Kατά οποιουδήποτε είδους πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου τάσσεται με μελέτη του -που παρουσιάζει το KREPORT- το Ινστιτούτο Bruegel, υποστηρίζοντας ότι όλες οι εκδοχές εγκυμονούν σημαντικούς κινδύνους.
Λίγα 24ωρα πριν τη σύνοδο των ηγετών των 27 κρατών μελών της Ε.Ε. και οι 15 χώρες υπέρμαχοι της επιβολής πλαφόν στη χονδρεμπορική αγορά για τις ευρωπαϊκές συναλλαγές φυσικού αερίου με τις χώρες προμηθευτές του καυσίμου δίνουν την τελευταία μάχη για να κάμψουν τις αντιρρήσεις του μπλοκ των τεσσάρων βορείων κρατών – μελών.
Σε τηλεδιάσκεψη που πραγματοποιείται σήμερα ο Έλληνας υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας, ο Ιταλός υπουργός Οικολογικής Μετάβασης Ρομπέρτο Τσινγκολάνι, η Πολωνή υπουργός Κλίματος και Περιβάλλοντος Άννα Μόσκουα και η Βελγίδα υπουργός Ενέργειας Τίνε Βαν ντε Στράτεν θα επιδιώξουν να πείσουν τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Υποθέσεων και Προστασίας του Κλίματος Ρόμπερτ Χάμπεκ για την αναγκαιότητα της ρύθμισης των τιμών του TTF.
Σύμφωνα με πληροφορίες οι τέσσερις εκπροσωπώντας τη συμμαχία των «15» θα παρουσιάσουν την τεχνική πρόταση για την έκτακτη και προσωρινή ρύθμιση του TTF. Πρόκειται για την ολλανδική πλατφόρμα των συναλλαγών φυσικού αερίου, η οποία αποτελεί και το σημείο αναφοράς για τα συμβόλαια πώλησης του καυσίμου στις ευρωπαϊκές εταιρείες.
Οι αντιρρήσεις του μπλοκ των χωρών Γερμανίας, Ολλανδίας, Αυστρίας, Δανίας και Σουηδίας έχουν να κάνουν με το ό,τι η επιβολή πλαφόν θα αποθαρρύνει τους προμηθευτές της Ε.Ε. (ΗΠΑ, Αλγερία, Κατάρ, Αζερμπαϊτζάν, Ρωσίας κλπ) στον εφοδιασμό με LNG αλλά και αερίου αγωγών. Οι βόρειες χώρες και ιδίως η Γερμανία έχουν μεγάλο πρόβλημα επάρκειας και ανησυχούν για τυχόν παρενέργειες στην επάρκεια. Κοντά σε αυτή την ομάδα των χωρών βρίσκεται και η ηγεσία της Κομισιόν, με την πρόεδρο της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να τάσσεται κατά της πρότασης των «15», δηλαδή της Ελλάδας, της Ιταλίας, του Βελγίου, της Γαλλίας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Πολωνίας, της Βουλγαρίας, της Κροατίας, της Λετονίας, της Λιθουανίας, της Ρουμανίας, της Σλοβενίας και της Σλοβακίας.
Η πρόταση
Σύμφωνα με πληροφορίες η τεχνική πρόταση που θα παρουσιάσουν οι τέσσερις στο Βερολίνο τεκμηριώνει τη διασφάλιση της προμήθειας αερίου για την Ε.Ε.
Πηγές θέλουν τον ορισμό ανώτατου και κατώτατου ορίου διακύμανσης του TTF. Η ανώτατη τιμή που προτείνεται να οριστεί είναι σε ένα ύψους που θα υπερβαίνει οριακά του δείκτη της ασιατικής πλατφόρμας συναλλαγών αερίου JKM, ο οποίος είναι σημαντικά χαμηλότερος από εκείνον του ολλανδικού hub. Με τον τρόπο αυτό θα διατηρείται το κίνητρο για εξαγωγές ποσοτήτων αερίου προς την Ευρώπη και δεν θα προκαλέσει την αναστροφή φορτίων προς την Ασία. Οι αγορές της συγκεκριμένης ηπείρου χαρακτηρίζονται αυτήν την περίοδο από χαμηλή ζήτηση και χαμηλή τιμή λόγω των περιορισμών στην Κίνα που έχουν επιβληθεί για την αντιμετώπιση της Covid -19.
