε, ο Σιενφουέγκος κι ο Χουάν Αλμέιδα. Ετσι αρχίζει η εποποιία του αγώνα στα βουνά και οι διαδοχικές νίκες κατά του εκπαιδευμένου από Αμερικανούς ειδικούς στρατού του Μπατίστα.
Παράλληλα, διεξαγόταν και ο αγώνας στις πόλεις από το κίνημα της 26ης του Ιούλη με επικεφαλής τον Φρανκ Παΐς, που είχε οργανώσει ένα τεράστιο παράνομο δίκτυο. Το τότε Λαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα της Κούβας (ήταν μαρξιστικό – λενινιστικό κόμμα), που το 1955 είχε απορρίψει την έκκληση του Κάστρο για ένοπλο αγώνα, είχε δώσει όλες τις δυνάμεις του στην πάλη για τη δημιουργία μαχητικών επιτροπών στα εργοστάσια και στις κοινότητες και τη δημιουργία ενός εθνικού δημοκρατικού μετώπου, που θα ένωνε όλες τις δυνάμεις που ήταν αντίθετες με τον Μπατίστα. Αυτή η προσεκτική πολιτική προετοιμασία της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών δυνάμεων αποδείχτηκε κρίσιμη για την επιτυχία της επανάστασης.
H Επανάσταση
Τα χρόνια της «διακυβέρνησης» από τον Μπατίστα, που χαρακτηρίζονται από τη βία και την πολιτική κατατρομοκράτηση του πληθυσμού και την καταλήστευση της κουβανικής οικονομίας, συνοδεύτηκαν από την πλήρη ανοχή όλων των αστικών κομμάτων, που ποτέ δεν πρόβαλαν καμία αντίσταση, με φωτεινή, όμως, εξαίρεση το Λαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα της Κούβας. Η επίθεση στις 26 Ιούλη του 1953 στους στρατώνες της Μονκάδα, στο Σαντιάγκο ντε Κούμπα, παρά την αποτυχία της, ήταν η σπίθα που άναψε. Είχε μεγάλη συμβολή στην αφύπνιση της λαϊκής συνείδησης για την οργάνωση ενός πλατιού λαϊκού κινήματος κατά της δικτατορίας. Άλλωστε, υπήρχε ανάλογη εμπειρία στην ιστορία του λαϊκού κινήματος της Κούβας. Οι εξεγέρσεις που άρχισαν το 1953 συνεχίστηκαν με εντατικό ρυθμό σε όλα τα σημεία του νησιού με τη συμμετοχή πολλών Κουβανών φοιτητών, αγροτών και εργατών κύρια. Το Νοέμβρη του 1954, ο Μπατίστα έδωσε αμνηστία σε όλους τους πολιτικούς κρατούμενους, ανάμεσα σε αυτούς ήταν και οι πρωτεργάτες της επίθεσης της 26ης Ιούλη. Στο Μεξικό η συνάντηση των Φιντέλ και Ραούλ Κάστρο με τον Ερνέστο «Τσε» Γκεβάρα ντε λα Σέρνα Λιντς θα αποδειχτεί καθοριστική, για την επαναστατική διαδικασία στην Κούβα, αφού ο αργεντίνικης καταγωγής επαναστάτης θα γίνει πλέον αναπόσπαστο μέλος της ομάδας που οργάνωσαν οι Κουβανοί, αυτής που θα οδηγήσει μετά την απόβαση στην Κούβα με το «Γκράμνα», το Δεκέμβρη του 1956, στη νικηφόρα επανάσταση. Παράλληλα, το νησί φλεγόταν από τις απεργίες. Το Φλεβάρη και το Μάρτη του 1956 έγιναν οι καθολικές απεργίες των εργατών στη βιομηχανία της ζάχαρης, των σιδηροδρομικών, αλλά και των εργαζομένων στα μέσα μαζικής συγκοινωνίας όλων των μεγάλων πόλεων. Στο πλευρό των εργαζομένων και οι φοιτητές και σπουδαστές.
Στις 21 Αυγούστου του 1958, ο Τσε Γκεβάρα εξορμά με 140 άνδρες από τη Σιέρα Μαέστρα για την επαρχία Λας Βίγιας.
