Τα ελληνικά ΜΜΕ δεν πάνε καλά. Ας το δείτε και με νούμερα, προϊόντα πανεπιστημιακής έρευνας. Τα βασικά είναι ότι οι Έλληνες σε ποσοστό 72% δεν εμπιστεύονται την τηλεοπτική ενημέρωση. Η δυσπιστία στην ντίτζιταλ ενημέρωση, τα σάιτς δηλαδή, φθάνει στο 50%.
Σχεδόν με την ίδια ένταση (74,5%) δεν δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης στους δημοσιογράφους, χώρια που πιστεύουν (οκτώ στους δέκα) ότι λογοκρίνονται από τους πιο πάνω από αυτούς. Α, και κάτι ακόμα. Σχεδόν καθολική είναι η γνώμη ότι υπάρχει υπερβολική εξάρτηση των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ από τις κυβερνήσεις και τα κόμματα. Με μια λέξη, διαπλοκή.
Εμπιστοσύνη στα τάρταρα. Κρίση βαθιά. Μηνύματα ζοφερά. Από τα ευρήματα έρευνας γνώμης που διενεργήθηκε μόλις τον περασμένο μήνα από το πανεπιστήμιο Μακεδονίας, συγκεκριμένα από τη Μονάδα Ερευνών Κοινής Γνώμης του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου του ΑΕΙ, για λογαριασμό του iMEdD και στο σύνολο της παρουσιάστηκε χθες βράδυ στο πλαίσιο της Διεθνούς Εβδομάδας Δημοσιογραφίας.
Η έρευνα, αν και κομίζει «γλαύκα εις Αθήνας», προσφέρει μια πολύ διεισδυτική ματιά στην επικρατούσα αντίληψη της κοινής γνώμης για τα ΜΜΕ (εφημερίδες, τηλεόραση, ραδιόφωνο, ιστοσελίδες, σόσιαλ μίντια). Διότι ας μην ξεχνούμε ότι υπάρχει η ετυμηγορία από το Ινστιτούτου Ρόιτερς του πανεπιστημίου της Οξφόρδης αλλά και η έρευνα των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα, ξέρετε εκείνη στην οποία η Ελλάδα βρίσκεται 108η θέση ανάμεσα σε 180 χώρες του κόσμου ως προς την ελευθερία του Τύπου. Ετούτη εδώ η έρευνα του ΠΑΜΑΚ έχει χαρακτηριστικά ανατομίας.
Οι ερευνητική ομάδα εξέτασε την εμπιστοσύνη στα ΜΜΕ εθνικής και τοπικής/περιφεριακής εμβέλειας. Στην πρώτη κατηγορία έξι στους δέκα είναι εμφανίστηκαν δύσπιστοι και στην δεύτερη το ποσοστό είχε μικρή διαφοροποίηση (57,5%).
Ένας μύθος πέφτει πέφτει
Τα κανάλια διαρρηγνύουν τα ιμάτια τους για το δυναμικό κοινό (και άλλα τινά) σύμφωνα όμως με τα δεδομένα της έρευνας η κοινή γνώμη, θα μπορούσε να πει κάποιος, μοιράζει «κατραπακιές». Μόλις το 36,5% «εμπιστεύεται λίγο» την τηλεόραση. Κι ένα ακόμη 35,5% έρχεται να «κουμπώσει» απαντώντας «καθόλου».
Στον αντίποδα, μόλις 21,5% του δείγματος εκφράζει αρκετή εμπιστοσύνη στην τηλεοπτική ενημέρωση.
Η δυσπιστία «εκτοξεύεται» στους νέους. Στους 17- 34 ετών, το ποσοστό που δηλώνει ότι δεν εμπιστεύεται την τηλεόραση αυξάνεται στο 84%, τη στιγμή που τα αντίστοιχα μερίδια στις ηλικιακές ομάδες 35-54 ετών και 55 και άνω είναι 73% και 62% αντίστοιχα. Στο 75% και στο 77% ανεβαίνει η δυσπιστία στην τηλεόραση για τους απόφοιτους ΑΕΙ και τους κατόχους μεταπτυχιακού/διδακτορικού τίτλου αντίστοιχα, ενώ το ανάλογο ποσοστό είναι 66,5% για όσους έχουν λάβει δευτεροβάθμια ή χαμηλότερη βαθμίδα εκπαίδευσης.