Πηγές που συμμετέχουν στη σημερινή τηλεδιάσκεψη σημείωναν πως το στοίχημα είναι να πειστούν η Γερμανία και οι σύμμαχοι τους για την ασφάλεια εφοδιασμού της Ευρώπης ακόμη και με την επιβολή πλαφόν στο αέριο.
Την ίδια στιγμή, χωρίς συμφωνία μεταξύ ομοσπονδίας και κρατιδίων σχετικά με τη διαχείριση των πακέτων βοήθειας για την ενεργειακή κρίση έληξε η διάσκεψη του καγκελάριου Όλαφ Σολτς με τους κρατιδιακούς πρωθυπουργούς. Ο κ. Σολτς δήλωσε πάντως βέβαιος ότι τελικά θα προκύψει μια συμμαχία η οποία θα μπορέσει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την κατάσταση.
Όμως γιατί το Βερολίνο επιμένει στην άρνησή του για επιβολή πλαφόν;
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Bruegel το πλαφόν μόνο στο ρωσικό αέριο θα μπορούσε να οδηγήσει σε πλήρες κλείσιμο των στροφίγγων από το Κρεμλίνο. Το πλαφόν στο φυσικό αέριο για ηλεκτροπαραγωγή θα μπορούσε να αυξήσει τη ζήτηση του καυσίμου για ηλεκτροπαραγωγή. Και το γενικό πλαφόν –για το οποίο πιέζουν 15 χώρες προεξαρχούσης της Ελλάδας- θα αύξανε τη ζήτηση για φυσικό αέριο γενικά, υπονομεύοντας ταυτόχρονα την ικανότητα της Ευρώπης να προσελκύει τις ποσότητες που χρειάζεται. Αντί πλαφόν, το Bruegel προτείνει η ΕΕ να προχωρήσει σε «δημιουργικές διαπραγματεύσεις» με τους αξιόπιστους προμηθευτές της, με αντικείμενο νέα μακροπρόθεσμα συμβόλαια που θα περιορίζουν τη μεταβλητότητα των τιμών.
Τονίζει επίσης ότι όλες οι επείγουσες παρεμβάσεις στις αγορές ενέργειας πρέπει να πληρούν τρεις όρους: Πρώτον, η προσφορά να καλύπτει τη ζήτηση σε τιμές που δεν καταστρέφουν την ευρωπαϊκή οικονομία. Δεύτερον, να εξασφαλίζεται η προστασία των πιο ευάλωτων καταναλωτών. Και τρίτον, τα μέτρα να μην υπονομεύουν τις επενδύσεις προς την πράσινη μετάβαση, ώστε να μην τεθεί εν αμφιβόλω η ικανότητα της ΕΕ για «διαρθρωτική απεξάρτηση» από τα ορυκτά καύσιμα.
Το Ινστιτούτο θεωρεί ότι τα μέτρα που αποφασίστηκαν στη Σύνοδο των Υπουργών Ενέργειας την περασμένη Παρασκευή (ανάκτηση των εσόδων των ηλεκτροπαραγωγών, έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης στους ομίλους ορυκτών καυσίμων, υποχρεωτική μείωση ζήτησης ρεύματος στις ώρες αιχμής) είναι μεν θετικά, αλλά όχι επαρκή. «Ζητούμενο είναι ένα πιο ολοκληρωμένο σχέδιο που θα διασφαλίζει ότι όλες οι χώρες αξιοποιούν στο μέγιστο βαθμό την ευελιξία από την πλευρά της προσφοράς, καταβάλουν ουσιαστικές προσπάθειες να μειώσουν τη ζήτηση για ρεύμα και φυσικό αέριο, κρατούν ανοιχτές τις ενεργειακές τους αγορές και θα «συνενώνουν» τη ζήτηση για φυσικό αέριο ώστε να εξασφαλίσουν καλύτερους όρους από τους προμηθευτές τους. Σε πιο μακροπρόθεσμη βάση, πρέπει να εξεταστούν μέτρα που θα διαχωρίζουν την ενέργεια που παράγεται από ΑΠΕ από αυτή που παράγεται από ορυκτά καύσιμα», καταλήγει η μελέτη. Ανάλογη πρόταση έχει ήδη κατατεθεί –πάλι- από την ελληνική πλευρά, αλλά συνάντησε αντιστάσεις, καθώς αμφισβητεί την αρχιτεκτονική και τη φιλοσοφία του Target Model.
