«Βρώμικο χρήμα, δολοφονίες, εκβιασμοί, μαφία. Αυτά δεν τα άκουσαν ποτέ η κυρία και οι συνεργάτες πρώην αξιωματικού της ΕΛ.ΑΣ. που άκουγαν τις κασέτες και μοίραζαν κοριούς μέσα από την ΚΥΠ για να παγιδευτούν αυτοκίνητα, οι οδηγοί των οποίων βρίσκονταν αργότερα δολοφονημένοι; Δεν άκουσε ποτέ η κ. αστυνόμος συνομιλίες του Παπαχρήστου με το αφεντικό της και τ’ αφεντικά του; Οσοι νόμιζαν ότι με την εμπλοκή μου στην υπόθεση θα με φοβίσουν, ώστε να σταματήσω να γράφω για όλο αυτό το συνονθύλευμα της διαπλοκής, πλανώνται οικτρά. Μπορεί να με ισοπεδώσετε ψυχολογικά, επαγγελματικά, ακόμη και βιολογικά, αλλά δεν θα σας επιτρέψω να λιώσετε τη φωνή μου. Εξ ου και το άι στο διάολο κρετίνοι».
Αυτά έγραφε ο δημοσιογράφος Γιώργος Καραϊβάζ τον Ιούλιο του 2020, εννέα μήνες πριν δολοφονηθεί έξω από το σπίτι του, τον Απρίλιο του 2021.
Το άρθρο το οποίο είχε δημοσιευτεί στην ιστοσελίδα Bloko.gr αφορούσε το πόρισμα το οποίο είχε συντάξει η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, έπειτα από παρακολουθήσεις, την περίοδο 2015-2016 και αποκάλυπτε ένα πρωτοφανές κύκλωμα με εμπλοκή αστυνομικών και νονών της νύχτας. Πόρισμα το οποίο έκτοτε κουκουλώθηκε από την ίδια την ΕΥΠ, επί διοικήσεως Παναγιώτη Κοντολέοντα αλλά και με τις “αγνώστου ταυτότητας” δολοφονίες, μέρα μεσημέρι.
Κεντρικά πρόσωπα της έρευνας ήταν ο Δημήτρης Μάλαμας και ο Δημήτρης Καπετανάκης. Ο πρώτος δολοφονήθηκε τον Οκτώβριο του 2019 και ο δεύτερος τον Δεκέμβριο του 2020.
Σύμφωνα με την ΕΥΠ, εν ενεργεία και απόστρατοι αστυνομικοί, δικηγόροι και επιχειρηματίες της νύχτας παρείχαν «κάλυψη» σε οίκους ανοχής, στριπτιζάδικα και παράνομες χαρτοπαικτικές λέσχες, εισπράττοντας ποσά που ανέρχονταν σε 1 εκατ. ευρώ τον μήνα. Ο Δημήτρης Μάλαμας, με τον οποίο ο Γιώργος Καραϊβάζ διατηρούσε συχνές επαφές, περιγράφεται ως το άτομο στο οποίο κατέληγαν οι εισπράξεις.
Το έγγραφο της ΕΥΠ περιλάμβανε ακόμα και φωτογραφίες απόστρατων αξιωματικών της Αστυνομίας από συναντήσεις τους με μέλη κυκλώματος που «διαχειριζόταν» οίκους ανοχής, «ροζ στούντιο» και παράνομα καζίνο στην Αθήνα.
Οι παρακολουθήσεις ξεκίνησαν το 2015 επί διοίκησης Γιάννη Ρουμπάτη στην ΕΥΠ, ενώ το Δεκέμβριο του 2016 ο φάκελος διαβιβάστηκε στην τέως Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ξένη Δημητρίου. Ακολούθως το υλικό διαβιβάστηκε στην Εισαγγελία Διαφθοράς για τη διεξαγωγή έρευνας.
Η υπόθεση ήρθε στο φως ύστερα από την κλήση για ανωμοτί κατάθεση συνολικά 28 ατόμων, ανάμεσά τους πρώην και νυν αξιωματικοί της Αστυνομίας, δικηγόροι, επιχειρηματίες και ένας δημοσιογράφος. ο Γιώργος Καραϊβάζ.
Τη διενέργεια προκαταρκτικής διοικητικής εξέτασης για τη διερεύνηση της εμπλοκής αστυνομικών σε κύκλωμα διαφθοράς που «προστάτευε» οίκους ανοχής και παράνομα καζίνο στην Αθήνα αποφάσισε ο τότε αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας, Μιχάλης Καραμαλάκης.
Παράλληλα, είχε υποβληθεί έγγραφο αίτημα στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, προκειμένου να περιέλθουν στην αρμόδια Διεύθυνση του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας αντίγραφα της συναφούς ποινικής δικογραφίας.
