Η οικονομική ζημιά από τη διακοπή της ροής του ρωσικού φυσικού αερίου αυξάνεται γρήγορα στην Ευρώπη και υπάρχει ο κίνδυνος τελικά να επισκιάσει τον αντίκτυπο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Με μια ύφεση σε ολόκληρη την Ευρώπη να φαίνεται πλέον αναπόφευκτη, ένας σκληρός χειμώνας έρχεται για τους παραγωγούς χημικών προϊόντων, για εργοστάσια και για τις αυτοκινητοβιομηχανίες που στερούνται βασικών πρώτων υλών και μαζί με τα νοικοκυριά κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την εκτόξευση των λογαριασμών ενέργειας.
Συρρίκνωση της οικονομίας έως και 5%
Βασισμένο σε ένα μοντέλο της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας και οικονομίας, το βασικό σενάριο του Bloomberg Economics προβλέπει τώρα μια πτώση του ΑΕΠ κατά 1%, με την ύφεση να ξεκινά το δ’ τρίμηνο. Αν οι επόμενοι μήνες είναι ιδιαίτερα ψυχροί και τα 27 μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτύχουν να μοιραστούν αποτελεσματικά τις προμήθειες καυσίμων, η συρρίκνωση θα μπορούσε να φθάσει το 5%.
Πρόκειται για τόσο μεγάλη ύφεση όσο αυτή του 2009. Και ακόμη και αν αποφευχθεί αυτή η κατάσταση, η οικονομία της ευρωζώνης οδεύει στο να σημειώσει το 2023 την τρίτη μεγαλύτερη συρρίκνωση από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με τη Γερμανία να είναι μεταξύ εκείνων που θα πληγούν περισσότερο.
“Η Ευρώπη οδεύει ξεκάθαρα προς μια αρκετά βαθιά ύφεση”, δήλωσε ο Maurice Obstfeld, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, ο οποίος τώρα είναι ανώτερος συνεργάτης στο Ινστιτούτο Peterson για τα Διεθνή Οικονομικά στην Ουάσιγκτον.
Εν μέσω αυτών των δυσοίωνων προοπτικών, επτά μήνες μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, οι κυβερνήσεις διοχετεύουν εκατοντάδες δισ. ευρώ σε νοικοκυριά, την ίδια στιγμή που διασώζουν εταιρείες και κάνουν λόγο για περιορισμό της κατανάλωσης ενέργειας. Και αυτές οι προσπάθειες διάσωσης μπορεί να καταστούν ανεπαρκείς.
Πέρα από την πίεση στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ασκεί επίσης πιέσεις στην οικονομία, καθώς ο στόχος για τη μείωση του πληθωρισμού οδηγεί στην ταχύτερη αύξηση των επιτοκίων στην ιστορία της. Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, δήλωσε τη Δευτέρα ότι αναμένει οι αξιωματούχοι να αυξήσουν το κόστος δανεισμού στις επόμενες συνεδριάσεις. Οι traders αναμένουν ήδη μια μεγάλη αύξηση επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης στην επόμενη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής στις 27 Οκτωβρίου.
“Οι προοπτικές είναι δυσοίωνες”, δήλωσε η Λαγκάρντ. “Αναμένουμε ότι η δραστηριότητα θα επιβραδυνθεί σημαντικά τα επόμενα τρίμηνα”.
Μια κρίση που θα διαρκέσει
Ορισμένοι αναλυτές της ενεργειακής βιομηχανίας προειδοποιούν για μια κρίση διαρκείας που ενδεχομένως να αποδειχθεί μεγαλύτερη από τις κρίσεις εφοδιασμού πετρελαίου της δεκαετίας του 1970. Πράγματι, ο τελικός αντίκτυπος των ελλείψεων θα μπορούσε να είναι ακόμη χειρότερος από ό,τι μπορούν να δείξουν τα οικονομικά μοντέλα, δήλωσε ο Jamie Rush, επικεφαλής οικονομολόγος του Bloomberg στην Ευρώπη.
Σε μια ενεργειακή κρίση, η βιομηχανική αλυσίδα εφοδιασμού μπορεί να καταρρεύσει με δραματικούς και απρόβλεπτους τρόπους. Οι επιμέρους επιχειρήσεις έχουν ένα όριο, με υπερβολικά υψηλό ενεργειακό κόστος δηλαδή, θα αναγκαστούν απλά να βάλουν λουκέτο. Ολόκληροι τομείς μπορεί να αντιμετωπίσουν ενεργειακές ελλείψεις. Στο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας, μόλις ξεκινήσει ένα μπλακ άουτ, αυτό μπορεί γρήγορα να βγει εκτός ελέγχου.