H περίληψη της μελέτης (ολόκληρη εδώ)
Από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι τιμές χονδρικής για την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν αυξηθεί πέντε έως δεκαπέντε φορές, με σοβαρές επιπτώσεις για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Η κρίση δημιουργεί επίσης προβλήματα ρευστότητας στις ενεργειακές εταιρείες, με κινδύνους μετάδοσης για τον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Σε απάντηση, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν λάβει μια σειρά από ενέργειες. Ορισμένοι έχουν θεσπίσει μέτρα σε επίπεδο λιανικής, ενώ άλλοι έχουν εισαγάγει φόρους απροσδόκητου κέρδους στις εταιρείες ενέργειας. Ορισμένες χώρες έχουν παράσχει ρευστότητα έκτακτης ανάγκης σε ενεργειακές εταιρείες που αντιμετωπίζουν αυξανόμενα κόστη εξασφαλίσεων. Ορισμένες εταιρείες ενέργειας έχουν ακόμη και κρατικοποιηθεί.
Οι προτάσεις επείγουσας επέμβασης θα πρέπει να αξιολογούνται βάσει τριών αρχών. Πρώτον, ο ενεργειακός εφοδιασμός πρέπει να ανταποκρίνεται στη ζήτηση σε τιμές που δεν προκαλούν μεγάλη ζημιά στην ευρωπαϊκή οικονομία. Δεύτερον, οι πιο ευάλωτοι καταναλωτές πρέπει να προστατεύονται. Τρίτον, τα μέτρα πρέπει να συνάδουν με την περίπτωση των επενδύσεων σε ένα βιώσιμο ενεργειακό σύστημα, προκειμένου να διασφαλιστεί η ικανότητα της Ευρώπης να αποσυνδεθεί δομικά από τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων.
Τα ανώτατα όρια της τιμής του φυσικού αερίου έχουν προταθεί ως μέτρο έκτακτης ανάγκης με διάφορες μορφές: ανώτατο όριο μόνο για το ρωσικό φυσικό αέριο, ανώτατο όριο για το φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, ανώτατο όριο για το σύνολο του φυσικού αερίου χονδρικής. Όλα συνεπάγονται σημαντικούς κινδύνους. Το πρώτο μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη διακοπή του ρωσικού φυσικού αερίου στην ΕΕ. Το δεύτερο ενδέχεται να αυξήσει τη ζήτηση φυσικού αερίου από τον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας. Το τρίτο θα μπορούσε να αυξήσει τη ζήτηση φυσικού αερίου και επίσης να υπονομεύσει την ικανότητα της Ευρώπης να προσελκύει τις τόσο αναγκαίες προμήθειες φυσικού αερίου. Αντί να περιορίσει τις τιμές του φυσικού αερίου, η ΕΕ θα πρέπει να συνεργαστεί συλλογικά με εξωτερικούς προμηθευτές φυσικού αερίου και να διαπραγματευτεί νέες μακροπρόθεσμες συμβάσεις με διατάξεις για τον περιορισμό της αστάθειας των τιμών.