Έκτοτε η όλη υπόθεση “θάφτηκε” με άνωθεν εντολές στα συρτάρια τόσο του Υπουργείου Προστασίας Πολίτη όσο και της Δικαιοσύνης με τους περισσότερους φακέλους που σχηματίστηκαν να αρχειοθετούνται ή να οδηγούνται σε ακροαματικές διαδικασίες χωρίς τύχη.
Στη στυγερή δολοφονία του αστυνομικού ρεπόρτερ Γιώργου Καραϊβάζ έξω από το σπίτι του την είχε αναφερθεί και η γερμανική ραδιοφωνία Deuschlandfunk σε ρεπορτάζ με τίτλο «Γιατί έπρεπε να πεθάνει ο Γιώργος Καραϊβάζ;» παρατηρώντας μεταξύ άλλων: «Η βαρβαρότητα με την οποία κινήθηκαν οι δράστες προκύπτει σαφώς από την έκθεση αυτοψίας (…) Έξι σφαίρες στο στήθος, δύο στο κεφάλι, μία στο λαιμό και μία στην παλάμη – με συνολικά δέκα πυροβολισμούς ο ερευνητικός δημοσιογράφος Καραϊβάζ κυριολεκτικά εκτελέστηκε».
Το ερώτημα αυτό θέτει το DLF και σημειώνει: «Ακόμη δεν είναι σαφές γιατί σκοτώθηκε ο 52χρονος. Σύμφωνα με το υπ. Προστασίας του Πολίτη ενδέχεται η δολοφονία του Καραϊβάζ να σχετίζεται με το οργανωμένο έγκλημα (…) Και ειδικοί θεωρούν ότι πίσω από τη δολοφονία μπορεί να κρύβεται το οργανωμένο έγκλημα». Το ρεπορτάζ αναφέρει την άποψη του ποινικολόγου Σπύρου Δημητρίου, ο οποίος εκτιμά ότι η βιαιότητα και η ωμότητα των δραστών «δείχνουν ότι για λόγους που δεν είναι ακόμη σαφείς δεν ήθελαν απλώς να στείλουν ένα μήνυμα στον Γιώργο Καραϊβάζ, αλλά να τον εξοντώσουν».
Στη συνέχεια το ρεπορτάζ αναφέρεται στη δημοσιογραφική παρουσία του αστυνομικού ρεπόρτερ και παρατηρεί: «Ο Καραϊβάζ θεωρούνταν έμπειρος αστυνομικός ρεπόρτερ (…) Σύμφωνα με δημοσιεύματα ο ερευνητικός δημοσιογράφος είχε ασχοληθεί πρόσφατα πολύ με αθέμιτες μηχανορραφίες διεφθαρμένων αξιωματούχων. Μεταξύ άλλων είχε κάνει αποκαλύψεις για εκβιασμούς για παροχή προστασίας από αστυνομικούς. Επιπλέον, σύμφωνα με δημοσιεύματα, ο Καραϊβάζ ανέφερε αρκετές φορές ότι εγκληματικές συμμορίες κερδίζουν ολοένα μεγαλύτερη δύναμη στην Ελλάδα και επηρεάζουν ακόμη και αποφάσεις για επιλογή προσωπικού στην αστυνομία.»
Σύμφωνα με τον Σπ. Δημητρίου, αναφέρει το DLF, η διερεύνηση της υπόθεσης αναμένεται δύσκολη διότι οι δράστες είναι απίθανο να βρίσκονται ακόμη στην Ελλάδα. Όπως σημειώνει: «Φοβάμαι ότι ακόμα κι αν οι δράστες – που σε τέτοιες περιπτώσεις προέρχονται κυρίως από το εξωτερικό – συλληφθούν και φυλακιστούν, θα είναι πολύ δύσκολο να προσδιοριστεί ποιοι βρίσκονται πίσω από το έγκλημα -αυτοί δηλαδή που ανέθεσαν τη δολοφονία. Αυτό με ανησυχεί.»
Πριν λίγες μάλιστα ημέρες και αμέσως μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου των παρακολουθήσεων, απομακρύνθηκε και η αξιωματικός που βρισκόταν στην ΕΥΠ και επί ΣΥΡΙΖΑ με συμμετοχή στις έρευνες για διαφθορά στην ΕΛ.ΑΣ. και τα παραδικαστικά κυκλώματα.
Ο εκλεκτός του Μαξίμου, Παναγιώτης Κοντολέων φαίνεται ότι δεν βαρύνεται μόνο με το ότι δεν ενημέρωσε το πολιτικό προϊστάμενο αλλά και με το “κουκούλωμα” της υπόθεσης διαφθοράς, Ενα “κουκούλωμα” βαμμένο με αίμα…