Ως ένα παράδειγμα, μπορούμε να δούμε την περίπτωση της Evonik Industries, μιας από τις μεγαλύτερες εταιρείες παραγωγής ειδικών χημικών προϊόντων στον κόσμο, με έδρα τη Γερμανία. Σε ανακοίνωσή της στο Bloomberg, η εταιρεία προειδοποίησε για την πιθανή μακροπρόθεσμη ζημία από το επίμονα υψηλό κόστος. “Η βασική προϋπόθεση για την ευημερία της γερμανικής οικονομίας, και ιδίως της βιομηχανίας, είναι η μόνιμη διαθεσιμότητα ενέργειας σε λογικές τιμές”, ανέφερε η εταιρεία.
Δεν είναι το μοναδικό παράδειγμα πάντως. Η Volkswagen, η μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία της Ευρώπης, ανέφερε την περασμένη εβδομάδα ότι θα μπορούσε να μεταφέρει την παραγωγή της από τη Γερμανία και την ανατολική Ευρώπη αν η έλλειψη φυσικού αερίου συνεχιστεί. Η Domo Chemicals Holding, η οποία διαχειρίζεται από κοινού το δεύτερο μεγαλύτερο χημικό εργοστάσιο της Γερμανίας, μειώνει την παραγωγή στην Ευρώπη, ενώ η ιταλική εταιρεία κατασκευής φορτηγών Iveco Group ανέφερε ότι διεξάγει συνομιλίες με προμηθευτές σχετικά με τις τιμές της ενέργειας.
Τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν μόλις την περασμένη εβδομάδα έδειξαν ότι η δραστηριότητα του ιδιωτικού τομέα στην ευρωζώνη συρρικνώθηκε για τρίτο μήνα τον Σεπτέμβριο ενώ η κρίση έχει επίσης οδηγήσει την καταναλωτική εμπιστοσύνη σε αρνητικό ρεκόρ.
Το πρόβλημα άρχισε να εδραιώνεται πέρυσι, όταν οι τιμές της ενέργειας άρχισαν να ανεβαίνουν στα ύψη, καθώς η ζήτηση ανέκαμψε από την πανδημία του κορονοϊού, και ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν άρχισε να περιορίζει τις προμήθειες φυσικού αερίου προς την Ευρώπη.
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο οδήγησε την οικονομία σε περαιτέρω χάος εν μέσω αυξημένου πληθωρισμού και περικοπών στη βιομηχανική παραγωγή. Μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου, το περιορισμένο φυσικό αέριο που εξακολουθούσε να ρέει μέσω του αγωγού Nord Stream 1 από τη Ρωσία προς τη δυτική Ευρώπη, διακόπηκε επ’ αόριστον.
Σημειώνεται ότι ένα χρόνο νωρίτερα, οι προμήθειες αυτές του φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένου του LNG, κάλυπταν περίπου το 40% της συνολικής ζήτησης της Ευρώπης. Έτσι, ενώ οι τιμές του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας έχουν υποχωρήσει από τα ρεκόρ του Αυγούστου, εξακολουθούν να είναι σε ορισμένες περιοχές πάνω από έξι φορές υψηλότερες από τα κανονικά επίπεδα. Σε αυτή την τιμή, χιλιάδες εταιρείες απλώς δεν είναι βιώσιμες μακροπρόθεσμα χωρίς κρατική στήριξη.
Το κακό σενάριο
Σε αυτό το κλίμα, σύμφωνα με βασικό σενάριο του Bloomberg Economics – το οποίο εκτιμάται με τη χρήση μιας σειράς μοντέλων που εξετάζουν την προσφορά ενέργειας, τις τιμές και την ανάπτυξη – οι ρωσικές ροές θα κυμανθούν περίπου στο 10% των ροών του 2021. Πρόκειται για ένα αρκετά άσχημο σενάριο, σύμφωνα με τους οικονομολόγους Maeva Cousin και Rush.
“Ακόμη και μετά την κρατική στήριξη, η μείωση του πραγματικού εισοδήματος είναι αρκετά μεγάλη για να προκαλέσει ύφεση”, ανέφεραν οι αναλυτές.
Το κακό σενάριο περιλαμβάνει ακόμη λιγότερο φυσικό αέριο, έναν χειμώνα τόσο κρύο όσο το 2010 και χαμηλή παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
“Αν δεν μειωθεί η κατανάλωση και η ενότητα μεταξύ των χωρών της ΕΕ αρχίσει να καταρρέει, οι τιμές του φυσικού αερίου θα μπορούσαν να ξεπεράσουν τα 400 ευρώ, ο πληθωρισμός θα μπορούσε να πλησιάσει το 8% το επόμενο έτος και η οικονομία θα μπορούσε να συρρικνωθεί κατά σχεδόν 5% αυτόν τον χειμώνα”, ανέφεραν.