Στο μεταξύ αποφασίστηκε η συνένωση όλων των συνιστωσών των εξεγερμένων δυνάμεων και ο σχηματισμός του κινήματος της «26ης Ιούλη». Στις 30 Νοέμβρη του 1956 σημειώνεται μία νέα ένοπλη εξέγερση στο Σαντιάγκο από εργάτες και φοιτητές, ενώ το Δεκέμβρη η χώρα παραλύει από τη γενική απεργία.
Τότε αποβιβάστηκε στις ακτές της επαρχίας Οριέντε το επαναστατικό στρατιωτικό τμήμα με επικεφαλής τον Φιντέλ Κάστρο από το Μεξικό και άρχισαν οι πρώτες μάχες που κατέληξαν υπέρ του στρατού του Μπατίστα, αλλά έστω και αποδεκατισμένες οι επαναστατικές δυνάμεις κατορθώνουν να παγιώσουν τη θέση τους στα βουνά της Σιέρα Μαέστρα και να δημιουργήσουν το ένοπλο τμήμα κατά της δικτατορίας. Ένα τμήμα που συνεχώς αυξανόταν με τη συμμετοχή εργατών και αγροτών με συνέπεια να εξελιχθεί σε Επαναστατικό Στρατό. Οι ανταρτικές επαναστατικές δυνάμεις δρούσαν σε συνδυασμό με ένοπλες εξεγέρσεις, απεργίες, διαδηλώσεις σε όλες τις μεγάλες πόλεις. Στις 13 Μάρτη του 1957 η φοιτητική οργάνωση «Επαναστατικό Διευθυντήριο» έκανε επίθεση κατά του Προεδρικού Μεγάρου με στόχο την εξόντωση του Μπατίστα, στόχος που δεν επιτεύχθηκε, αλλά λειτούργησε αφυπνιστικά ώστε να υπάρξει το ξεσήκωμα των πολιτών της πρωτεύουσας Αβάνας.
Το 1958, όλη η χώρα είχε καταληφθεί από επαναστατικό πυρετό και ενώ οι απεργίες και οι διαδηλώσεις συγκλόνιζαν τον τόπο, οι ανταρτικές ομάδες προχωρούσαν σταδιακά στην κατάληψη μεγάλου τμήματος του νησιού. Το Δεκέμβρη του 1958, ο Επαναστατικός Στρατός αριθμούσε περισσότερους από 6.000 ένοπλους αντάρτες, ενώ τμήματά του, με επικεφαλής τους Τσε Γκεβάρα, Ραούλ Κάστρο, Καμίλο Σιενφουέγκος και Χουάν Αλμέιδα, προχωρούσαν προς την πρωτεύουσα. Τα ξημερώματα της 16ης Δεκέμβρη ο Τσε Γκεβάρα θα οδηγήσει την αντάρτικη ομάδα του και δύο μέρες αργότερα θα σημειώσει την καθοριστικής σημασίας νίκη στη μάχη της Σάντα Κλάρα – που αποτελούσε την καρδιά της χώρας και το βιομηχανικό κέντρο – γεγονός που θα αποκόψει τον κυβερνητικό στρατό και θα εμποδίσει τις ενισχύσεις και την ανατροφοδότησή του. Από εκείνη τη στιγμή, το παλιρροϊκό κύμα της επανάστασης θα ξεχυθεί και θα είναι έτοιμο να σκεπάσει και την Αβάνα. Στις 29 πριν το ξημέρωμα, η τακτική της παρείσφρησης του κομαντάτε επιτρέπει στους αντάρτες να πάρουν πλεονεκτικές θέσεις μέσα στην πόλη, επωφελούμενες από το μισοσκόταδο. Τα πυροτεχνήματα της 31ης Δεκέμβρη που θα φωτίσουν τη νύχτα της Πρωτοχρονιάς του 1959 θα φωτίσουν και θα ξυπνήσουν στα μάτια χιλιάδων Κουβανών, που είχαν ξεχυθεί στους δρόμους για να γιορτάσουν τη νίκη, την ελπίδα για ένα μέλλον διαφορετικό.
Τα πρώτα μέτρα της Επανάστασης
Ας παρακολουθήσουμε όμως πώς εκτιμά η εισήγηση του Φιντέλ Κάστρο στο 1ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κούβας την επανάσταση και την εξέλιξή της (Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», 1976).
