Το BBC συμπληρώνει έναν αιώνα ζωής και είναι αντιμέτωπο με σοβαρές προκλήσεις
«This is London calling» ακουγόταν η φωνή του ραδιοφώνου του BBC πριν μεταδώσει τα τελευταία νέα εν μέσω του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Σήμερα ο βρετανικός ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός, ο οποίος απέκτησε παγκόσμια φήμη για την ποιότητα των ειδήσεων του ως British Broadcasting Corporation, εορτάζει 100 χρόνια από την ίδρυση του. Οι απαιτήσεις ήταν υψηλές από την αρχή όπως αναφέρει ο καθηγητής ΜΜΕ από το Πανεπιστήμιο του Σάσσεξ, Ντέιβιντ Χέντυ, μιλώντας στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Ενημέρωση, Εκπαίδευση, Διασκέδαση» ήταν η οδηγία του πρώτου γενικού διευθυντή του BBC Τζον Ράιθ στην οποία ο μιντιακός οργανισμός παραμένει πιστός μέχρι και σήμερα θέλοντας να δώσει στους ακροατές και τηλεθεατές του το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Η πρώτη ραδιοφωνική εκπομπή με τίτλο «In town tonight» φιλοξένησε πολλούς αστέρες του κινηματογράφου και της μουσικής ενώ κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου αποτέλεσε «όπλο» αναπαραγωγής ειδήσεων απέναντι στο προπαγανδιστικό ραδιόφωνο της Γερμανίας. Ο τότε Γάλλος Στρατηγός Σαρλ ντε Γκωλ μέσω του BBC καλούσε το Λονδίνο να αντισταθεί στους Γερμανούς κατακτητές.
Από το BBC στο tik tok: Μια μεγάλη αναδρομή στον πρώτο αιώνα λειτουργίας του μεγαλύτερου βρετανικού δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού μέσου παρουσιάζει τις μεγάλες αλλαγές και τις προκλήσεις στην ενημέρωση.
Μπορεί να αντικαταστήσει τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης ο καταιγισμός ειδήσεων και πληροφοριών που δέχονται οι πολίτες μέσω της νέας τεχνολογίας;
Αμείλικτα και ζωτικής σημασίας είναι τα ερωτήματα και οι διαπιστώσεις του συντάκτη του BBC, ο οποίος τα καταγράφει εκτενώς σε δημοσίευμά του, με αφορμή την επέτειο 100 χρόνων από την έναρξη λειτουργίας του δημόσιου βρετανικού μέσου ενημέρωσης.
«Οι μεγάλοι θεσμοί, όπως και η σπουδαία λογοτεχνία, γεννιούνται συχνά από υπαρξιακή αγωνία, ως επείγουσες απαντήσεις στην επικρατούσα φρίκη της εποχής τους. Όπως και με το The Waste Land του TS Eliot, που κυκλοφόρησε το 1922, έτσι και με το BBC» αναφέρει και προσθέτει:
«Όταν ο Λόρδος Ράιθ (πυροβολήθηκε στο πρόσωπο στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο) έγινε ο πρώτος γενικός διευθυντής του BBC, είχε στο επίκεντρο το εθνικό συμφέρον. Ένας Σκωτσέζος μηχανικός στο μεταπολεμικό Λονδίνο, ήθελε να αναπτύξει την πιο πρόσφατη τεχνολογία, για να ανοικοδομήσει μια χώρα που είχε καταστραφεί από τον πόλεμο».
Όπως παρατηρεί ο συντάκτης του κειμένου, σήμερα λίγοι άνθρωποι θα πρότειναν την δημιουργία ενός δημόσιου μέσου ενημέρωσης. Λιγότεροι ακόμη θα το χρηματοδοτούσαν, καθώς θα το θεωρούσαν επιπλέον κόστος για τα νοικοκυριά.
Ωστόσο, υπάρχουν γεγονότα για τα οποία δεν μπορεί να αντικατασταθεί η… κλασσική ενημέρωση, όπως για παράδειγμα η κάλυψη του θανάτου της βασίλισσας Ελισάβετ Β’, θέμα για το οποίο το BBC απέσπασε τα πρωτεία.
Οι άμεσοι ανταγωνιστές του BBC, αναφέρει ο συντάκτης, περιλαμβάνουν εταιρείες όπως το Netflix, η αξία των οποίων αποτιμάται σε εκατοντάδες δισεκατομμύρια. Οπως παρατηρεί, το BBC είναι υποχρεωμένο να κάνει πράγματα που δεν κάνουν άλλοι (ειδήσεις, ραδιόφωνο, θρησκευτικά προγράμματα), είναι αυστηρά ρυθμισμένο και δέχεται αμείλικτη πολιτική πίεση.