Οι πολιτικοί είχαν ήδη προχωρήσει σε δημοσιονομικά μέτρα για να αποτρέψουν μια οικονομική καταστροφή κατά τη διάρκεια της πανδημίας και συνέχισαν να προσφέρουν οικονομική στήριξη καθώς η ενεργειακή κρίση έπαιρνε διαστάσεις. Τώρα πρέπει να επιλέξουν αν θα επιβαρύνουν περαιτέρω τα δημόσια οικονομικά με περισσότερη βοήθεια ή αν θα λογοδοτήσουν στους ψηφοφόρους για το γεγονός ότι επέτρεψαν στην κρίση να ξεφύγει από τον έλεγχο.
“Οι κυβερνήσεις δέχονται τεράστιες πιέσεις για παρέμβαση”, δήλωσε ο Dario Perkins, οικονομολόγος της TS Lombard στο Λονδίνο. “Η επιβολή πλαφόν στις τιμές και η στήριξη της ρευστότητας μεταξύ άλλων, φαίνονται αναπόφευκτα. Οι αρχές πρέπει να στηρίξουν τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις ή να υποστούν μια ύφεση παρόμοια με αυτή που απέφυγαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας”.
Μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης στην ΕΕ
– Η Κομισιόν πρότεινε μέτρα για να μετριαστεί ο αντίκτυπος στα νοικοκυριά, συμπεριλαμβανομένης της συγκέντρωσης 140 δισ. ευρώ από τα υπερκέρδη των ενεργειακών εταιρειών, του υποχρεωτικού περιορισμού της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας σε ώρες αιχμής και της ενίσχυσης της ρευστότητας του ενεργειακού τομέα.
– Η Γερμανία “έκανε ένεση” ύψους 8 δισ. ευρώ στην εταιρεία κοινής ωφέλειας Uniper, σε μια κυβερνητική διάσωση της οποίας το κόστος θα ανέλθει πιθανότατα σε δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ.
– Η Γαλλία θα διαθέσει στον προϋπολογισμό 16 δισ. ευρώ για να περιορίσει τις αυξήσεις των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου στο 15% για τα νοικοκυριά και τις μικρές επιχειρήσεις το επόμενο έτος.
– Το υπουργικό συμβούλιο της Ιταλίας ενέκρινε σχέδιο βοήθειας ύψους 14 δισ. ευρώ για να βοηθήσει τις επιχειρήσεις που δέχονται πιέσεις από την αύξηση του κόστους, στην τελευταία ενέργεια του Μάριο Ντράγκι πριν από τις εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου.
– Η Ολλανδία παρουσίασε πακέτο στήριξης των νοικοκυριών ύψους 17,2 δισ. ευρώ, το οποίο περιλαμβάνει αύξηση του κατώτατου μισθού και υψηλότερους φόρους στα εταιρικά κέρδη.
Υπολογίζοντας όλο το κόστος, το think tank Bruegel εκτιμά ότι μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου, οι κυβερνήσεις της ΕΕ είχαν διαθέσει 314 δισ. ευρώ για να μετριάσουν τις επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Το κόστος είναι “μη βιώσιμο από δημοσιονομική άποψη”
Αυτό θα επιβαρύνει τα δημόσια οικονομικά της περιοχής και η Simone Tagliapietra, ερευνήτρια στο Bruegel, περιέγραψε το κόστος των μέτρων ως “σαφώς μη βιώσιμο από δημοσιονομική άποψη”.
Ο φόβος της ενεργειακής βιομηχανίας είναι ότι ο αντίκτυπος των επόμενων μηνών μπορεί να αποτελεί μόνο η αρχή. Ο Christyan Malek, υψηλόβαθμο στέλεχος της JPMorgan Chase & Co, δήλωσε στο Bloomberg ότι μόλις το Πεκίνο χαλαρώσει τους περιορισμούς του κορονοϊού, η κινεζική ζήτηση για LNG θα αυξηθεί, οδηγώντας σε μεγαλύτερο ανταγωνισμό και περισσότερες πιέσεις στις τιμές για την Ευρώπη.
“Δεν πρόκειται απλώς για ένα πρόβλημα τριών μηνών”, δήλωσε η Anouk Honore, ανώτερη ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Ενεργειακών Μελετών της Οξφόρδης. “Θα μπορούσε πιθανότατα να αποτελέσει ένα διετές πρόβλημα”.