Μια πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Σεπτεμβρίου 2022 που περιλαμβάνει μείωση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, ανώτατο όριο εσόδων για την υποπεριθωριακή παραγωγή, πληρωμές αλληλεγγύης από εταιρείες ορυκτών καυσίμων και μέτρα στήριξης των καταναλωτών, είναι γενικά θετική, ιδίως επειδή δίνει έμφαση στη μείωση της ζήτησης. Ωστόσο, δεν είναι αρκετό. Ένα πιο ολοκληρωμένο σχέδιο πρέπει να διασφαλίσει ότι όλες οι χώρες θα προωθήσουν κάθε διαθέσιμη ευελιξία από την πλευρά της προσφοράς, θα καταβάλουν πραγματικές προσπάθειες για να μειώσουν τη ζήτηση φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, να διατηρήσουν ανοιχτές τις ενεργειακές τους αγορές και να συγκεντρώσουν τη ζήτηση για να επιτύχουν καλύτερη συμφωνία από εξωτερικούς προμηθευτές φυσικού αερίου. Μακροπρόθεσμα, θα πρέπει να εξεταστούν μέτρα για τον διαχωρισμό των αγορών ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές και ορυκτά καύσιμα.
Χωρίς συμφωνία η διάσκεψη ομοσπονδίας – κρατιδίων για τα πακέτα βοήθειας
Χωρίς συμφωνία μεταξύ ομοσπονδίας και κρατιδίων σχετικά με τη διαχείριση των πακέτων βοήθειας για την ενεργειακή κρίση έληξε η διάσκεψη του καγκελάριου Όλαφ Σολτς με τους κρατιδιακούς πρωθυπουργούς. Ο κ. Σολτς δήλωσε πάντως βέβαιος ότι τελικά θα προκύψει μια συμμαχία η οποία θα μπορέσει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την κατάσταση.
Ο καγκελάριος αναφέρθηκε στις προσπάθειες που καταβάλλει από νωρίς η κυβέρνηση προκειμένου να επιτευχθεί ενεργειακή ασφάλεια για τον χειμώνα, εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία. Αυτά τα μέτρα, δήλωσε, εγγυώνται «πιθανώς» την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού για την Γερμανία, ακόμη και αν δεν υπάρχει απολύτως καμία προμήθεια ρωσικού φυσικού αερίου. Οι τιμές όμως πρέπει να πέσουν για όλη την ΕΕ, τόνισε ο κ. Σολτς και έκανε λόγο για το σχεδιαζόμενο πλαφόν στην ανώτατη τιμή φυσικού αερίου και ηλεκτρικού ρεύματος. Μαζί με τα άλλα πακέτα στήριξης, το συνολικό ποσό ενίσχυσης θα φθάσει τα 295 δισεκατομμύρια ευρώ, σημείωσε, εκ των οποίων 240-250 δισεκατομμύρια θα καταβληθούν από την ομοσπονδία, δεν έχει ωστόσο ακόμη διευθετηθεί ο τρόπος κατανομής των βαρών.
Από την πλευρά των κρατιδίων, ο πρωθυπουργός της Κάτω Σαξονίας Στέφαν Βάιλ (SPD) χαρακτήρισε «πολύ εποικοδομητικές» τις συνομιλίες, αλλά ανέφερε ως σοβαρή εκκρεμότητα το μέτρο που θα διαδεχθεί το ενιαίο εισιτήριο των 9 ευρώ μηνιαίως για όλα τα μαζικά μέσα μεταφοράς.
Ο πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας Χέντρικ Βουστ (CDU) ανέφερε ωστόσο ότι, «παρά την εποικοδομητική στάση των επικεφαλής των κρατιδιακών κυβερνήσεων, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έδειξε περιορισμένη προθυμία για συμβιβασμούς». Ο κ. Βουστ στάθηκε ειδικά στο γεγονός ότι, όπως είπε, δεν υπάρχει ακόμη ξεκάθαρη εικόνα του πώς θα λειτουργήσει το μέτρο του πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου. Τα κρατίδια είναι πρόθυμα να συγχρηματοδοτήσουν αυτά τα μέτρα, αλλά είναι αναγκαίος ο δίκαιος επιμερισμός των βαρών, τόνισε. «Βρισκόμαστε ακόμη μακριά από τον στόχο», είπε χαρακτηριστικά.
Απογοητευμένος δήλωσε και ο πρωθυπουργός της Βάδης – Βυρτεμβέργης Βίνφριντ Κρέτσμαν (Πράσινοι) και δήλωσε ότι ήλπιζε ότι θα υπήρχε σήμερα κάποια πρόοδος, αλλά διαψεύσθηκε.
Πηγή: ΑΠΕ, K-Report, DW