Το κείμενο που ακολουθεί είναι αναδημοσίευση από το περιοδικό «Σήματα Καπνού» (Οκτώβριος 2002) και αναφέρεται στην καταστολή του φοιτητικού κινήματος στις 2 Οκτωβρίου του 1968 στο Μεξικό, που έμεινε γνωστή ως «η σφαγή του Τλατελόλκο».
Η δεκαετία του ’60 είναι συνυφασμένη με την άνοδο των κινημάτων που προσπάθησαν να ανακόψουν την πορεία της ανθρωπότητας προς τη βαρβαρότητα κι οραματίστηκαν έναν κόσμο χωρίς εκμετάλλευση. Το 1968 στο Μεξικό στο κίνημα που αναπτύχθηκε η εξουσία επιφύλασσε μια από τις βίαιες καταστολές.
Οι πρώτες πορείες
Το καλοκαίρι του 1968 η Πόλη του Μεξικού βρίσκει ένα μεγάλο μέρος της νεολαίας να διαδηλώνει για τον εκδημοκρατισμό της εκπαίδευσης, ενάντια στο αυταρχικό κράτος και ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ. Οι πρώτες κινητοποιήσεις αντιμετωπίζονται από την κυβέρνηση του Ντίας Ορντάς με ασυνήθιστα μεγάλη βιαιότητα: η αστυνομία τραυματίζει δεκάδες διαδηλωτές, πραγματοποιεί εφόδους σε πανεπιστημιακές σχολές και συλλαμβάνει πολλούς φοιτητές. Η σπασμωδική αυτή αντίδραση της πολιτικής ηγεσίας και ο μεγάλος αριθμός κρατουμένων φοιτητών θα οδηγήσει γρήγορα στη διόγκωση του κινήματος διαμαρτυρίας και θα ριζοσπαστικοποιήσει το χαρακτήρα του.
Από τα τέλη του Ιουλίου οι περισσότερες σχολές της Πόλης του Μεξικού τελούν υπό κατάληψη. Σχηματίζεται η Εθνική Απεργιακή Επιτροπή (CNH) στην οποία συμμετέχουν τρία μέλη – αρκετές φορές εκ περιτροπής – από κάθε σχολή και συγκροτούνται εκατοντάδες μικρές ομάδες δράσης, οι μπριγάδες. Οι ομάδες αυτές θα συμμετάσχουν στον οργασμό δημιουργίας, προβληματισμού και πολιτικής παρέμβασης στη ζωή της πόλης και του πανεπιστημίου τους επόμενους μήνες. Θα τυπώσουν χιλιάδες φυλλάδια για να τα μοιράσουν στα εργοστάσια και τις αγορές, θα διατρέξουν τις φτωχογειτονιές για να ζητήσουν τη συμπαράσταση του πληθυσμού, θα πάρουν μέρος σε συζητήσεις, θα γεμίσουν με συνθήματα τους δρόμους και τα λεωφορεία της πόλης, θα πραγματοποιήσουν με τρόπο αυθόρμητο δεκάδες μικρές συγκεντρώσεις, θα οργανώσουν την αυτοάμυνα του κινήματος.
Ο Αύγουστος είναι ο μήνας των μεγάλων κινητοποιήσεων. Στο κέντρο της πόλης πραγματοποιούνται πορείες των 500 χιλιάδων ανθρώπων, οι οποίες τις περισσότερες φορές καταλήγουν σε ανθρωποκυνηγητό. Τα αιτήματα των νέων είναι τώρα η άμεση απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων (περίπου χίλια άτομα βρίσκονται στη φυλακή και υπόκεινται σε βασανιστήρια), η κατάργηση του νόμου που ποινικοποιεί την πολιτική δράση, η τιμωρία των υπευθύνων για τα θύματα της καταστολής και η διάλυση των ειδικών δυνάμεων της αστυνομίας.
Το φοιτητικό κίνημα βρίσκεται σε μια καμπή. Έχει κατορθώσει να κινητοποιήσει μεγάλο μέρος του δυναμικού του, δεν έχει όμως ενσωματώσει στα πολιτικά του αιτήματα ζητήματα που αφορούν το σύνολο της κοινωνικής ζωής και δεν έχει μεταδώσει στον υπόλοιπο πληθυσμό τη μαχητικότητά του και τη διάθεση για αντίσταση. Στο εσωτερικό του αναπτύσσονται τρεις διαφορετικές τάσεις.
Στην πρώτη τάση ανήκουν όσοι, δεχόμενοι επιρροές από την πρυτανεία και από κύκλους καθηγητών, επιδιώκουν τον περιορισμό των διεκδικήσεων σε θέματα πανεπιστημιακής αυτονομίας. Το ρεύμα αυτό γρήγορα θα αδρανοποιηθεί.