«Ταυτόχρονα εμείς καταλαβαίναμε θαυμάσια όλες τις δυσκολίες κι όταν μπήκαμε στην πρωτεύουσα της Δημοκρατίας, στις 8 Γενάρη 1959, δηλώσαμε: “Ζούμε μια αποφασιστική στιγμή της ιστορίας μας. Η τυραννία έπεσε. Απέραντη είναι η λαϊκή χαρά. Εχουμε όμως ακόμα πολλά να κάνουμε. Δεν έχουμε την αυταπάτη να πιστεύουμε ότι από δω και μπρος όλα θα είναι εύκολα. Ισως στο μέλλον όλα θα ‘ναι ακόμα πιο δύσκολα”»…
«Ενα από τα πρώτα μέτρα της Επανάστασης υπήρξε η παραδειγματική τιμωρία των βασικών ενόχων για τα εγκλήματα που έγιναν από τη δικτατορία του Μπατίστα… Αυτό που αποτελούσε στοιχειώδη πράξη δικαιοσύνης, που το ζητούσε ομόφωνα ο λαός μας, προκάλεσε τη λυσσασμένη εκστρατεία του ιμπεριαλιστικού Τύπου ενάντια στην Επανάσταση…
Ταυτόχρονα, δημεύτηκαν χωρίς καθυστέρηση όλα τα παράνομα αποκτημένα υλικά αγαθά που βρίσκονταν στα χέρια των αξιωματούχων του αιματοβαμμένου καθεστώτος…
Ο παλιός στρατός που είχε καταπιέσει σκληρά το λαό, διαλύθηκε και οι αρμοδιότητες που αντιστοιχούν στις ένοπλες δυνάμεις, μεταβιβάστηκαν στον ένδοξο Επαναστατικό Στρατό, που, όπως έλεγε ο Καμίλιο Σιενφουέγκος: “Ηταν ο λαός, ντυμένος τ’ αμπέχονο”.
Η δημόσια διοίκηση ξεκαθαρίστηκε από τα στοιχεία που είχαν συνεργαστεί με την τυραννία…
Τα πολιτικά κόμματα που υπηρέτησαν τους καταπιεστές διαλύθηκαν.
Η διεφθαρμένη και πουλημένη ηγεσία των συνδικάτων απομακρύνθηκε και τα δικαιώματα των εργαζομένων αποκαταστάθηκαν.
Οι εργάτες που είχαν απολυθεί από τις επιχειρήσεις στην περίοδο της δικτατορίας γύρισαν στις εργασίες τους. Σταμάτησε αμέσως το διώξιμο αγροτών από τη γη.
Στις 3 Μάρτη 1959 η Κουβανική Εταιρεία Τηλεφώνων – γιάγκικο μονοπώλιο – που είχε αναμειχθεί στις βρώμικες υποθέσεις της τυραννίας σε βάρος των συμφερόντων του λαού, μπήκε κάτω από κρατικό έλεγχο.
Στις 6 Μάρτη ψηφίστηκε νόμος που μείωσε κατά 50% τα υψηλά ενοίκια που πλήρωνε ο λαός, μέτρο που ξεσήκωσε μεγάλο ενθουσιασμό στον πληθυσμό των πόλεων και δημιούργησε πραγματική αναταραχή στους αστικούς κύκλους.
Στις 21 Απρίλη όλες οι πλαζ της χώρας κηρύχτηκαν ελεύθερες για τη χρήση του λαού και καταργήθηκαν έτσι τα προνόμια και οι μισητές διακρίσεις που είχε επιβάλει η αστική τάξη σε πολλούς από αυτούς τους τόπους αναψυχής.
Στις 17 Μάη ψηφίστηκε η πρώτη Αγροτική Μεταρρύθμιση. Αυτό το αποφασιστικό, αναγκαίο και δίκαιο μέτρο, μας έβαλε άμεσα αντιμέτωπους όχι μόνο με την ντόπια ολιγαρχία, αλλά και με τον ιμπεριαλισμό, γιατί πολλές αμερικάνικες επιχειρήσεις είχαν στην ιδιοκτησία τους πελώριες εκτάσεις με τα πιο γόνιμα εδάφη της χώρας, κυρίως φυτεμένες με ζαχαροκάλαμο. Παρ’ όλο που το καθορισμένο ανώτατο όριο ιδιοκτησίας ήταν 30 καβαλερίες (4.020 στρέμματα), δηλαδή έκταση σχετικά μεγάλη, υπήρχαν αμερικανικές εταιρείες που είχαν στην ιδιοκτησία τους εκτάσεις μέχρι και 17 χιλιάδες καβαλερίες (2.270 χιλιάδες στρέμματα). Απ’ αυτήν την άποψη ο νόμος ήταν πραγματικά ριζοσπαστικός.