Το έλλειμα εμπιστοσύνης στον Τύπο ανέρχεται σε ποσοστό 46,5%.
Στο ιντερνετ το έλλειμα εμπιστοσύνης ανέρχεται στο 50% και διαμορφώνεται στο 70,5% μεταξύ των ανθρώπων 17 εως 34 ετών. Στο ραδιόφωνο τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά καθώς το 46,5% από το αντιπροσωπευτικό δείγμα του πληθυσμού δείχνει να εμπιστεύεται το Μέσο για την ενημέρωσή του.
Επιδεινούμενη η κατάσταση της ενημέρωσης
Ένας στους δύο (52%) είναι της άποψης ότι η ενημέρωση στην Ελλάδα είναι ποιοτικά χειρότερη από ότι ήταν πριν από μια δεκαετία. Αναλυτικά το 26,5% του δείγματος, αντιπροσωπευτικό του πληθυσμού, απάντησε «πολύ χειρότερη» και 25,5% είπε «μάλλον χειρότερη». «Πολύ καλύτερη» και «μάλλον καλύτερη» την αξιολόγησαν τα 19% και 12,% αντιστοίχως, του δείγματος.
Σε σύγκριση δε με τα ευρωπαϊκά ΜΜΕ ακριβώς οι μισοί πιστεύουν ότι είναι «πολύ χειρότερη- μάλλον χειρότερη».
Τα ΜΜΕ αξιολογήθηκαν ως προς τέσσερα χαρακτηριστικά: Ελευθεροτυπία, πολιτική ανεξαρτησία, οικονομική ανεξαρτησία, έλεγχος στην εξουσία.
Η έρευνα έδειξε ότι τα ελληνικά μίντια δεν επιτελούν το ρόλο της. Η αξιολόγηση στον τομέα άσκησης ελέγχου είναι χαμηλή (64,5%). Η κοινή γνώμη στην συντριπτική πλειονότητα της (88%) θεωρεί επίσης ότι είναι οικονομικά εξαρτώμενα. Έξι στους δέκα έδωσαν χαμηλή βαθμολογία και άλλοι δύο, μέτρια. Εννιά στους δέκα, εξάλλου, πιστεύουν ότι δεν είναι ανεξάρτητα από την πολιτική εξουσία και σε ποσοστό 47,5% αξιολόγησαν σε χαμηλό επίπεδο (0-4) την ελευθερία των ελληνικών ΜΜΕ.
Τι πιστεύουν για τους δημοσιογράφους
Για τους δημοσιογράφους οι περισσότεροι (63,5%) θεωρούν ότι δεν είναι αντικειμενικοί και η αντίληψη αυτή είναι ακόμα πιο έντονη στους 35-44 ετών.
Τροφή για σκέψη πρέπει μάλλον δίνει το 60% στους 17-34 χρόνων.
Σαν «τρέιλερ» έρχεται και η ετυμηγορία του 74% που δήλωσε ότι δεν εμπιστεύεται τους δημοσιογράφους στην Ελλάδα. Στον αντίποδα το ποσοστό είναι στο 25,5%. Επίσης σχεδόν όλοι (85%) πιστεύουν ότι «οι δημοσιογράφοι στην Ελλάδα επιχειρούν να χειραγωγήσουν τον κόσμο», σχεδόν στον ίδιο βαθμό (83,5%) είναι της γνώμης ότι «λογοκρίνονται από τους προϊσταμένους τους» και ότι δεν κάνουν τη δουλειά τους με έντιμο τρόπο (56%).
Πολιτική εξάρτηση
Σχεδόν ομόφωνα, το κοινό θεωρεί ότι στην Ελλάδα υπάρχει υπερβολική εξάρτηση τόσο των δημοσιογράφων (92,5%) όσο και των μέσων ενημέρωσης (93,5%) από τις κυβερνήσεις ή/και τα κόμματα –«συμφωνώ απόλυτα» δηλώνει και στις δύο περιπτώσεις το 63,5% του δείγματος.