Η δεύτερη τάση είναι υπέρμαχη ενός δημοσίου διαλόγου με την κυβέρνηση έτσι ώστε το φοιτητικό κίνημα να εξαργυρώσει την υπεροχή του σε μία μεγάλη πολιτική νίκη.
Τέλος, η πιο ριζοσπαστική πτέρυγα υποστηρίζει τη συνέχιση του αγώνα χωρίς υποχωρήσεις και τη διεύρυνσή του προκειμένου να συναντηθεί με τις διεκδικήσεις και τις ανάγκες της εργατικής τάξης.
Ωστόσο, παρ΄ όλες τις διαφορές, η CNH παραμένει ανεπηρέαστη στις προσπάθειες της κυβέρνησης να τη χειραγωγήσει και διατηρεί την αυτονομία της χάρη στην έλλειψη διορισμένων αντιπροσώπων και τις δημοκρατικές διαδικασίες που ακολουθούνται στους κόλπους της.
Η κορύφωση της σύγκρουσης
Το Σεπτέμβριο η βία κλιμακώνεται. Η κυβέρνηση, που ούτως ή άλλως δε δείχνει καμιά διάθεση για διάλογο, αναθέτει την τήρηση της τάξης στις ένοπλες δυνάμεις. Άρματα μάχης αναπτύσσονται σε κεντρικά σημεία της πόλης, φοιτητές συλλαμβάνονται ή δολοφονούνται ενώ διαδηλώνουν ή γράφουν συνθήματα στους τοίχους. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες πρόκειται να διεξαχθούν τον Οκτώβριο και είναι ανάγκη να επιβληθεί στην μεξικανική κοινωνία η «ολυμπιακή εκεχειρία».
Στις 18 Σεπεμβρίου 10 χιλιάδες στρατιώτες καταλαμβάνουν την Πανεπιστημιούπολη, όπου επρόκειτο να γίνει η τελετή έναρξης των αγώνων και συλλαμβάνουν 600 φοιτητές. Στις 24 Σεπτεμβρίου ο στρατός καταλαμβάνει τις εγκαταστάσεις του Πολυτεχνείου και για πρώτη φορά μια ομάδα 10-20 νέων απαντά στους πυροβολισμούς. Το κίνημα αναπόφευκτα περνάει στην άμυνα. Οι μπριγάδες κινούνται συνωμοτικά με έναν ελάχιστο συντονισμό μεταξύ τους, τα φυλλάδια μοιράζονται στα κρυφά, οι πολύγραφοι διασκορπίζονται σε διάφορα σημεία της πόλης. Στις 30 Σεπτεμβρίου η κυβέρνηση επιστρέφει την Πανεπιστημιούπολη. Την 1η Οκτωβρίου οι σπουδαστές αποφασίζουν τη συνέχιση των καταλήψεων απαιτώντας την απελευθέρωση των κρατουμένων και την επιστροφή των υπόλοιπων σχολών και προγραματίζουν συγκέντρωση για την επόμενη μέρα στην πλατεία Τρες Κουλτούρας, στο Τλατελόλκο. Τις προηγούμενες μέρες πολλοί έβλεπαν στις κινήσεις της κυβέρνησης την προετοιμασία για ένα αποφασιστικό χτύπημα, κανείς όμως δε μπορούσε να φανταστεί το μέγεθός του.
Το απόγευμα της 2ης Οκτωβρίου οκτώ χιλιάδες στρατιώτες, μέλη των ειδικών δυνάμεων της αστυνομίας και μυστικοί πράκτορες περικύκλωσαν την πλατεία. Στις 6:10 από το ελικόπτερο που επιθεωρούσε ρίχτηκαν δύο φωτοβολίδες. Ήταν το σύνθημα για να ξεκινήσει η σφαγή. Το πλήθος, δεχόμενο εν ψυχρώ τα πυρά του στρατού, κατευθύνθηκε προς το κτίριο Τσιουάουα, όπου βρίσκονταν τα γραφεία της CNH. Το Τσιουάουα είχε κατηληφθεί λίγη ώρα πριν από το «Τάγμα Ολυμπία» – οι μυστικές δυνάμεις που είχαν δημιουργηθεί για την ασφάλεια των Ολυμπιακών Αγώνων – αιχμαλωτίζοντας 300 μέλη της CNH και πυροβολώντας τον κόσμο από ψηλά.