Στις 20 Αυγούστου 1959 μειώθηκε η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος και μπήκε έτσι τέρμα στην ασυδοσία ενός αλλού τεράστιου αμερικανικού μονοπωλίου.
Εκτός από τα μέτρα αυτά που πάρθηκαν μέσα σε λίγους μήνες, η επανάσταση από τις πρώτες κιόλας μέρες καταπιάστηκε με τη φοβερή μάστιγα της ανεργίας κι έδωσε ιδιαίτερη προσοχή στον αγώνα για βελτίωση των αθλίων συνθηκών που επικρατούσαν, στην Παιδεία και στη λαϊκή Υγεία. Χιλιάδες δάσκαλοι στάλθηκαν στην ύπαιθρο, ενώ στις πιο απόμακρες γωνιές της χώρας μας άρχισαν να χτίζονται πολυάριθμα νοσοκομεία…
Σε σύντομο χρονικό διάστημα άρχισε με επιτυχία το έργο της εξάλειψης των τενεκεδοσυνοικιών που τόσο πλατιά διάδοση έχουν στις μεγάλες πόλεις της Λατινικής Αμερικής…
Ωστόσο, η χώρα βρισκόταν σε δύσκολη οικονομική κατάσταση: οι τιμές της ζάχαρης παρέμεναν χαμηλές, ενώ τα συναλλαγματικά αποθέματα τα είχε κατακλέψει η τυραννία. Καθώς ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός παρακολουθούσε αυτό το πρόγραμμα επιτεύξεων με όλο και μεγαλύτερη εχθρότητα, οι ΗΠΑ σταμάτησαν τις εμπορικές τους πιστώσεις. Αυτό είχε σημαντική αρνητική επίδραση στις απαραίτητες για τη χώρα εισαγωγές. Ετσι, η Επανάσταση αναγκάστηκε να πάρει αυστηρά μέτρα οικονομίας. Αυτό όμως δεν το έκανε σε βάρος των φτωχών στρωμάτων του πληθυσμού, όπως γίνεται στον καπιταλιστικό κόσμο. Σταμάτησαν οι εισαγωγές των περιττών ειδών και καθιερώθηκε ισότιμη κατανομή των βασικών προϊόντων. Αυτό ήταν ένα από τα πιο δίκαια, ριζικά και αναγκαία μέτρα που πήρε η Επανάσταση, η οποία είχε μπροστά της έναν απελπισμένο αγώνα επιβίωσης».
Ιμπεριαλιστική επίθεση
«Ο ιμπεριαλισμός όμως δεν ήταν διατεθειμένος να επιτρέψει ήσυχα την ανάπτυξη της Επανάστασης στην Κούβα… δεν μπορούσε να ανεχτεί έστω και μόνο την εθνική – απελευθερωτική επανάσταση στην Κούβα. Μόλις ψηφίστηκε ο νόμος για την Αγροτική Μεταρρύθμιση, οι ΗΠΑ άρχισαν να οργανώνουν στρατιωτική επιχείρηση ενάντια στην Κούβα. Ακόμα λιγότερο ήταν διατεθειμένοι οι ιμπεριαλιστές να ανεχθούν το σοσιαλισμό στη χώρα μας. Και μόνο η σκέψη για το τι παράδειγμα μπορούσε να αποτελέσει για τη Λατινική Αμερική η νικηφόρα κουβανέζικη επανάσταση, τρόμαζε τους ηγετικούς κύκλους των γιάγκηδων. Για τον κουβανέζικο λαό, όμως, δεν υπήρχε άλλη διέξοδος. Ο λαός ούτε ήθελε ούτε μπορούσε να σταματήσει. Η εθνική μας απελευθέρωση και η κοινωνική μας απελευθέρωση ήταν αδιάσπαστα αλληλένδετες. Το να τραβήξουμε προς τα μπρος, γινόταν μια ιστορική ανάγκη. Το σταμάτημα θα σήμαινε δειλία και προδοσία που θα μας ξανακαταντούσε αποικία των γιάγκηδων και σκλάβους των εκμεταλλευτών. Είναι φανερό ότι οι συνθήκες για την τελική εθνική και κοινωνική απελευθέρωση της χώρας μας καθορίζονταν από το νέο συσχετισμό των δυνάμεων στον παγκόσμιο στίβο…».Στις 4 Μάρτη 1960, το γαλλικό πλοίο «Λε Κουμπρ», με φορτίο βελγικά όπλα που είχε αγοράσει η επαναστατική κυβέρνηση, ανατινάχτηκε, ενώ ξεφόρτωνε στο λιμάνι της Αβάνας.