Οι υπηρεσίες ροής έχουν επίσης αυξήσει το κόστος προσωπικού και προγραμματισμού. Τελικά, το BBC θα πρέπει να βρει τι μπορεί να κάνει που οι άλλοι δεν μπορούν.
Χάσμα γενεών
Οι νεαροί Βρετανοί, ηλικίας μεταξύ 16 και 24 ετών, περνούν περισσότερο χρόνο μόνο στο TikTok παρά βλέποντας τηλεόραση. Την τελευταία δεκαετία, ο χρόνος που αφιερώνουν παρακολουθώντας τηλεόραση έχει μειωθεί, κατά δύο τρίτα.
Κριτική
Παρά το γεγονός ότι το BBC είναι κρατικό μέσο, πάντα εξοργίζει τις κυβερνήσεις όλων των αποχρώσεων. Σήμερα, υπάρχουν δύο μεγάλες διαφορές.
Πρώτον, η εχθρότητα από την κυβέρνηση είναι πολύ πιο αδυσώπητη, εν μέρει χάρη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Δεύτερον, οι πιο αφοσιωμένοι εχθροί του BBC υποστηρίζουν ότι πρόκειται για περιττό έξοδο των Βρετανών, στην εποχή του YouTube και του Instagram, η πληροφόρηση παρέχεται αφειδώς και δωρεάν.
Όμως, όπως έδειξαν οι τελευταίες εβδομάδες, υπογραμμίζει.
Ο συντάκτης διαπιστώνει ότι παρόλο που το βρετανικό μέσο σιγά- σιγά συρρικνώνεται, έχει τη δυνατότητα να ανανεώσει την ψήφο εμπιστοσύνης με το κοινό του.
«Η καλύτερη ελπίδα αυτού του αιωνόβιου είναι να επιστρέψει στο φωτισμένο όραμα του ιεροκήρυκα που το ίδρυσε. Όπως γνώριζε ο Λόρδος Reith το 1922, η ποιότητα και όχι η ποσότητα είναι η καλύτερη ελπίδα του BBC», καταλήγει.
Αβέβαιο το μέλλον για τον ραδιοτηλεοπτικό φορέα
Το BBC από την αρχή της λειτουργίας του «είχε μια δύσκολη σχέση με την κυβέρνηση ανεξαρτήτως πολιτικής πλευράς» αναφέρει ο επιστήμονας των μέσων ενημέρωσης Ντέιβιντ Χέντυ. Το 1926 ήδη, ο τότε υπουργός Οικονομικών Ουίνστον Τσώρτσιλ. ήθελε να το μετατρέψει σε επίσημο όργανο της κυβέρνησης. Ο ερευνητής αναφέρει πως η συντηρητική κυβέρνηση τώρα κάνει ανοιχτή επίθεση σε αυτούς τους οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένου και του BBC. «Υπάρχει η πεποίθηση πως δεν αναζητούν μια εναλλακτική μορφή χρηματοδότησης αλλά θέλουν να «κόψουν» το BBC».
Η πρώην δημοσιογράφος του BBC, Έμιλι Μέιτλις, αναφέρει πως τα πολιτικά τεκταινόμενα όπως το Brexit αλλά και λαϊκίστικά κόμματα όπως του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τράμπ, τα οποία έχουν αυταρχικές τάσεις, θέλουν να φιμώσουν τα επικριτικά μέσα ενημέρωσης. «Βλέπουμε τους πολιτικούς να παίρνουν μια επιβλαβή κατεύθυνση για την δημοκρατία». Η ίδια προειδοποιεί για τον κίνδυνο του ψεύδους. Αν η μια πλευρά λέει συνεχώς ψέματα πρέπει να το λες με το όνομά του, σημειώνει η ίδια.
Η δημοσιογράφος Ανέτ Ντίττερτ αποκαλεί την επικείμενη κατάργηση της χρηματοδότησης «καταστροφική για τα βρετανικά μέσα ενημέρωσης που ήδη χαίρουν μικρής εμπιστοσύνης». Η ίδια επισημαίνει ωστόσο πως τίποτα δεν είναι βέβαιο, αναφερόμενη στις κρίσιμες πρώτες εβδομάδες της θητείας της νέας συντηρητικής πρωθυπουργού Λιζ Τρας.