Αρκετοί διαδηλωτές μπόρεσαν να φυγαδευτούν από τους κατοίκους της περιοχής σε γειτονικά κτίρια και άλλοι να ξεφύγουν από τον κλοιό χάρη στην εσκεμμένη απροσεξία των στρατιωτών. Ωστόσο ο στρατός βαρύνεται με μία ασύλληπτη δολοφονική μανία καθώς ήταν αυτός που απαγόρευε στα ασθενοφόρα να πλησιάσουν στην περιοχή και ωθούσε τους διαδηλωτές – ανάμεσα στους οποίους βρίσκονταν γυναίκες και παιδιά – προς το κέντρο του πεδίου βολής. Είναι ενδεικτικό της μορφής που πήρε η σύγκρουση με τους άμαχους διαδηλωτές ότι τα περισσότερα θύματα έφεραν τραύματα από ξιφολόγχη. Οι πυροβολισμοί διήρκεσαν μία ώρα και πενήντα λεπτά. Ο ακριβής αριθμός των νεκρών, ακόμα και σήμερα, είναι δύσκολο να επαληθευτεί. Υπηρξαν πολλοί αγνοούμενοι και σε πολλές περιπτώσεις οι συγγενείς των θυμάτων υποχρεώνονταν να δηλώσουν ότι ο θάνατος οφείλεται σε φυσικά αίτια, προκειμένου να τους επιτραπεί να παραλάβουν τα σώματα των νεκρών.
Ο επίσημος απολογισμός της κυβέρνησης έκανε λόγο για 34 νεκρούς. Οι φοιτητές υποστήριξαν ότι ήταν περισσότεροι από 600, η πρεσβεία των ΗΠΑ τους υπολογισε σε 150 με 200 και ο ξένος τύπος, συγκεκριμένα η Γκάρντιαν, εκτίμησε ότι ήταν περίπου 325. Γεγονός είναι ότι πολλοί εργαζόμενοι σε νοσοκομεία έβλεπαν τα πτώματα να στοιβάζονται κατά δεκάδες στους διαδρόμους και αστυνόμους να βγάζουν τραυματίες μέσα από τα χειρουργεία. Άλλοι έκαναν λόγο για πτώματα που πετάχτηκαν το ίδιο βράδυ από στρατιωτικό αεροπλάνο στον Κόλπο του Μεξικού. Οι τραυματίες από την επίθεση στο Τλατελόλκο ήταν περιπου 600 και οι συλληφθέντες περισσότεροι από 2 χιλιάδες, πολλοί από τους οποιους παρέμειναν για αρκετά χρόνια στη φυλακή.
Από το ίδιο βράδυ επιχειρήθηκε η επιβολή ενός πέπλου σιωπής γύρω από την αλήθεια. Οι αστυνομικές δυνάμεις έκαναν επιδρομή στα μέσα ενημέρωσης, κατέσχεσαν όλο το φωτογραφικό υλικό και επέβαλαν αυστηρή λογοκρισία σε κάθε αναφορα στα γεγονότα της βραδιάς. Για πολλά χρόνια τα μόνα στοιχεία γνωστά ήταν αυτά που δημοσιεύτηκαν στο διεθνή τύπο από ξένους δημοσιογράφους μάρτυρες των γεγονότων. Η κυβέρνηση προπαγάνδιζε σε όλους τους τόνους ότι επρόκειτο για νόμιμη άμυνα των δυνάμεων ασφαλείας απέναντι σην επίθεση οπλισμένων διαδηλωτών και ως απόδειξη πρόβαλε το θάνατο τριών στρατιωτών. Επανέλαβε επίσης τη θεωρία που είχε αναπτύξει από την αρχή, ότι το κίνημα των νέων είχε συνωμοτήσει με σκοτεινές δυνάμεις ξένων χωρών σκοπεύοντας στην αποσταθεροποίηση του μεξικανικού πολιτεύματος. Η αλήθεια είναι ότι όντως υπήρξαν νεκροί και τραυματίες στις τάξεις των ενόπλων δυνάμεων και μάλιστα από πυροβολισμούς που προήλθαν από το κτίριο της CNH.
Παρ΄ όλο το ζήλο όμως της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας να αποδώσουν την ευθύνη στους διαδηλωτές, όλες οι κατοπινές έρευνες απέδειξαν ότι οι σφαίρες έφυγαν από τα όπλα του «Τάγματος Ολυμπία», το οποίο με τη σειρά του δέχτηκε τα πυρά του στρατού. Μένει αναπάντητο το ερώτημα αν το «Τάγμα Ολυμπία» πυροβόλησε το στρατό για να δώσει άλλοθι για τη σφαγή των διαδηλωτών ή αν ήταν απλά το αποτέλεσμα σύγχυσης. Όσο για τις σφαίρες των στρατιωτών προς το κτίριο Τσιουάουα, φαίνεται ότι δε γνώριζαν όλοι τους ότι οι άντρες με το λευκό γάντι ανήκαν στις επίλεκτες «ολυμπιακές» δυνάμεις ασφαλείας.