Σχεδόν 100 άνθρωποι σκοτώθηκαν και 200 τραυματίστηκαν – Κουβανοί λιμενεργάτες και φρουροί του επαναστατικού στρατού και Γάλλοι ναυτικοί, μέλη του πληρώματος του πλοίου. Ο Φιντέλ Κάστρο κατηγόρησε τις ΗΠΑ ως υπεύθυνες για το μακελειό.
Πράγματι, μετά τη «Διακήρυξη της Αβάνας» η απάντηση των ΗΠΑ ήταν η απαγόρευση των εξαγωγών προς την Κούβα και στις αρχές του 1961 διέκοψαν τις διπλωματικές σχέσεις, γεγονός που θα σηματοδοτήσει και την επίσημη έναρξη του μονομερούς πολέμου των ΗΠΑ κατά της Κούβας, που είναι συνυφασμένος με την πορεία της σοσιαλιστικής Κούβας.
Έτσι, μπροστά στην απειλή της στρατιωτικής επέμβασης από τις ΗΠΑ, που έγινε πράξη τον Απρίλη του 1961 με την εισβολή στον Κόλπο των Χοίρων, στην οποία απέτυχαν οικτρά οι Αμερικάνοι, μετρά λοιπόν και απ’ αυτή τη νικηφόρα μάχη του επαναστατημένου λαού κατά των ιμπεριαλιστών εισβολέων, η Επανάσταση στην Κούβα προχωρούσε προς τα μπρος. Στηριγμένη στην αδιάσπαστη ενότητα λαού και επαναστατικής κυβέρνησης, στο σοσιαλιστικό σύστημα και την ΕΣΣΔ, αλλά και στην αλληλεγγύη των εργατικών κινημάτων των καπιταλιστικών χωρών και του κινήματος τότε των λαών που είχαν αποτινάξει το ζυγό της αποικίας.
Στα μέσα του 1961 είχαν ήδη τεθεί οι βάσεις και οι προϋποθέσεις για την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας της Κούβας και στις 16 Απριλίου του 1961 θα ανακηρύξει την Κούβα σοσιαλιστική. Μια μέρα αργότερα 1.297 Κουβανοί που είχαν καταφύγει στις ΗΠΑ με την εκπαίδευση και οδηγίες της CIA εισβάλλουν στον Κόλπο των Χοίρων. Δύο μέρες αργότερα οι κουβανικές δυνάμεις θα βγουν νικηφόρες από αυτήν την επέμβαση, κατατροπώνοντας τις αμερικανικές δυνάμεις και σηματοδοτώντας την πρώτη ήττα των Αμερικανών σε έδαφος της Λατινικής Αμερικής. Την Πρωτομαγιά, ο Κάστρο στην ομιλία του στην πλατεία της Επανάστασης θα τονίσει: “Λοιπόν ναι! Το καθεστώς μας είναι σοσιαλιστικό!… Θέλουμε ένα Σύνταγμα που να μην είναι αστικό που να ανταποκρίνεται δηλαδή στα συμφέροντα εκμετάλλευσης μιας τάξης σε βάρος του λαού. Θέλουμε ένα Σύνταγμα που να ανταποκρίνεται σε ένα καινούριο κοινωνικό σύστημα, όπου να μην υπάρχει εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Αυτό το καινούριο σύστημα λέγεται σοσιαλισμός”».
Στο σοσιαλιστικό δρόμο
Πώς προχώρησαν προς τα μπρος παίρνοντας μέτρα σοσιαλιστικού χαρακτήρα και, μάλιστα, σε συνθήκες αναμενόμενης στρατιωτικής επίθεσης;
«Στις 26 Οκτώβρη 1959, ιδρύθηκε η Εθνική Επαναστατική Πολιτοφυλακή.