Και ως φυσική συνέπεια, μάλλον, έρχεται η πεποίθηση (95%) ότι η εξάρτηση μέσων ενημέρωσης- πολιτικής μειώνει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους δημοσιογράφους. Επιπλέον σχετικά με την ενασχόληση δημοσιογράφων με την ενεργό πολιτική, οι συμμετέχοντες αποκρίνονται, κατά 46,5%, ότι «αν και νόμιμη, επηρεάζει αρνητικά την άποψή μου».
Τα μέλη της ερευνητικής ομάδας αναζήτησαν και το «τί πρέπει να γίνει» για να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη στη δημοσιογραφία.
Την υψηλότερη βαθμολογική αξία (38%) στην έρευνα συγκέντρωσε η παράμετρος «αρκεί η απουσία οποιαδήποτε παρέμβασης στο έργο των δημοσιογράφων».
Εναλλακτικό κανάλι ενημέρωσης τα social media
Σημαντικό ρόλο στην ενημέρωση της κοινής γνώμης φαίνεται να διαδραματίζουν τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Για τους μισούς (51%) αποτελούν «εναλλακτική πηγή πληροφόρησης» και για δύο στους δέκα «παίζουν καταλυτικό ρόλο» στην ενημέρωση τους, ανεξαρτήτως φύλου. Είναι δηλαδή η κύρια πηγή ενημέρωσης. Οι νέους 17-34 ετών σε ποσοστό 36,5% έχουν ως βασική πηγή ενημέρωσης τα σόσιαλ μίντια.
Έχει ενδιαφέρον για τα ΜΜΕ κάθε είδους το γεγονός ότι σε ποσοστό 48% της κοινής γνώμης όταν είναι στα σόσιαλ μίντια διαβάζει ενημερωτικό περιεχόμενο από δημοσιογράφους ή ΜΜΕ που ακολουθεί. Δύο στους δέκα ενημερώνονται από ανθρώπους που ακολουθούν στα ΜΚΔ.
Πάνω από τους μισούς (57%) που έλαβαν μέρος στην έρευνας δήλωσαν ότι τους έχει τύχει να διαβάσουν μια είδηση στα social media και μετά να διαπιστώσουν ότι ήταν ψευδής.
Στο ίδιο ερώτημα αλλά για τα παραδοσιακά μέσα (εφημερίδες, τηλεόραση, ραδιόφωνο) αποκρίθηκε αρνητικά το 57,5%.
Δεν πληρώνω, δεν πληρώνω
Οι Έλληνες χρήστες του ίντερνετ θέλουν «ενημέρωση τζάμπα», έδειξε η έρευνα. Στο ερώτημα αν θα πλήρωναν για να εξακολυοθούν να διαβάζουν κανονικά τις ενημερωτικές ιστοσελίδες της προτίμησής τους σε περίπτωση που αυτές γίνονταν συνδρομητικές από το πρωί της επόμενης ημέρας και επτά στους δέκα απαντούν «όχι» –«σίγουρα όχι» αποκρίνεται το 46,5%, «μάλλον όχι» λέει το 23,5%. Θετικά απαντά το 26% του δείγματος, με το 19,5% να δηλώνει «μάλλον ναι» και το 6,5% «σίγουρα ναι».
Στον ίδιο βαθμό είναι παγιωμένη η πεποίθηση ότι το αναγνωστικό κοινό δεν πρέπει να πληρώνει για το δημοσιογραφικό περιεχόμενο που καταναλώνει (68%) και- κατά το λαϊκώς λεγόμενο- «πετάει την μπάλα στην εξέδρα» όταν καλείται να απαντήσει από πού πρέπει να αντλήσουν τα έσοδα τους οι ενημερωτικές ιστοσελίδες απαντώντας (74,5) «από τις διαφημίσεις».
Ανύπαρκτη, δηλαδή, η κουλτούρα της συνδρομής, η οποία όμως στο εξωτερικό, στις αρχές ιδίως της οικονομικής κρίσης, καλλιεργήθηκε και αναπτύχθηκε με υπομονή, επιμονή, πίστη, κόπο, χρήμα και περιεχόμενο πριν από χρόνια και αποδίδει.