Η επόμενη μέρα
Ο αποτροπιασμός και ο φόβος παρέλυσαν τη μεξικανική κοινωνία. Το κίνημα των νέων είχε δεχτεί ένα ανυπολόγιστο πλήγμα, δεν είχε όμως αφανιστεί πλήρως. Οι νεκροί και οι φυλακισμένοι σύντροφοι τού έδιναν έναν ακόμη ισχυρό λόγο ύπαρξης.
Στα τέλη Νοεμβρίου ψηφίστηκε η συνέχιση των καταλήψεων. Αναπόφευκτα όμως, μέσα σε ένα καθεστώς απροκάλυπτα εγκληματικό, η δράση όσων αντιστέκονταν ακόμα θα γίνει πιο εσωστρεφής. Εκτός από ορισμένες συγκεντρώσεις έξω από τις φυλακές, οι περισσότερες εκδηλώσεις πραγματοποιούνται τώρα μες στο χώρο των πανεπιστημιακών εγκαταστάσεων. Η αδυναμία επαφής με την κοινωνία θα φέρει σταδιακά την εξασθένηση των διεκδικήσεων. Τελικά, στις αρχές Δεκεμβρίου, ύστερα από τέσσερις μήνες συνεχούς ακηδεμόνευτης δράσης, οι φοιτητές θα αποφασίσουν τη λήξη των καταλήψεων. Η κυβέρνηση του Ντίας Ορντάς είχε επιβάλει φαινομενικά τη βούλησή της, απομονώνοντας τα ταραχοποιά στοιχεία που αμφισβήτησαν τη νομιμότητα του δημοκρατικού της πολιτεύματος. Στην ουσία όμως ήταν η εξουσία που είχε υποστεί μία μεγάλη πολιτική και ηθική ήττα.
Η αυθόρμητη και δημοκρατική οργάνωση των φοιτητών και η ικανότητά τους να αντιπαρέρχονται τις απειλές και τις παραδοσιακές μεθόδους εξαγοράς και ελέγχου απογύμνωσε ηθικά το πολιτικό σύστημα. Η αδυναμία να συνδιαλλαγεί με αυτούς που του άσκησαν κριτική με όρους πολιτικούς αποκάλυψε τον αυταρχικό και ετερόνομο χαρακτήρα του και εγκαινίασε μια μακρά περίοδο αμφισβήτησης και αγώνων για δημοκρατικές αλλαγές.
Η παρακαταθήκη του κινήματος του ΄68 υπήρξε ανεκτίμητη καθώς έδωσε τα σπέρματα για τους μαζικούς εργατικούς και αγροτικούς αγώνες της δεκαετίας του ΄70. Είναι ίσως περιττό να αναφέρουμε ότι στα χρόνια που ακολούθησαν κανείς δεν προσάχθηκε σε δίκη για τα εγκλήματα του Τλατελόλκο. Οι «Επιτροπές της Αλήθειας» που συστάθηκαν είχαν στη καλύτερη περίπτωση ως αποστολή την αποκατάσταση της ιστορικής μνήμης.
Οι εικόνες της φρίκης, 34 χρόνια μετά…
Τον Φεβρουάριο του 2002 η μεξικανική εφημερίδα «Ουνιβερσάλ» δημοσίευσε 12 φωτογραφίες από τη νύχτα της 2ης Οκτωβρίου του 1968. Ήταν η πρώτη φορά που έντυπο της χώρας δημοσίευε φωτογραφικό υλικό από τη νύχτα του Τλατελόλκο, κι αυτό χάρη στην προνοητικότητα ενός φωτογράφου να κρύψει το φιλμ του σε έναν κάδο σκουπιδιών. Η θέα των εικόνων αυτών υπενθύμισε μία ακόμα φορά το γεγονός ότι τα εγκλήματα παραμένουν ατιμώρητα κι ότι καμιά από τις μετέπειτα κυβερνήσεις που επαίρονταν για τη δημοκρατικότητά τους δεν είχε το θάρρος να ανασκαλίσει το ένοχο παρελθόν. Οι φωτογραφίες αυτές, τέλος, έφεραν στη μνήμη την κτηνώδη δολοφονική μανία των εκτελεστών. Πολλά θύματα έχουν πολτοποιημένα κρανία, ακρωτηριασμένα μέλη και τραύματα μεγάλου διαμετρήματος. Όσα από αυτά δεν προκλήθηκαν από ξιφολόγχη, μπορούν να αποδοθούν μόνο σε σφαίρες διασποράς, οι οποίες εκρήγνυνται όταν έρθουν σε επαφή με το σώμα και είναι απαγορευμένες από διεθνείς συμβάσεις……