Στις 4 Μάρτη 1960 το γαλλικό πλοίο «Λε Κουμπρ» με φορτίο βελγικά όπλα που είχε αγοράσει η επαναστατική κυβέρνηση ανατινάχτηκε ενώ ξεφόρτωνε στο λιμάνι της Αβάνας. Σχεδόν 100 άνθρωποι σκοτώθηκαν και 200 τραυματίστηκαν – Κουβανοί λιμενεργάτες και φρουροί του επαναστατικού στρατού και Γάλλοι ναυτικοί, μέλη του πληρώματος του πλοίου. Ο Φιντέλ Κάστρο κατηγόρησε τις ΗΠΑ ως υπεύθυνες για το μακελειό. Στις 5 Μάρτη 1960, στην κηδεία των μαρτύρων του «Λε Κουμπρ» ρίχτηκε για πρώτη φορά το σύνθημα: “Πατρίδα ή θάνατος!”.
Στις 8 Μάη της ίδιας χρονιάς, αποκαταστάθηκαν διπλωματικές σχέσεις με την Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών.
Στις 6 Αυγούστου, έγινε η εθνικοποίηση των διυλιστηρίων πετρελαίου, των εταιρειών ηλεκτρισμού και τηλεφώνων, καθώς και 36 εργοστασίων ζάχαρης. Όλα αυτά ανήκαν σε αμερικάνικες εταιρείες.
Στις 2 Σεπτέμβρη, ψηφίστηκε η Πρώτη Διακήρυξη της Αβάνας.
Στις 28 Σεπτέμβρη, σε μεγάλη λαϊκή συγκέντρωση και καθώς ακόμα αντηχούσαν οι εκρήξεις βομβών των αντεπαναστατών, ιδρύθηκαν οι Επιτροπές Άμυνας της Επανάστασης.
Στις 23 Φλεβάρη του 1961, ο Τσε Γκεβάρα αναλαμβάνει το υπουργείο Βιομηχανίας. Η εκβιομηχάνιση των εκατοντάδων εθνικοποιημένων επιχειρήσεων της Κούβας θα είναι το μεγάλο του σχέδιο.
Στις 13 Οκτώβρη της ίδιας χρονιάς εθνικοποιήθηκαν όλες οι τράπεζες και 383 μεγάλες οικονομικές επιχειρήσεις.
Την άλλη μέρα, στις 14 Οκτώβρη, ψηφίστηκε ο Νόμος της Αστικής Μεταρρύθμισης.
Το πρόγραμμα της Μονκάδα, στα κύρια σημεία του, είχε εκπληρωθεί και η Επανάσταση της Κούβας περνούσε στο σοσιαλιστικό στάδιο, καθώς συνεχιζόταν ο επικός αντιιμπεριαλιστικός αγώνας.
Τον Απρίλη 1961, όταν τα αεροδρόμιά μας βομβαρδίζονταν από τον αέρα και οι μισθοφόροι αποβιβάζονταν στη Χιρόν, 100.000 Κουβανέζοι νεολαίοι και δεκάδες χιλιάδες δάσκαλοι βρίσκονταν στην ύπαιθρο, στην εκστρατεία κατά του αναλφαβητισμού, στην πιο γιγάντια προσπάθεια που έγινε ποτέ σε μια χώρα. Μέσα σε ένα μόνο χρόνο, η Κούβα έγινε το έθνος με το πιο χαμηλό επίπεδο αγραμματοσύνης στη Λατινική Αμερική. Ο κουβανέζικος λαός, ταυτόχρονα, ήταν ικανός να διεξάγει μάχες σε διάφορα πεδία. Εδώ με το όπλο στο χέρι, εκεί με τα βιβλία, ενώ στα κέντρα δουλειάς και στα εργοστάσια, εκείνοι που έμεναν έβγαζαν την παραγωγή και εκείνων που είχαν φύγει για να πολεμήσουν».
«Κανένας παράδεισος δεν κερδίζεται με έφοδο, γιατί δεν υπάρχει παράδεισος.
Για να έχεις παράδεισο, πρέπει πρώτα να τον χτίσεις.
Ο ιμπεριαλισμός δεν μας άφησε κανέναν παράδεισο.
Μας άφησε κόλαση: Κόλαση φτώχειας, αμάθειας, ένδειας και δυστυχίας.
