Θεσμική αποπληξία, θεσμική απελπισία, θεσμική οργή, θεσμική προσβολή, θεσμική απαισιοδοξία, θεσμική αποθάρρυνση. Θεσμικός ευτελισμός, θεσμική ισοπέδωση, θεσμικός μηδενισμός, θεσμική απαξίωση.
Κώστας Ζώρας
Με αισθήματα θεσμικής θλίψης και οδύνης παρατηρούμε τη γάγγραινα να καταλαμβάνει ολόκληρο το σώμα και τα όργανα του πολιτικού οργανισμού, δηλαδή τις θεμελιώδεις αρχές και εξουσίες του πολιτικού συστήματος.
Τα τελευταία γεγονότα συγκροτούν και το θεσμικό ναυάγιο της κυβέρνησης, το οποίο, δυστυχώς, συμπαρασύρει στον βυθό της θάλασσας Σύνταγμα και πολίτευμα.
Και αν η ευθύνη της νομοθετικής και της συνακόλουθης εκτελεστικής θα κριθεί σύντομα και αυστηρά από την εκδήλωση της λαϊκής κυριαρχίας, αν έχει τη δυνατότητα να λειτουργεί θεσμικά μέχρι τότε, η δικαστική, εκτός εκλογικής κρίσης, μπορεί να παραμένει στο επίκεντρο έρευνας και αγωνιώδους προβληματισμού.
Όταν βρίσκομαι ή βρισκόμαστε μπροστά σε ιστορική παρακμή, έχω ή έχουμε ίσως την τάση ή τη διάθεση να θυμηθούμε και να παραπέμψουμε στον αείμνηστο πολιτειολόγο, δημοσιολόγο, συνταγματολόγο καθηγητή και πολιτικό Δημήτρη Τσάτσο.
Το 2006 από τις εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφόρησε το βιβλίο του Δημήτρη Θ. Τσάτσου «Η μεγάλη παρακμή, συγκυριογραφία για θέματα αναξιοπιστίας της πολιτείας και της πολιτικής και δύο κείμενα του συγγραφέα με τον Κωνσταντίνο Τσουκαλά». Διαβάζω Τσάτσο και βρίσκω απαντήσεις στα σημερινά οδυνηρά αδιέξοδα.
«Κανείς μα κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει το δικαίωμα –για να μην πω την πολιτική και επιστημονική υποχρέωση– της κριτικής των δικαστικών αποφάσεων». Εδώ τελειώνουν οι σχετικές συζητήσεις. Η κριτική ανήκει στον κάθε χρήστη του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης ιδεών και απόψεων.
«Υπήρξαν, ευτυχώς, ελάχιστοι. Υπήρξαν όμως αρκετοί, τόσοι ώστε να μην μπορούμε να μιλάμε για ατομικές μόνο παρεκτροπές. Εχουμε ενδείξεις μιας πολιτικής κίνησης μέσα στη Δικαιοσύνη». Σήμερα έχουμε ενδείξεις δημιουργίας συγκεκριμένης ιδεολογικής και πολιτικής κίνησης στον χώρο της Δικαιοσύνης, απολύτως συγγενούς με το κυβερνητικό ιδεολόγημα του «νόμου και τάξης», στο οποίο επίσης θεμελιώθηκε η πασίδηλη κατάπτωση όλων των θεσμικών αξιών, την οποία εμβρόντητη παρακολουθεί η ασθμαίνουσα κοινωνία;
«Ο δικαστής δεν είναι θεός αλλά άνθρωπος. Κι ευτυχώς που είναι έτσι. Οταν το Σύνταγμα και η κοινωνία τού ζητούν να είναι ανεξάρτητος, του ζητούν να ερμηνεύει το δίκαιο σύμφωνα με τις δικές του γνωστικές, ηθικές και αξιολογικές προϋποθέσεις, χωρίς να παρασύρεται από το ποιους δικάζει». Αν δικάζει, δηλαδή, τον Δημήτρη Λιγνάδη ή τον Γιάννη Μιχαηλίδη. Το βάρος των ηθικών και αξιολογικών προϋποθέσεων πολλές φορές είναι ασήκωτο.
«… Η σχέση της πολιτείας και της κοινωνίας με τους δικαστές μας. Τη σχέση αυτή μπορεί να τη φθείρουν οι ίδιοι οι δικαστές, η πολιτεία ή και η κοινωνία». Η φθορά προέκυψε ιστορικά, αλλά και προκύπτει στο παρόν συνήθως από την εξουσιαστική απαίτηση και επιβολή μιας θεσμικά ανάλγητης πολιτείας πάνω σε ορισμένη ομάδα δικαστών.
«Οι θεσμοί δεν φθείρονται, ούτε σε λίγες μέρες ούτε σε λίγες εβδομάδες ούτε σε λίγους μήνες. Και αντιστρόφως. Φθαρμένοι θεσμοί δεν αποκαθίστανται, ούτε σε λίγες μέρες ούτε σε λίγες εβδομάδες ούτε σε λίγους μήνες». Για τη φθορά τους χρειάζεται, για παράδειγμα, τριετία (2019 – 2022) και για την αποκατάστασή τους σημαντικός επίσης χρόνος. Δυσκολίες για την αντιπολίτευση, που θα αναλάβει σύντομα κυβερνητικές ευθύνες.
«Η δημόσια συζήτηση πάνω στους θεσμούς βοηθάει τη συνείδηση των πολιτών και τους δημιουργεί τις προϋποθέσεις να σκεφτούν». Η θεσμική εξάντληση και παρακμή, επομένως, στην κορυφή του κοινωνικού πολιτικού διαλόγου.
«Το λειτούργημα της αντιπολίτευσης στη δημοκρατία είναι εξίσου σημαντικό με το λειτούργημα της κυβέρνησης. Και τα δυο λειτουργήματα χρειάζονται αξιοπιστία». Και επειδή η αξιοπιστία της κυβέρνησης είναι σε κατάσταση αποφοράς, μη αναστρέψιμη, οι ελπίδες μιας ημιθανούς κοινωνίας επικεντρώνονται στην αξιοπιστία της αντιπολίτευσης.
Η ιστορική προσήλωση ως οδηγός για το τελικό συμπέρασμα. Και εδώ με τους λόγους του Δημήτρη Τσάτσου. «Λες κι άδικα έγινε η Γαλλική επανάσταση. Αναφέρομαι στην αιματοβαμμένη γαλλική διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη του 1789. Είναι από τα πρώτα θεσμικο-πολιτικά κείμενα, με τα οποία υπήχθη η εξουσία στον πολιτισμό. Από τότε αρχίζει ο νομικός κανόνας να διεκδικεί θέση στον κόσμο του ανθρωπισμού και της δικαιοσύνης. Από τότε κρίθηκε πως μόνο η νομιμοποίηση της εξουσίας, δηλαδή η τελική αναγωγή της στην κοινωνία, δικαιώνει την όποια διαδικαστική της νομιμότητα».
* Ο Κώστας Ζώρας είναι ομότιμος καθηγητής, πρώην Αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Αιγαίου
Πηγή: Efsyn.gr