Όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου έλεγε πως “Συμφωνούμε με την κυβέρνηση μόνο σε ένα σημείο. Ότι η απόφαση, η επιλογή της ένταξης της Ελλάδας στην Κοινή Αγορά, είναι η πιο κρίσιμη απόφαση που έχει παρθεί για το Έθνος, η οποία πάρθηκε στον βωμό του «ανήκομεν εις την Δύσιν»” έχοντας απέναντί του τον Κωνσταντίνο Καραμανλή ως πρόεδρο της τότε κυβέρνησης, δεν μπορούσε, ίσως, να φανταστεί τι θα συνέβαινε το 2022, τόσα χρόνια μετά στον δύσμοιρο αυτό τόπο.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αντέδρασε τότε παίρνοντας το λόγο στη συνεδρίαση της Βουλής και επιβεβαιώνοντας εκ νέου πως «ανήκομεν εις την Δύσιν». Η απάντηση του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν το μυθικό «Προτιμούμε να ανήκομεν εις τους Έλληνες».
Όταν γύρισα στην Ελλάδα εν μέσω βαθιάς οικονομικής κρίσης μετά από μακρόχρονη διαμονή στο εξωτερικό, πίστευα πως θα έχανα πολλά, αλλά θα κέρδιζα άλλα τόσα, ίσως πιο σημαντικά και ουσιαστικά, στην καθημερινότητά μου. Προσιτά ενοίκια, αξιοπρεπή διαβίωση όσο δύσκολη και να ήταν, άνεση κινήσεων και λίγες μέρες διακοπές το χρόνο κάπου, οπουδήποτε, μέσα στη χώρα στην οποία θα ζούσα. Την Ελλάδα που κάθε χρόνο επισκέπτονται εκατομμύρια άνθρωποι από όλο τον κόσμο και που πλέον θα είχα το προνόμιο να τη ζω από κοντά, καθημερινά και να με “φροντίζει” όσο την “πρόσεχα” κι εγώ. Θα είχα κοντά τους δικούς μου ανθρώπους και θα συγχρωτιζόμουν με ανθρώπους που είχαν τα ίδια κοινά βιώματα με εμένα, παιδιόθεν. Ανθρώπους φιλόξενους, ανοιχτόκαρδους, προσφιλείς και με φιλότιμο.
Αυτή την Ελλάδα, αυτή που αναγνώρισα και ανακουφισμένος βρήκα, επιστρέφοντας πίσω τότε, μέχρι το 2022 την έχασα.
Ιδιαίτερα τα τελευταία τρία χρόνια, περίοδος που η σημαία του brain gain ατένιζε μεσίστια και, εν πολλοίς, βαρυπενθούσα, κάθε δικαίωμα που είχα ως πολίτης, μετατράπηκε τάχιστα σε προνόμιο για λίγους.
Το δικαίωμα στην ασφάλεια, στην ισονομία, στην υγεία, στα ανθρώπινα δικαιώματα, στο δικαίωμα της διαδήλωσης, της προσιτής οικονομικά στέγης, αυτό της ξεκούρασης και του αξιοπρεπούς μισθού καθώς και πλειάδα άλλων, έγιναν κουρελόχαρτα και προνόμια για ελάχιστους, εκλεκτούς, άριστους και επιλεγμένους από μια κακιστοκρατία που κυβερνούσε απολυταρχικά και ολοκληρωτικά τους πάντες για το συμφέρον των λίγων.
Πράγματι, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε δίκιο πως η ένταξή της Ελλάδας στην Κοινή Αγορά, πρόγονο της ΕΕ, υπήρξε μια από τις πιο κρίσιμες αποφάσεις που πάρθηκε για το Έθνος και τη χώρα. Πολλά άλλαξαν και οι ίδιες οι ζωές μας μετατράπηκαν από το “μικρό σπίτι στο λιβάδι” σε μια πιο δυτικογενή και καπιταλιστική μορφή κράτους. Η Ελλάδα της μεταπολίτευσης χάραξε μια ρότα που, μοιραία, απεμπόλησε τη γεωργία και τον πρωτογενή τομέα, εξαρτήθηκε χρόνο με το χρόνο από το εμπόριο και τα προϊόντα άλλων κρατών και διατήρησε την ειρωνικά αποκαλούμενη “βαριά βιομηχανία” της, τον τουρισμό, κρεμάμενη από αυτή.
Ως αντίδωρο, το «ανήκομεν εις την Δύσιν» εξασφάλισε μια μακρά περίοδο ειρήνης, με διαρκώς παρούσες τις απειλές πολέμου που, ουσιαστικά, αποτελούσαν απλές αφορμές για περισσότερα δάνεια, περισσότερη εξάρτηση από τις αγορές και από τη Δύση. Με λίγα λόγια, η Δύση, είχε δέσει τον γαίδαρό της σε κάποιο αλώνι στην Ελλάδα, δίπλα σε μια ελιά, μια ακρογιαλιά και δυο ραφαλ.
Ως επαναπατρισθής Έλληνας, θα ήθελα πολύ η Ελλάδα να ανήκει εις τους Έλληνες. Όχι φυσικά με την σοβινιστική χροιά που έχει λάβει τα τελευταία χρόνια η φράση. Θα επιθυμούσα όμως ο Έλληνας να μπορεί να ζει, να χαίρεται και να απολαμβάνει την Ελλάδα, τουλάχιστον ισάξια με τον τουρίστα. Τον τουρίστα που “φέρνει λεφτά” και πρέπει να προσκυνάμε νυχθημερόν. Αυτόν που δεν μπαίνει σε υποχρεωτική καραντίνα λόγω covid και κυκλοφορεί ελεύθερος, ενώ τούτο το προνόμιο δεν το έχει, νομικά τουλάχιστον, ο Έλληνας.
Ο Έλληνας όμως, το καλοκαίρι του 2022 δεν είχε χρήματα για να πάει διακοπές. Δεν είχε χρήματα για να διασκεδάσει και έκοψε και τις τελευταίες απολαύσεις που μπορούσε να γευτεί. Ναι, η ενεργειακή κρίση ανεβάζει τις τιμές, αλλά δεν ανέβασε και κανέναν μισθό. Ο κατώτατος μισθός ανέβηκε κάτι ψιλά, οι άλλοι όμως δεν άλλαξαν. Οι συλλογικές συμβάσεις δεν σάλεψαν και οι “τριετίες” δεν ενεργοποιήθηκαν νομικά.
Ίσως το «ανήκομεν εις την Δύσιν» του Καραμανλή να ήταν προφητικό. Πιθανώς να εννοούσε πως κάποτε, στο μέλλον, πράγματι να ανήκουμε εις την Δύσιν. Να μας έχει αγοράσει η Δύση και να την υπηρετούμε ως πειθήνια και άβουλα στρατιωτάκια. Κάθε ακρογιάλι και ακροθαλασσιά να ανήκει εις τους Δυτικούς και μονάχα αυτοί να έχουν το προνόμιο να τα απολαμβάνουν. Θα προτιμούσα, ρομαντικά, να ανήκομεν εις τους Έλληνες.