Την κόλαση της υπανάπτυξης»
(Φιντέλ Κάστρο, 24/11/1971)
Χρονολόγιο της κουβανικής επανάστασης
1952: Στο Μάρτιο αυτού του έτους, ο στρατηγόςFulgencio Batista, με την υποστήριξη του στρατού, καταλύει το κοινοβούλιο κηρύσσοντας τις πρόσφατες εκλογές άκυρες και ανακηρύσσεται «προσωρινός πρόεδρος». Αμέσως μετά οι Η.Π.Α. αναγνωρίζουν το καθεστώς του.
1953: Στις 26 Ιουλίου, περίπου 160 επαναστάτες, με επικεφαλής τον Fidel Castro, επιτίθενται στους στρατώνες Moncada στο Santiago de Cuba. Το εγχείρημα αποτυγχάνει και οι επιζώντες συλλαμβάνονται. Στη δίκη του, ο Fidel Castro εκφωνεί την ιστορική απολογία του όπου σημειώνει ότι «η ιστορία θα με δικαιώσει».
1954: Τον Σεπτέμβριο του 1954, ο Αργεντίνος μαρξιστής επαναστάτης, Ernesto “Che” Guevara, φτάνει στην Πόλη του Μεξικού. Δύο μήνες αργότερα, ο Batista διαλύει το κουβανικό κοινοβούλιο.
1955: Ο Fidel Castro και ο αδελφός του έρχονται σε επαφή με τον Che Guevara.
1956: Στις 25 Νοεμβρίου, ο Fidel Castro με τον αδελφό του, Raul, τον Che Guevara, τον Camilo Cienfuegos και άλλους αντάρτες επιβιβάζονται σ’ ένα μικρό πλοιάριο με το όνομα «Granma» και ξεκινούν για την Κούβα. Στις 2 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, φτάνουν στην επαρχία Oriente.
1957: Στις 17 Ιανουαρίου, ο Castro έχει την πρώτη επιτυχία του και αποκτά τους πρώτους οπαδούς μέσα και γύρω από την Κούβα. Στις 13 Μαρτίου, φοιτητές του Πανεπιστημίου ξεκινούν μια επίθεση στο Προεδρικό Μέγαρο στην Αβάνα. Η επίθεση δεν έχει επιτυχία. Στις 30 Ιουλίου, ο Frank Pais, ένας Κουβανός επαναστάτης, θυσιάζει τη ζωή του στους δρόμους της Αβάνας ενώ αγωνίζεται εναντίον της κυβέρνησης του Batista.
1958: Το έτος 1958 είναι αρκετά περιπετειώδες για την κουβανική επανάσταση. Θα υπάρξουν διάφορες μορφές εξεγέρσεων: πραγματοποιούνται απεργίες και κάποιες ένοπλες επιθέσεις για κατάργηση της κυβέρνησης τουBatista. Τον Φεβρουάριο, ο Raul Castro ανοίγει μέτωπο στη Sierra de Cristal. Τον Μάρτιο, οι ΗΠΑ αναστέλλουν την προμήθεια όπλων στις δυνάμεις του Batista. Το κίνημα της 26ης Ιουλίου οργανώνει γενική απεργία στις 9 Απριλίου του 1958. Τον Μάιο, ο Μπατίστα προσπαθεί να καταστρέψει τις ένοπλες δυνάμεις του Castro. Οι αντάρτες βγαίνουν νικητές και καταλαμβάνουν μία μεγάλη ποσότητα όπλων. Καταλαμβάνουν ένα αεροπλάνο που πετούσε από το Μαϊάμι στην Αβάνα. Τον Δεκέμβριο, ένα τμήμα ανταρτών που οδηγεί ο Che Guevara επιτίθεται στη Santa Clara και στις 28 Δεκεμβρίου καταφέρνουν να την κατακτήσουν. Στις 31 Δεκεμβρίου, ο Camilo Cienfuegos οδηγεί νικηφόρα μια ομάδα επαναστατών στο Yaguajay.
1959: Την πρώτη μέρα του έτους, ο Batista εγκαταλείπει την Κούβα μετά την παραίτησή του. Στις 5 Ιανουαρίου, ο Manuel Urrutia γίνεται ο 20ος πρόεδρος της Κούβας. Στις 16 Φεβρουαρίου, ο Fidel Castro γίνεται πρωθυπουργός της Κούβας. Η επανάσταση έχει νικήσει!